Κυριακή, 10 Νοεμβρίου, 2024

Επιτροπή Ανταγωνισμού: 25 ερωτήσεις-απαντήσεις για μη παραβατική συμπεριφορά από επιχειρήσεις

Ο επιχειρηματικός κόσμος και η γενική αβεβαιότητα που επικρατεί δεν πρέπει να οδηγήσουν σε αποκλίνουσες ή/και παραβατικές συμπεριφορές, όπως υπερβολικές ανατιμήσεις ή παράνομες συμπράξεις μεταξύ επιχειρήσεων εις βάρος των καταναλωτών και του δημοσίου συμφέροντος». Αυτό υπογραμμίζει η Επιτροπή Ανταγωνισμού σε ανακοίνωσή της, με την οποία γνωστοποιεί ότι προέβη στη σύσταση «ειδικής ομάδας κρούσης Covid-19_Competition».

Έργο της ομάδας κρούσης είναι η ενημέρωση των επιχειρήσεων και των πολιτών σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων του δικαίου του ανταγωνισμού, υπό την μορφή δελτίων Τύπου και ερωταπαντήσεων, η πληροφόρηση του κοινού σχετικά με τις έρευνες της Ε.Α. σε νευραλγικούς αυτήν την περίοδο επιχειρηματικούς κλάδους, η ενημέρωση του κοινού για διαδικαστικά θέματα λειτουργίας της υπηρεσίας στις παρούσες συγκυρίες και η ανάρτηση των δράσεων των άλλων εθνικών αρχών ανταγωνισμού και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού. Στόχος της ομάδας αυτής, είναι επίσης η δημιουργία ενός κόμβου συγκέντρωσης των ερωτημάτων φορέων και επιχειρήσεων, σχετικά με πρωτοβουλίες που προτίθενται να λάβουν και τη συμβατότητα αυτών με το δίκαιο ανταγωνισμού και η άμεση ανταπόκρισή της σε αυτά.

Στην ειδική ιστοσελίδα της Ομάδας Κρούσης Covid-19_Competition, επιχειρήσεις, πολίτες και φορείς μπορούν:

* Να ενημερώνονται για τις ανακοινώσεις και δράσεις της Ε.Α. εν καιρώ επιδημικής κρίσης

* Να αναζητούν απαντήσεις στα ερωτήματά τους,

* Να ενημερώνονται για τις αλλαγές σε διαδικαστικά θέματα που τους αφορούν ενώπιον της Ε.Α.

* Να πληροφορούνται για τις δράσεις άλλων αρχών ανταγωνισμού σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.

Για οποιοδήποτε θέμα, μπορείτε να επικοινωνείτε είτε αποστέλλοντας ηλεκτρονικό μήνυμα στο covid19_competition@epant.gr, αναφέροντας το όνομά σας, την ιδιότητά σας και τηλέφωνο επικοινωνίας, είτε τηλεφωνικώς στα τηλέφωνα 210 8809241, 697 8020662 και 210 8809219 κατά τις ώρες 10:00π.μ. με 12:00μ.μ..

Οι 25 ερωτήσεις – απαντήσεις

Στην ιστοσελίδα της επιτροπής οι επιχειρηματίες μπορούν να λάβουν απαντήσεις για τα εξής ερωτήματα:

1. Ποιος εφαρμόζει το δίκαιο ανταγωνισμού κατά την πανδημία;

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού αποτελεί το θεματοφύλακα του ανταγωνισμού στην Ελλάδα και με γνώμονα τη διαφύλαξη της υγιούς ανταγωνιστικής δομής της αγοράς, της προστασίας των συμφερόντων του καταναλωτή και της οικονομική ανάπτυξης, εφαρμόζει και επιβάλλει το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο του ανταγωνισμού και σε αυτές τις έκτακτες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες.

2. Γιατί είναι σημαντική η διατήρηση του ανταγωνισμού ειδικά τώρα;

Η ύπαρξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων αποτελεί βασικό στοιχείο της ελεύθερης οικονομίας και της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς ακόμη και σε ειδικές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, όπως η παρούσα συγκυρία λόγω της ύπαρξης κρουσμάτων του ιού COVID-19 (γνωστός και ως «κορωνοϊός»). Στόχος αποτελεί βραχυπρόθεσμα η ομαλή τροφοδότηση της αγοράς χωρίς παράνομες αντιανταγωνιστικές πρακτικές καθώς και η διευκόλυνση της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Η προηγούμενη εμπειρία από άλλες έκτακτες συνθήκες δείχνει ότι τα μέτρα που αποσκοπούν στην εξασφάλιση αποτελεσματικού ανταγωνισμού αποτελούν τη σωστή απάντηση στην οικονομική κρίση. Ενέργειες που περιορίζουν τον ανταγωνισμό τείνουν να επιμηκύνουν και να εμβαθύνουν τις οικονομικές κρίσεις και συνεπώς εμποδίζουν την οικονομική ανάκαμψη.
Σε περίπτωση που λόγω των ιδιαίτερων οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών δημιουργηθούν δομικά προβλήματα στις αγορές μεσοπρόθεσμα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού δύναται να παρέμβει και με κανονιστικά μέτρα συμπεριφοράς ή διαρθρωτικού χαρακτήρα.

