Κύριε διευθυντά,
σε κάθε γωνιά της χώρας, σε κάθε πόλη που καλείται ένας δάσκαλος ή καθηγητής να διδάξει στο δηµόσιο σχολειό, η εξοργιστική εργασιακή συνθήκη δε διαφέρει και πολύ. Μάλιστα, για δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικούς είτε αναπληρωτές, είτε νεοδιόριστους είτε ακόµα και για τους µόνιµους, η έγνοια και η δίκαιη οργή που εκφράζεται και συζητιέται τη περίοδο αυτή όντας όµως εκτός µιας κίνησης, µιας αγωνιστικής διεξόδου, συνεχώς µεγαλώνει.
Οι αριθµοί καµιά φορά απεικονίζουν καλύτερα την πραγµατικότητα: Ο ετήσιος βασικός µισθός είναι ο 5ος χαµηλότερος στην Ευρώπη, υπολειπόµενος κατά 10.000 από το µέσο όρο. Για τους νεοδιόριστους οι µισθοί είναι φτώχιας, µε τα 776 ευρώ το µήνα να αποτελούν πρόκληση, ενώ µετά από 20 χρόνια προϋπηρεσίας (10ο κλιµάκιο θα “εκτοξεύεται” στα 1188 ευρώ). Φυσικά όπως τονίζει και ο πρωθυπουργός εάν και εφόσον η οικονοµία “µας” τα πάει καλά, δηλαδή η παραπέρα αφαίµαξη του εργαζόµενου κόσµου και επακόλουθα οι µπίζνες και τα κέρδη τους, αν τελικά δηλαδή ο περίφηµος αλγόριθµος θα το επιτρέπει κι αυτό. Εύκολα εξηγήσιµος και ο µεγάλος αριθµός των παραιτήσεων τα τελευταία χρόνια (κοντά χίλιες πρόπερσι και 850 πέρυσι), ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς το ταξίδι στο άγνωστο της πλειοψηφίας των αναπληρωτών κάθε χρονιά και τα υπέρογκα κόστη ενοικίου, µετακινήσεων, πάγιων εξόδων που εξατµίζουν το πενιχρό εισόδηµα από τα µέσα του µήνα κιόλας. Ακόµα κι αν αυτό τους κοστίζει ποινές αποκλεισµού 2-3 ετών από τους πίνακες πρόσληψης.
Την ίδια στιγµή, ενώ τα κενά στα σχολειά είναι χιλιάδες µε ό,τι αυτό συνεπάγεται και στις διδακτικές ώρες για τα παιδιά, η πολιτική του συστήµατος είναι συγκεκριµένη. Προχώρηµα των κλεισιµάτων τµηµάτων έως και µονάδων µέσω των συγχωνεύσεων (750 φέτος), τµήµατα 25-30 µαθητών αλλά και παράλληλα µε την κατάργηση πολλών τµηµάτων ένταξης και θέσεων παράλληλης στήριξης. Εποµένως, µεγαλύτερη εντατικοποίηση και εξουθένωση για τους εκπαιδευτικούς, που καλούνται να σηκώσουν ολοένα και µεγαλύτερα βάρη διαχείρισης στο σχολείο και στη τάξη, την ώρα που το σύστηµα και η πολιτική κυβέρνησης κεφάλαιου βγαίνουν λάδι.
Αυτή είναι η πραγµατικότητα που βιώνει η µεγάλη πλειοψηφία των εργαζόµενων στη δηµόσια εκπαίδευση, κάτι που τους ωθεί στη περιπλάνηση για µια δεύτερη δουλειά (ντελίβερι, εστίαση, ιδιαίτερα, κ.λπ.), για να βγει ένας “αξιοπρεπής” µισθός αλλά µε εξαντλητικούς όρους και ωράρια. Όλα τα παραπάνω, ελλείψει κινηµατικών διαδικασιών, αντιστάσεων, συλλογικής πάλης καθιστά ευάλωτους τους συναδέλφους, µόνους απέναντι στο πειθαναγκασµό του συστήµατος, στους κυβερνητικούς εκβιασµούς, χρησιµοποιώντας το διορισµό σαν επιβράβευση της υποταγής, το τέλος ενός δρόµου-πατήµατος επί πτωµάτων.
