«Το χέρι που σου δίνει βοήθεια μη το δαγκώνεις»
Ακλόνητο ιδεοπολιτικό “πιστεύω” του γράφοντος ήταν και είναι η διακομματική συνεννόηση και η σύμπηξη διακομματικού κυβερνητικού μετώπου για την οικονομική ανόρθωση μιας χώρας, έπειτα από ολέθριες πορείες, μέσα από εθνικές και κοινωνικές καταστροφές.
Το σχέδιο Μάρσαλ, στην αμέσως μετεμφυλιοπολεμική περίοδο, είτε μας αρέσει, είτε όχι, ήταν το δυνατότερο “φιλί ζωής” στον ψυχορραγούντα, εθνικό μας κορμό, ανεξάρτητα βεβαίως από τις διαχειριστικές καταχρήσεις που συνόδευσαν τον χειρισμό αυτής της σωτήριας βοήθειας. Για του λόγου το ασφαλές, θυμίζω, ότι η μεγάλης τότε κυκλοφορίας κεντρώα “Αθηναϊκή” είχε επί χρόνια ως προμετωπίδα, κάτω από τον τίτλο της, τη φράση «Τι έγιναν τα 300 δισ.;».
Υπό τις σημερινές όμως συγκυρίες είναι αδύνατη η ταύτιση του οποιουδήποτε σχεδίου Μάρσαλ (διάβαζε σωτηρίας με “κουρέματα” ή χαρίσματα του εθνικού μας χρέους προς τους Ευρωπαίους και υπερπόντιους δανειστές μας. Και αυτό, γιατί οι περισσότερες ευρωπαϊκές και υπερπόντιες χώρες, που έφτασαν στα πρόθυρα χρεωκοπίας, οφείλουν αυτό τον δημοσιονομικό τους εκτροχιασμό σε υπαίτιους κυβερνητικούς χειρισμούς. Και όχι σε συγγνωστά γεγονότα ανώτερης βίας (εχθρικές εισβολές, λεηλασίες εθνικού πλούτου, από τους εισβολείς κ.λπ. κ.λπ).
Υπό τις συνθήκες, λοιπόν, μιας υπαίτιας περιαγωγής μιας χώρας, σε κατάσταση οικονομικής ένδειας, οι χρεώστες, από στοιχειώδη ανδρισμό, οφείλουν να διατυπώσουν το mea culpa, το “ήμαρτον”. Και χωρίς ευθυνοφοβικές αντιπαλότητες και λεονταρισμούς “να τα βρουν” με τους πιστωτές. Και όταν λέμε πιστωτές εννοούμε, κατά κύριο λόγο τους λαούς των 27 κρατών – μελών της Ε.Ε., που επωμίσθηκαν αναλογικά, άλλοι στις στιβαρές και άλλοι στις αδύναμες πλάτες τους το χρεωστικό φορτίο της Ελλάδας.
Η σημερινή και με οριακή πλειοψηφία δικομματική και ιδεολογικώς ετερόκλητη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ., αλλά και με το αισχρό εκλογικό “μπόνους” των 50 εδρών*, που νοθεύει την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, η κυβέρνηση, λοιπόν, αυτή θα όφειλε ν’ αναγνωρίσει τις παραπάνω ηθικές μας υποχρεώσεις προς τους δανειστές, λαούς της Ε.Ε. και όχι να ξεκινήσει την υστεραία των εκλογών με τον “τσαμπουκά” «σχίζουμε τα μνημόνια», «μονομερώς καταργούμε το χρέος».
Η απάντηση στην προκλητική αυτή αμετροέπεια πρωτίστως δόθηκε από τον ίδιο τον επιχειρηματικό κόσμο της Ελλάδας, που υποβίβασε αυθημερόν τον δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών στο -17%! για να τον ανεβάσει σε πάνω από +10% με τη δημόσια “δήλωση μετάνοιας” των κ. Τσίπρα, Χρυσόγονου, Βαρουφάκη κ.ά. ότι η Ελλάδα θα τηρήσει στο ακέραιο τις εκ του δανείου απορρέουσες υποχρεώσεις της.