3. Ποιες οι αρμοδιότητες της Ε.Α. σήμερα;

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού διατηρεί τις ίδιες αρμοδιότητες και ιδίως:

την έρευνα αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας για τη διαπίστωση τυχόν παραβάσεων είτε οριζόντιων και καθέτων αντιανταγωνιστικών συμπράξεων επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων είτε κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης
τη λήψη αυτεπαγγέλτως ασφαλιστικών μέτρων
τη διατύπωση αυτεπαγγέλτως γνώμης για θέματα της αρμοδιότητάς της
τη διενέργεια ερευνών σε συγκεκριμένο κλάδο της οικονομίας ή σε συγκεκριμένους τύπους συμφωνιών, όταν η διαμόρφωση των τιμών ή άλλες περιστάσεις δημιουργούν υπόνοιες για πιθανή στρέβλωση του ανταγωνισμού
τη συνεργασία με άλλες Δημόσιες Αρχές

4. Επιτρέπονται τα καρτέλ αυτή την περίοδο;

Οι επιχειρήσεις και σε αυτές τις κοινωνικές και οικονομικές συγκυρίες οφείλουν να χαράσσουν αυτόνομη εμπορική πολιτική με μέσα που δεν στρεβλώνουν και δεν νοθεύουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό και ανεξάρτητα η μία προς την άλλη. H Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν θα ανεχτεί επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται την υγειονομική κρίση ως «κάλυψη» για συμπαιγνίες μεταξύ ανταγωνιστών να αυξήσουν τις τιμές ή να περιορίσουν την παραγωγή.

5. Ποιες συμπράξεις απαγορεύονται σε κάθε περίπτωση;

Απαγορεύονται παράνομες συμπράξεις μεταξύ ανταγωνιστών (οριζόντιες συμπράξεις) με σκοπό:

τον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό των τιμών αγοράς ή πώλησης ή άλλων όρων συναλλαγής,
τον περιορισμό ή ο έλεγχο της παραγωγής και της διάθεσης προϊόντων και υπηρεσιών,
την κατανομή των αγορών ή των πηγών εφοδιασμού,
την εξάρτηση της σύναψης συμβάσεων από την αποδοχή, εκ μέρους των συναλλασσόμενων, πρόσθετων παροχών.

6. Πότε επιτρέπονται οι κάθετες συμφωνίες τιμών μεταξύ χονδρεμπόρων και λιανέμπορων;

Κάθετες συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων δραστηριοποιούμενων σε διάφορα επίπεδα της αλυσίδας παραγωγής ή διανομής και οι οποίες αφορούν τον καθορισμό της τιμής μεταπώλησης ή ελάχιστης τιμής μεταπώλησης απαγορεύονται. Αντίθετα επιτρέπεται η επιβολή μέγιστων τιμών μεταπώλησης ή συνιστώμενων τιμών μεταπώλησης.

7. Επιτρέπεται ο καθορισμός μέγιστων τιμών λιανικής από χονδρέμπορο σε λιανέμπορο;

Ο καθορισμός μέγιστων ή ενδεικτικών τιμών λιανικής από χονδρέμπορο σε λιανέμπορο επιτρέπεται. Δεν επιτρέπεται ο καθορισμός συγκεκριμένης τιμής λιανικής ούτε και η επιβολή ελάχιστης τιμής λιανικής.

8. Επιτρέπεται ο καθορισμός μέγιστων τιμών μεταπώλησης/χονδρικής από παραγωγό σε χονδρέμπορο;

Ο καθορισμός μέγιστων ή ενδεικτικών τιμών μεταπώλησης/χονδρικής από παραγωγό σε χονδρέμπορο επιτρέπεται. Δεν επιτρέπεται ο καθορισμός συγκεκριμένης τιμής μεταπώλησης ούτε και η επιβολή ελάχιστης τιμής μεταπώλησης.

Παραδείγματα:

Ο παραγωγός προϊόντων προσωπικής υγιεινής μπορεί να ορίζει τις ανώτατες τιμές μεταπώλησης των προϊόντων του από τους αγοραστές / πελάτες του χονδρεμπόρους και λιανεμπόρους.
Σε ένα δίκτυο διανομής τροφίμων, ο παραγωγός μπορεί να θέσει συνιστώμενες τιμές μεταπώλησης των προϊόντων αυτών.

9. Επιτρέπεται ο καθορισμός συγκεκριμένων τιμών μεταπώλησης για σύντομο χρονικό διάστημα;

Σε περίπτωση εισαγωγής νέου προϊόντος, ακόμα και η επιβολή τιμής μεταπώλησης μπορεί να είναι δικαιολογημένη για σύντομες σε χρονική διάρκεια περιόδους (π.χ. προωθητικές ενέργειες / καμπάνιες 2 έως 6 εβδομάδων).

10. Τι ισχύει για τις τιμές μεταπώλησης από διαδικτυακές πλατφόρμες;

Μία κύρια διαδικτυακή πλατφόρμα (internetplatform/ marketplace) μπορεί να θέσει ανώτατο όριο τιμής στα προϊόντα που διατίθενται μέσω αυτής.