Εκεί είναι που κουµπώνει και η αξιολόγηση, χτυπώντας το δικαίωµα στη µόνιµη και σταθερή δουλειά, ενισχύοντας την εποπτεία και τον χαφιεδισµό του συστήµατος µέσα στα σχολεία, τροµοκρατώντας και εκβιάζοντας τους εκπαιδευτικούς. Να εµπεδωθεί έτσι η υποταγή στην αντιλαϊκή πολιτική µέσα κι έξω από τα σχολεία, η “κανονικότητα” της φτώχειας, η παγίωση της εθνικής οµοψυχίας, για τα “δίκια” της τυχοδιωκτικής, εκµεταλλευτικής, εγκληµατικής πολιτικής της αστικής τάξης. Που την ίδια στιγµή που αυξάνει τις δαπάνες και τα δισ. στους στρατιωτικούς εξοπλισµούς, µπλέκει λαό και χώρα στις φωτιές του πολέµου, παρέχει φοροελαφρύνσεις στο µεγάλο κεφάλαιο, προχωράει το σάρωµα κατακτήσεων ολόκληρου αιώνα, µε την συστηµατική λεηλασία του λαϊού εισοδήµατος και την ένταση της εκµετάλλευσης της εργατιάς να είναι όρος για την ανάπτυξη των κερδών τους.
Η πολιτική λοιπόν όλα στο κεφάλαιο δε θα σταµατήσει όσο δε βρίσκει εµπόδια, φραγµό από τη συλλογική πάλη και κίνηση των µαζών, του λαού άρα και των εκπαιδευτικών σε µια κατεύθυνση αντίστασης στην επίθεση. Στη συγκρότηση µετώπων πάλης απέναντι στις αιχµές της αντιλαϊκής πολιτικής, ενός και µόνου ικανού δρόµου για να µπορούν να αντιπαλευτούν και οι συνθήκες ήττας και διάλυσης που ούτε χτεσινές είναι ούτε αύριο θα τελειώσουν.
Άρα δεν υπάρχουν εύκολες “λύσεις” ούτε ρωγµές εντός του κράτους που θα εκµεταλλευτούν και οι εκπαιδευτικοί, όσο δεν συγκροτείται υπολογίσιµος αντίπαλος στη βασική διαδικασία της πάλης. Η ατοµική στάση της απεργίας-αποχής απέναντι στην αξιολόγηση που επιδεικνύουν αρκετοί ακόµα εκπαιδευτικοί και οι δικαστικές αποφάσεις µονιµοποίησης 45 εκπαιδευτικών του 2020 έχουν δυο αναγνώσεις. Από τη µια την διάθεση ενός µεγάλου κοµµατιού των δασκάλων και καθηγητών να σταθούν στο ύψος της αντίστασης και το γεγονός πως µετρά η κυβέρνηση τη διάχυτη οργή για τις εξοργιστικές εργασιακές συνθήκες και τη σύγχρονη βαρβαρότητα που βιώνουν. Από την άλλη δεν µπορούν σε καµία περίπτωση να υποκαταστήσουν την ανάγκη των µαζικών διαδικασιών, της πολιτικοποίησης, της ανάπτυξης αγώνων, απεργιακών µαχών που χρειάζεται να εκδηλωθούν. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες της ήττας που φτάνουν έως και να προδίδουν τους µεγάλους αγώνες (2012) αλλά και η Αριστερά της ανάθεσης πρέπει µε όρους κίνησης και πάλης να αποκαλύπτονται και να κριτικάρονται.
Όσο καθυστερεί η ανάπτυξη αποτελεσµατικών µαζικών αγώνων και αντιστάσεων τόσο οι εκπαιδευτικοί θα βλέπουν το χειροτέρεµα των όρων δουλειάς, να αγριεύουν οι καταστάσεις στα σχολειά, να παίρνει κεφάλι ο σκοταδισµός, να παίζουν τελικά το ρόλο της καταστολής και της αναπαραγωγής των σάπιων ιδανικών και αξιών του συστήµατος.
Γιάννης Περράκης,
εκπαιδευτικός, µέλος της συλλογικότητας
Αντίσταση και Πάλη