Αν όντως η κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου αποκηρύσσει εμπράκτως την περιφρόνησή της προς τους εταίρους, Ευρωπαίους πιστωτές, θα πρέπει να είναι βέβαιη, ότι ανοίγει ο δρόμος, όχι για χάρισμα και διαγραφή του χρέους, αλλά για επανατοποθέτηση των υποχρεώσεών μας, σε βάσεις μιας ανθρωπιστικότερης μεταχείρισής μας. Οποιεσδήποτε άλλες δολιχοδρομίες από τη γραμμή αυτή, με γεωμετρική ακρίβεια θα μας ξαναγυρίσουν στις αποφράδες ημέρες του 2009. Με άλλα λόγια επανεκκίνηση από ένα ανελέητο μηδέν και με τη δαμόκλειο σπάθη του GREXIT και της επιστροφής στο 1 ευρώ όχι των 340, αλλά των 1.000 και 1.500 δραχμών.
Και ενώ ακούγονται από την εκτός του Κοινοβουλίου Βουλή (διάβαζε “Βουλή των καναλιών”) οι μύριες όσες δοκησισοφίες εφ’ όλου του επιστητού, από αναρμόδιους μαθητευόμενους μάγους, κανείς από όλους αυτούς τους δοκησίσοφους “ξερόλες” δεν μίλησε ποτέ, ούτε και πρόκειται να μιλήσει, για τις πραγματικές πολιτικές ευθύνες, που μας οδήγησαν από το 2009 ίσαμε σήμερα στο κατάντημα του 1.500.000 ανέργων, εκατοντάδων αυτοκτονιών, χιλιάδων πτωχεύσεων και εγκλημάτων βίας.
Και η πικρή αλήθεια είναι μια και μόνη: Η άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ, των ΑΝ.ΕΛ. και της Χρυσής Αυγής να πειθαρχήσουν στις εκκλήσεις, τόσο του Λουκά Παπαδήμου, όσο και του Κάρολου Παπούλια, για διακομματικό μέτωπο πολιτικής συνευθύνης. Οπου πρυτάνευσε μια παρόμοια συνεννόηση εκεί άλλαξε άρδην η κατηφορική πορεία πολλών χωρών με κορυφαίο το παράδειγμα της μετά του “Αττίλα 1” και “Αττίλα 2” αδελφής Κύπρου.
Τότε, ο Μακάριος, απερχόμενος από τον τρικυμιώδη πολιτικό του βίο, ανέθεσε τις τύχες της χώρας στον αείμνηστο Σπύρο Κυπριανού. Υπό τη σκιά αυτού του σώφρονος ανδρός, όλες οι κυπριακές πολιτικές δυνάμεις, μεταξύ άλλων, συμφώνησαν: πάγωμα επί μερικά χρόνια των μισθών και των συντάξεων με ισόχρονο πάγωμα των τιμών των αγαθών και των τιμών των ΔΕΚΟ. Με την ίδια μεθοδικότητα και σύμπνοια η Κύπρος του ’70 και ’80 κατόρθωσε ν’ αναδείξει την κυπριακή λίρα στο ισχυρότερο νόμισμα του ευρωμεσογειακού χώρου.
*Ο φίλτατος Μανώλης Γλέζος ήταν ο μόνος Ελληνας πολιτικός, που προεκλογικά δήλωσε: «Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση, πρέπει να καταργήσει το εκλογικό μπόνους των 50 εδρών προς το πρώτο κόμμα. Και καθιερώνοντας την απλή αναλογική να προχωρήσει σε νέες εκλογές». Ας ελπίσουμε και η δήλωση αυτή να μη σκεπαστεί από τη στάχτη της λησμονιάς…