11. Πότε μπορούν να συνεργαστούν οι επιχειρήσεις κατά την υγειονομική κρίση;

Συμφωνίες συνεργασίας επιχειρήσεων, προκειμένου να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη προμήθεια και η δίκαιη κατανομή των προϊόντων που βρίσκονται σε ανεπάρκεια, σε όλους τους καταναλωτές στην ελληνική επικράτεια, δεν αναμένεται να οδηγήσουν σε περιορισμό του ανταγωνισμού. Ακόμα και αν κριθεί ότι περιορίζουν προσωρινά τον ανταγωνισμό, η Επιτροπή Ανταγωνισμού θα αξιολογήσει το βαθμό στον οποίο επιτυγχάνεται η αποτελεσματικότητα της απρόσκοπτης και δίκαιης διανομής, καθώς και τον προσωρινό χαρακτήρα τους και κατά πόσο είναι αναλογικά και απολύτως απαραίτητες προς την επίτευξη των ως άνω σκοπών.

12. Υπό ποιες προϋποθέσεις συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων δεν απαγορεύονται;

Συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές μεταξύ επιχειρήσεων είναι σύμφωνες με το δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού, εφόσον πληρούν αθροιστικά τις κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) συμβάλλουν στη βελτίωση της παραγωγής ή της διανομής των προϊόντων ή στην προώθηση της τεχνικής ή οικονομικής προόδου,
β) εξασφαλίζουν συγχρόνως στους καταναλωτές εύλογο τμήμα από το όφελος που προκύπτει,
γ) δεν επιβάλλουν στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις περιορισμούς μη απαραίτητους για την επίτευξη των στόχων αυτών και
δ) δεν παρέχουν τη δυνατότητα κατάργησης του ανταγωνισμού ή κατάργησης αυτού σε σημαντικό τμήμα της σχετικής αγοράς.
Τέτοιες συμφωνίες μπορεί να αφορούν την ανταλλαγή πληροφοριών ή να είναι συμφωνίες για έρευνα και ανάπτυξη, συμφωνίες παραγωγής, προμήθειας, εμπορίας και διανομής και τυποποίησης.

Σε περίπτωση που θέλετε να προβείτε στη σύναψη κάποιας από τις ως άνω συμφωνίες (ανταλλαγής πληροφοριών, παραγωγής, προμήθειας, εμπορίας και διανομής κλπ) με υφιστάμενους ή πιθανούς ανταγωνιστές σας παρακαλείστε να επικοινωνήσετε με την Υπηρεσία μας.

13. Επιτρέπεται η ανταλλαγή στρατηγικών πληροφοριών μεταξύ ανταγωνιστών;

Η ανταλλαγή στρατηγικής φύσεως πληροφοριών μεταξύ ανταγωνιστών μπορεί να έχει αποτελέσματα που περιορίζουν τον ανταγωνισμό, διότι μειώνει την ανεξαρτησία λήψης αποφάσεων των μερών και κατ’ επέκταση τα κίνητρά τους να ανταγωνισθούν. Ως πλέον στρατηγικές πληροφορίες θεωρούνται οι τιμές (π.χ. πραγματικές τιμές, εκπτώσεις, αυξήσεις, μειώσεις) και οι ποσότητες και ακολουθούν οι πληροφορίες για το κόστος και τη ζήτηση. Άλλες στρατηγικές πληροφορίες είναι οι πωλήσεις, η παραγωγική δυναμικότητα, σχέδια εμπορίας, κίνδυνοι, επενδύσεις, τεχνολογίες, προγράμματα Έρευνας και Ανάπτυξης και τα αποτελέσματά τους. Η στρατηγική χρησιμότητα των πληροφοριών εξαρτάται από τον βαθμό συγκεντρωτικότητάς τους, την παλαιότητά τους, καθώς και το πλαίσιο της αγοράς και την συχνότητα της ανταλλαγής. Όσο πιο παλιά είναι τα στοιχεία και όσο πιο συγκεντρωτικά, δηλαδή όταν οι ανταγωνιστές δεν έχουν πρόσβαση σε εξατομικευμένες πληροφορίες για τιμές και ποσότητες των ανταγωνιστών τους, τόσο λιγότερο αναμένεται να επηρεάσουν την ανταγωνιστική δομή της αγοράς.

14. Πότε επιτρέπεται η ανταλλαγή άλλων πληροφοριών μεταξύ των ανταγωνιστών;

Επιτρέπεται όταν η ανταλλαγή πληροφοριών αναμένεται να οδηγήσει σε βελτίωση της αποδοτικότητας και πληρούνται οι υπό ερώτηση 12 προϋποθέσεις. Οι πληροφορίες σχετικά με τα έξοδα των ανταγωνιστών μπορούν να επιτρέψουν στις εταιρείες να γίνουν πιο αποδοτικές, εάν συγκρίνουν τις επιδόσεις τους με τις βέλτιστες πρακτικές στον κλάδο. Επιπλέον, σε ορισμένες περιστάσεις η ανταλλαγή πληροφοριών (π.χ. πληροφορίες για τη ζήτηση) μπορεί να βοηθήσει τις εταιρείες να κατανείμουν την παραγωγή σε αγορές υψηλής ζήτησης. Μερικές μορφές ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο αυτό ενδέχεται να επιτρέπουν σημαντική εξοικονόμηση κόστους εάν, για παράδειγμα, μειώνουν περιττά αποθέματα ή επιτρέπουν ταχύτερη παράδοση φθαρτών προϊόντων σε περιοχές με υψηλή ζήτηση και τη μείωσή τους σε περιοχές με χαμηλή ζήτηση.

Παράδειγμα
Πηγή: Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή του άρθρου 101 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις συμφωνίες οριζόντιας συνεργασίας

Δεδομένα: Υπάρχουν πέντε παραγωγοί φρέσκου εμφιαλωμένου χυμού καρότου στη σχετική αγορά. Η ζήτηση για το προϊόν αυτό είναι πολύ ασταθής και διαφέρει από τόπο σε τόπο και χρονικές περιόδους. Ο χυμός πρέπει να πωληθεί και να καταναλωθεί εντός μίας ημέρας από την ημερομηνία παραγωγής του. Οι παραγωγοί συμφωνούν να συστήσουν μια ανεξάρτητη εταιρεία έρευνας αγοράς, η οποία θα συλλέγει πληροφορίες σε καθημερινή βάση σχετικά με τους απούλητους χυμούς σε κάθε σημείο παραγωγής, τις οποίες θα δημοσιεύει στον δικτυακό τόπο της την επόμενη εβδομάδα υπό μορφή συγκεντρωτικών στοιχείων ανά σημείο πώλησης. Τα δημοσιευμένα στατιστικά στοιχεία επιτρέπουν στους παραγωγούς και στους λιανοπωλητές να προβλέψουν τη ζήτηση και να τοποθετήσουν καλύτερα το προϊόν τους στην αγορά. Πριν από την καθιέρωση της ανταλλαγής, οι λιανοπωλητές ανέφεραν απώλειες μεγάλων ποσοτήτων χυμού και, ως εκ τούτου, μείωσαν την ποσότητα του χυμού που αγόραζαν από τους παραγωγούς, δηλαδή η αγορά δεν λειτουργούσε αποτελεσματικά. Κατά συνέπεια, σε ορισμένες περιόδους και περιοχές, υπήρχαν συχνά περιπτώσεις κατά τις οποίες η ζήτηση δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί. Το σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών, το οποίο επιτρέπει την καλύτερη πρόβλεψη του πλεονάσματος ή της έλλειψης προσφοράς, μείωσε σημαντικά τις περιπτώσεις ανικανοποίητης ζήτησης από τους καταναλωτές και αύξησε την ποσότητα που πωλήθηκε στην αγορά.

Ανάλυση: Παρόλο που η αγορά είναι αρκετά συγκεντρωμένη και τα δεδομένα που ανταλλάσσονται είναι πρόσφατα και στρατηγικά, δεν είναι πιθανό αυτή η ανταλλαγή να διευκολύνει ένα συμπαιγνιακό αποτέλεσμα, επειδή τέτοιο συμπαιγνιακό αποτέλεσμα δεν αναμένεται να εμφανιστεί σε μια ασταθή αγορά. Ακόμη και αν η ανταλλαγή προκαλέσει ορισμένους κινδύνους εμφάνισης αποτελεσμάτων που περιορίζουν τον ανταγωνισμό, είναι πιθανό η βελτίωση της αποτελεσματικότητας που απορρέει από την αύξηση της προσφοράς σε τόπους με υψηλή ζήτηση και τη μείωση της προσφοράς σε τόπους με χαμηλή ζήτηση να αντισταθμίσει τα πιθανά περιοριστικά αποτελέσματα. Οι πληροφορίες ανταλλάσσονται με δημόσιο τρόπο και ως συγκεντρωτικά στοιχεία, γεγονός που συνεπάγεται λιγότερους αντιανταγωνιστικούς κινδύνους από ό,τι εάν οι πληροφορίες δεν ήταν δημόσιες και ήταν εξατομικευμένες. Επομένως η ανταλλαγή πληροφοριών δεν υπερβαίνει ότι είναι αναγκαίο για να διορθωθεί η ανεπάρκεια της αγοράς. Ως εκ τούτου, είναι πιθανό αυτή η ανταλλαγή πληροφοριών να πληροί τα κριτήρια του άρθρου 101 παράγραφος 3.

15. Πότε η ανταλλαγή πληροφοριών μπορεί να ωφελήσει τους καταναλωτές;

Η δημόσια ανταλλαγή επίκαιρων δεδομένων μπορεί να ωφελήσει τους καταναλωτές βοηθώντας τους να αποφασίσουν τις αγορές τους και μειώνοντας τα έξοδα αναζήτησής συγκριτικών πληροφοριών. Ομοίως, η δημόσια ανταλλαγή πληροφοριών για τρέχουσες τιμές εισροών μπορεί να μειώσει το κόστος αναζήτησης των εταιρειών, πράγμα το οποίο κατά κανόνα ωφελεί τους καταναλωτές λόγω της μείωσης των τελικών τιμών των προϊόντων.

16. Πότε μια συμφωνία Έρευνας και Ανάπτυξης (Ε&Α) επιτρέπεται;

Η δημόσια ανταλλαγή επίκαιρων δεδομένων μπορεί να ωφελήσει τους καταναλωτές βοηθώντας τους να αποφασίσουν τις αγορές τους και μειώνοντας τα έξοδα αναζήτησής συγκριτικών πληροφοριών. Ομοίως, η δημόσια ανταλλαγή πληροφοριών για τρέχουσες τιμές εισροών μπορεί να μειώσει το κόστος αναζήτησης των εταιρειών, πράγμα το οποίο κατά κανόνα ωφελεί τους καταναλωτές λόγω της μείωσης των τελικών τιμών των προϊόντων.

17. Πότε μια συμφωνία εμπορίας επιτρέπεται;

Οι συμφωνίες εμπορίας αφορούν τη συνεργασία μεταξύ ανταγωνιστών για την πώληση, τη διανομή ή την προώθηση των υποκατάστατων προϊόντων τους. Αυτός ο τύπος συμφωνιών μπορεί να καλύπτει ένα ευρύ και ποικίλο φάσμα τομέων, ανάλογα με τις πτυχές της εμπορίας που αφορά η συνεργασία. Στο ένα άκρο του φάσματος, συναντούμε τις κοινές πωλήσεις που συνεπάγονται τον από κοινού καθορισμό όλων των εμπορικών πτυχών που συνδέονται με την πώληση του προϊόντος, συμπεριλαμβανομένης της τιμής. Στο άλλο άκρο του φάσματος, συναντούμε συμφωνίες πιο περιορισμένης κλίμακας που αφορούν μια συγκεκριμένη πτυχή της εμπορίας, όπως τη διανομή, την εξυπηρέτηση μετά την πώληση ή τη διαφήμιση.
Τέτοιες συμφωνίες που περιορίζουν τον ανταγωνισμό στις αγορές προμήθειας ή στις παρεπόμενες αγορές πώλησης και οδηγούν σε αύξηση των τιμών, μείωση της παραγωγής, της ποιότητας ή της ποικιλίας του προϊόντος, ή της καινοτομίας, κατανομή της αγοράς ή αντιανταγωνιστικό αποκλεισμό άλλων δυνητικών αγοραστών, απαγορεύονται. Ωστόσο, δεν έχουν όλες οι αμοιβαίες συμφωνίες διανομής ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού. Το κρίσιμο ζήτημα για την αξιολόγηση μιας συμφωνίας του τύπου αυτού είναι κατά πόσον η εν λόγω η συμφωνία είναι αντικειμενικά αναγκαία προκειμένου έκαστο μέρος να μπορέσει να εισέλθει στην αγορά άλλων μερών. Εάν πράγματι είναι αναγκαία, τότε η συμφωνία δεν δημιουργεί προβλήματα ανταγωνισμού οριζόντιου χαρακτήρα.
Οι συμφωνίες εμπορίας μπορούν να συνεπάγονται σημαντική βελτίωση της αποτελεσματικότητας. Η βελτίωση της αποτελεσματικότητας εξαρτάται από τη φύση της δραστηριότητας και τα μέρη της συνεργασίας. Η από κοινού διανομή μπορεί να επιφέρει σημαντική βελτίωση της αποτελεσματικότητας, χάρη σε οικονομίες κλίμακας ή φάσματος, ιδίως για τους μικρούς παραγωγούς. Ωστόσο, εάν η από κοινού εμπορία δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά μια αντιπροσωπεία με αντικείμενο τις πωλήσεις, χωρίς να περιλαμβάνει την πραγματοποίηση έστω κάποιων επενδύσεων, είναι πιθανό να συγκαλύπτει μια σύμπραξη και ως εκ τούτου θα πρέπει να διερευνηθεί.
Κοινή διαδικτυακή πλατφόρμα

Παράδειγμα
Πηγή: Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή του άρθρου 101 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις συμφωνίες οριζόντιας συνεργασίας

Δεδομένα: Αριθμός μικρών εξειδικευμένων καταστημάτων σε μια ολόκληρη χώρα συμμετέχει σε ηλεκτρονική διαδικτυακή πλατφόρμα για την προώθηση, πώληση και παράδοση καλαθιών δώρου με φρούτα. Υπάρχουν ορισμένες ανταγωνιστικές διαδικτυακές πλατφόρμες. Μέσω μηνιαίας συνδρομής, μοιράζονται το κόστος λειτουργίας της πλατφόρμας και επενδύουν από κοινού στην προώθηση του εμπορικού σήματος. Μέσω της ιστοσελίδας, στην οποία προσφέρονται αρκετοί διαφορετικοί τύποι καλαθιών δώρου, οι πελάτες παραγγέλλουν (και πληρώνουν) τον τύπο του καλαθιού δώρου που θέλουν να παραδοθεί. Στη συνέχεια, η παραγγελία ανατίθεται στο εξειδικευμένο κατάστημα που βρίσκεται πιο κοντά στη διεύθυνση παράδοσης. Το κατάστημα αναλαμβάνει μεμονωμένα το κόστος σύνθεσης του καλαθιού δώρου και της παράδοσής του στον πελάτη. Καρπούται το 90% της τελικής τιμής, η οποία ορίζεται από τη διαδικτυακή πλατφόρμα και εφαρμόζεται ομοιόμορφα σε όλα τα συμμετέχοντα εξειδικευμένα καταστήματα, ενώ το υπόλοιπο 10% διατίθεται για την κοινή προώθηση και τα έξοδα λειτουργίας της διαδικτυακής πλατφόρμας. Εκτός από την πληρωμή της μηνιαίας συνδρομής, δεν υπάρχουν περαιτέρω περιορισμοί για τα εξειδικευμένα καταστήματα που θέλουν να συμμετάσχουν στην πλατφόρμα σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια. Επιπλέον, τα εξειδικευμένα καταστήματα τα οποία διαθέτουν τον δικό τους εταιρικό δικτυακό τόπο μπορούν επίσης να πωλήσουν (και σε ορισμένες περιπτώσεις πωλούν) καλάθια δώρου με φρούτα στο Διαδίκτυο με τη δική τους επωνυμία και, έτσι, μπορούν ακόμη να ανταγωνίζονται μεταξύ τους εκτός του πλαισίου της συνεργασίας. Οι πελάτες που αγοράζουν από τη διαδικτυακή πλατφόρμα έχουν λάβει βεβαίωση για αυθημερόν παράδοση καλαθιών δώρου με φρούτα και μπορούν επίσης να επιλέγουν την ώρα παράδοσης που τους εξυπηρετεί.

Ανάλυση: Παρότι η συμφωνία έχει περιορισμένο χαρακτήρα, δεδομένου ότι αφορά μόνον την από κοινού πώληση ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος μέσω ενός συγκεκριμένου διαύλου εμπορικής προώθησης (της διαδικτυακής πλατφόρμας) και δεδομένου ότι περιλαμβάνει καθορισμό των τιμών, είναι πιθανό να έχει ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 101 παράγραφος 1. Επομένως, η συμφωνία πρέπει να αξιολογηθεί βάσει του άρθρου 101 παράγραφος 3. Η συμφωνία οδηγεί σε βελτίωση της αποτελεσματικότητας, όπως μεγαλύτερη επιλογή και παροχή υπηρεσίας υψηλότερης ποιότητας και μείωση του κόστους αναζήτησης, που ωφελεί τους πελάτες και μπορεί να αντισταθμίσει τα αποτελέσματα που περιορίζουν τον ανταγωνισμό και απορρέουν από τη συμφωνία. Δεδομένου ότι τα εξειδικευμένα καταστήματα που συμμετέχουν στη συνεργασία είναι ακόμη σε θέση να λειτουργούν μεμονωμένα και να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, τόσο μέσω των καταστημάτων τους όσο και στο Διαδίκτυο, ο περιορισμός του καθορισμού των τιμών μπορεί να θεωρηθεί αναγκαίος για την προώθηση του προϊόντος (καθώς όταν αγοράζουν μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας, οι καταναλωτές δεν γνωρίζουν από πού αγοράζουν το καλάθι δώρου και δεν θέλουν να ασχολούνται με πληθώρα διαφορετικών τιμών) και για την επακόλουθη βελτίωση της αποτελεσματικότητας. Ελλείψει άλλων περιορισμών, η συμφωνία πληροί τα κριτήρια του άρθρου 101 παράγραφος 3. Επιπλέον, καθώς υπάρχουν άλλες ανταγωνιζόμενες διαδικτυακές πλατφόρμες και τα μέρη εξακολουθούν να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, μέσω των καταστημάτων τους ή το διαδίκτυο, ο ανταγωνισμός δεν θα εξαλειφθεί.

18. Ποια πρέπει να είναι η συμπεριφορά μιας δεσπόζουσας επιχείρησης;

Μονομερείς πρακτικές εκμετάλλευσης του καταναλωτικού κοινού, ιδίως μέσω της υπερτιμολόγησης προϊόντων (π.χ. μάσκες, γάντια υγειονομικής χρήσης) ή υπηρεσιών (ιατρικά διαγνωστικά τεστ) από εταιρίες με δεσπόζουσα θέση στην αγορά απαγορεύονται όταν ισχύουν αθροιστικά δύο προϋποθέσεις: α) η τιμή του προϊόντος είναι υπερβολικά υψηλή σε σχέση με το πραγματικό κόστος της επιχείρησης και β) σε περίπτωση που αυτό ισχύει, η τιμή είναι είτε άδικη καθαυτή (unfair in itself) ή άδικη σε σύγκριση με την τιμή ανταγωνιστικών προϊόντων.
Επίσης απαγορεύονται, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, μονομερείς καταχρηστικές πρακτικές από δεσπόζουσες επιχειρήσεις και οι οποίες αποκλείουν τους άλλους ανταγωνιστές σε μία αγορά, όπως η εφαρμογή στο εμπόριο άνισων όρων για ισοδύναμες παροχές ή η αδικαιολόγητη άρνηση πώλησης, αγοράς ή άλλης συναλλαγής, κατά τρόπο που δυσχεραίνει τη λειτουργία του ανταγωνισμού.

19. Τι ισχύει για τα ηλεκτρονικά καταστήματα / επιχειρήσεις;

Οι ίδιες απαγορεύσεις για αντιανταγωνιστικές πρακτικές καθορισμού τιμών, κατανομής αγορών ή και πελατών ή επιβολής υψηλών τιμών από δεσπόζουσα επιχείρηση ισχύουν και για τα ηλεκτρονικά καταστήματα και τις on line εμπορικές πλατφόρμες (market places). Αντίθετα, μια κύρια διαδικτυακή πλατφόρμα (internet platform/ marketplace) μπορεί να θέσει ανώτατο όριο τιμής στα προϊόντα που διατίθενται μέσω αυτής.

20. Δίκαιο ανταγωνισμού και νομοθετικά μέτρα παρέμβασης.

Είναι συμβατά με τους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού τυχόν νομοθετικά μέτρα παρέμβασης με τη μορφή επιβολής ανώτατης τιμής πώλησης καταναλωτικών προϊόντων, προκειμένου να αντιμετωπισθούν πρακτικές υψηλής τιμολόγησης σε προϊόντα στα οποία παρουσιάζονται ελλείψεις σε περίοδο κρίσης;

Οι μηχανισμοί καθορισμού τιμών αποτελούν μία από τις περιοριστικές μορφές παρέμβασης στην αγορά, επιφέρουν δε ακραία αποτελέσματα που παρεκκλίνουν από τον σκοπό διασφάλισης ελεύθερου ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς και ενέχουν κινδύνους (βλ. Απάντηση 21). Ωστόσο, ενόψει κοινωνικών ανησυχιών οι οποίες, κατά τις περιστάσεις, δύνανται να υπερισχύσουν του σκοπού διασφάλισης ανταγωνισμού στην αγορά, η ρύθμιση των τιμών δεν είναι ασυμβίβαστη, εκ προοιμίου, με τους στόχους του Ευρωπαϊκού δικαίου ανταγωνισμού.
Η παρέμβαση του κράτους στις τιμές πώλησης των καταναλωτικών προϊόντων μέσω του καθορισμού ανώτατης τιμής πώλησης αυτών έχει, σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, ως στόχο την προστασία του καταναλωτή. Ενόψει του σκοπού αυτού, η τιμή αυτή παρέμβασης καθορίζεται σε επίπεδο χαμηλότερο από εκείνο που διαμορφώνεται στην ελεύθερη οικονομία. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να γίνεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και περιπτώσεις διαχείρισης κρίσεων, όπου δηλ. είναι αντικειμενικά ανέφικτο να λειτουργήσει ο υγιής ανταγωνισμός, συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος και όταν κανένα άλλο λιγότερο περιοριστικό μέτρο στον ανταγωνισμό δεν μπορεί να αποφέρει αποτελέσματα. Θα πρέπει επίσης να σχεδιάζεται με ιδιαίτερη προσοχή.

21. Ποιες είναι οι αρνητικές επιδράσεις της επιβολής ανώτατης τιμής από το κράτος, εάν δεν σχεδιαστεί σωστά;

Η επιβολή ανώτατης τιμής σε ένα προϊόν από το κράτος ενδέχεται να έχει τις ακόλουθες αρνητικές επιδράσεις (ορισμένες βραχυπρόθεσμα, άλλες μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα):

Ελλείψεις στην αγορά: Στο βαθμό που υπάρχει για το συγκεκριμένο προϊόν παραγωγή στο εξωτερικό ή αποφάσεις παραγωγής ή διανομής, η οποία επηρεάζεται από τιμές σε άλλες χώρες, αν ο καθορισμός μιας χαμηλής τιμής στη χώρα εκτρέψει προϊόν στο εξωτερικό, όπου το κέρδος μπορεί να είναι υψηλότερο, μπορεί να δημιουργηθούν ελλείψεις ποσοτήτων στην εσωτερική αγορά.
Μακροχρόνια μείωση της προσφοράς από τις επιχειρήσεις.
Μη αποτελεσματική κατανομή πόρων στην οικονομία.
Κίνδυνος ενίσχυσης κάποιων ισχυρών παικτών εις βάρος κάποιων μικρότερων κυρίως ελληνικών επιχειρήσεων.
Εμφάνιση του φαινομένου umbrella pricing:. Στην περίπτωση αυτή οι μέγιστες τιμές λειτουργούν ως εστιακό σημείο για τους μεταπωλητές (umbrella pricing) και ενδεχομένως να εφαρμόζονται από τους περισσότερους ή και από όλους τους μεταπωλητές ως καθορισμένες τιμές. Συνεπώς, οι τιμές πώλησης όλων των ομοειδών προϊόντων θα τείνουν στην ως άνω καθορισμένη ανώτατη τιμή, ακόμη και για ομοειδή αγαθά η τιμή των οποίων πριν την επιβολή της μέγιστης τιμής κυμαινόταν σε χαμηλότερα επίπεδα.
Εμφάνιση φαινομένων «γκρίζας» ή «μαύρης» αγοράς: Το γεγονός ότι κάποιοι καταναλωτές λόγω της έλλειψης των αγαθών δεν ικανοποιούν τις ανάγκες τους, παρότι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν υψηλότερη από την τιμή παρέμβασης τιμή, είναι πιθανό να οδηγήσει σε φαινόμενα «γκρίζας» ή «μαύρης» αγοράς, όπου τα προϊόντα πωλούνται σε τιμή αρκετά υψηλότερη από εκείνη της τιμής παρέμβασης.
Παρεμπόδιση τυχόν δομικών και διαρθρωτικών αλλαγών στην αγορά που έχουν ήδη δρομολογηθεί από την κυβέρνηση.

22. Πότε ένα κρατικό μέτρο συντελεί στην μικρότερη βλάβη;

Υπό ποιες προϋποθέσεις τυχόν απόφαση για λήψη (οποιουδήποτε) μέτρου κρατικής παρέμβασης στις τιμές πώλησης προϊόντων δύναται να δημιουργήσει τη μικρότερη δυνατή βλάβη στη διάρθρωση της αγοράς;
Τυχόν απόφαση θα πρέπει: 1) να έχει μικρή διάρκεια, 2) οι παρεμβάσεις να επανεξετάζονται περιοδικώς, 2) να οριοθετείται σαφώς η δυνατότητα της Διοίκησης για επιβολή ανώτατων τιμών σε συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες, υπό την έννοια ότι μια τέτοια παρέμβαση επιβάλλεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, και, τέλος, 3) να διασφαλίζεται ότι οι ρυθμιζόμενες οντότητες διατηρούν κίνητρα για να λειτουργούν αποτελεσματικά, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι τα κέρδη δεν είναι υπερβολικά και ότι οι οντότητες παραμένουν βιώσιμες.

23. Εναλλακτικά μέτρα για την προστασία του καταναλωτικού κοινού;

Ως εναλλακτικά μέτρα με σκοπό την προστασία του καταναλωτικού κοινού από υπερτιμολογήσεις, τα οποία συνιστούν τη μικρότερη δυνατή παρέμβαση στην αγορά είναι τα ακόλουθα:

Καθορισμός ποσοστού κέρδους ή εκφρασμένου σε απόλυτες μονάδες κέρδους επί συγκριμένων πωλουμένων ειδών ή παρεχόμενων υπηρεσιών σε επίπεδο χονδρικής και λιανικής σε επίπεδα προ της συγκεκριμένης υγειονομικής κρίσης.
Περιορισμός στην ποσότητα αγοράς ανά άτομο ανά συναλλαγή.
Δυνατότητα το κράτος να αγοράσει τα εν λόγω προϊόντα και να τα διαθέσει απευθείας στους πολίτες ως μέτρο κοινωνικής πολιτικής.
Δυνατότητα το κράτος να παράξει τα εν λόγω προϊόντα και να τα διαθέσει στους καταναλωτές ως μέσω ενίσχυσης του ανταγωνισμού στην αγορά.
Η δημοσιοποίηση κατά τακτά χρονικά διαστήματα ενός «δελτίου ακρίβειας ή υπερβολικής τιμολόγησης», στο οποίο θα δημοσιοποιούνται ορισμένες περιπτώσεις προϊόντων ή και επιχειρήσεων που τιμολογούν σε υπερβολικά υψηλό επίπεδο, με βάση αντικειμενικά συγκριτικά στοιχεία (naming and shaming).
Γενικά παροχή οικονομικών κινήτρων παρά νομοθετική ρύθμιση για την αντιμετώπιση εξωτερικών παραγόντων (επιχορηγήσεις, απαλλαγή από φόρους κλπ).

Ορισμένα από αυτά τα μέτρα δύνανται να είναι πιο αποτελεσματικά από άλλα, ανάλογα με την περίσταση και τα δεδομένα της συγκεκριμένης αγοράς.

24. Τι προβλέπει η υπ’ αριθ. 68/2020 ΠΝΠ σχετικά με την αισχροκέρδεια;

Η Κυβέρνηση, εξέδωσε πρόσφατα την με αριθ. 68/2020 ΠΝΠ σύμφωνα με την οποία, για όσο διάστημα ελλοχεύει ο κίνδυνος εξάπλωσης του κορωνοϊού (COVID-19) απαγορεύεται η συνομολόγηση ή η λήψη περιουσιακών ωφελημάτων που αφορούν την πώληση οποιουδήποτε αγαθού ή υπηρεσίας που είναι απαραίτητο για την υγεία, τη διατροφή, τη μετακίνηση και την ασφάλεια του καταναλωτή, ιδίως δε φαρμακευτικών προϊόντων, μέσων ατομικής προστασίας και προσωπικής υγιεινής, όπως χειρουργικών μασκών, αντισηπτικών υγρών και άλλων υλικών απολύμανσης. Προϋπόθεση της απαγόρευσης αυτής είναι τα ωφελήματα αυτά να υπερβαίνουν την αξία της παροχής, τόσο ώστε το μικτό περιθώριο κέρδους να είναι μεγαλύτερο από αυτό της προ της 1ης Φεβρουαρίου 2020, για τα ως άνω προϊόντα και υπηρεσίες (αρθρ. 21, ΠΝΠ 68/20.3.2020).
Αρμόδια αρχή, για τη λήψη καταγγελιών και τη διαπίστωση της ως άνω παράβασης είναι η Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων (http://www.mindev.gov.gr/)

25. Τι προβλέπει η υπ’ αριθ. 68/2020 ΠΝΠ σχετικά με τον περιορισμό της διάθεσης βασικών αγαθών;

Σύμφωνα με την προσφάτως εκδοθείσα ΠΝΠ με αριθ. 68/2020 (αρθρ.17) και για όσο διάστημα ελλοχεύει ο κίνδυνος εξάπλωσης του κορωνοϊού (COVID-19), θεσπίστηκε περιορισμός από το κράτος στη διάθεση προϊόντων απολύμανσης, αιθυλικής αλκοόλης και αντισηπτικών και η διάθεσή τους γίνεται πλέον αποκλειστικά σε μεμονωμένες συσκευασίες.
Για τα λοιπά προϊόντα, εξακολουθεί να εφαρμόζεται ο νόμος για την Προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού (με την επιφύλαξη της παρ. 3 του άρθρ.1 του ν. 3959/2011), σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύονται όλες οι συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές μεταξύ επιχειρήσεων και όλες οι αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων, οι οποίες συνίστανται στον περιορισμό ή στον έλεγχο της παραγωγής ή της διάθεσης προϊόντων και έχουν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού στην Ελληνική Επικράτεια.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, ως αρμόδια αρχή για την ορθή εφαρμογή των ανωτέρω, θα δράσει άμεσα σε περιπτώσεις περιορισμού στην παραγωγή ή διάθεση προϊόντων με αφορμή την εξάπλωση του COVID-19, εφόσον οι περιορισμοί αυτοί δε βασίζονται σε αντικειμενικούς λόγους και αντίκεινται στους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα