Με αφορμή την “Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας” στις 8 Μαρτίου, αλίευσα ένα κεφάλαιο από ένα παλιότερο κείμενό μου σχετικά με τον “Ερωτόκριτο”, το σημαντικότατο αυτό πολυσέλιδο ποίημα που χαρακτηρίζει την αυγή της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Η Αρετούσα φυλακίζεται βάναυσα ούσα βασιλοπούλα και δέχεται την απόρριψη του πατέρα με τη χειρότερη σκληρότητα και οργή καθώς και με τη βουβή συνενοχή της μητέρας της. Ο Ερωτόκριτος εξορίζεται -κατάσταση οπωσδήποτε ατιμωτική από την πρωτόγονη εποχή μέχρι και σήμερα- αλλά παίρνει τέσσερις μέρες προθεσμία, δεν τον ακουμπά κανείς ούτε με το δαχτυλάκι και προπαντός διατηρεί την αποδοχή και συμπόνια των γονέων του. Βεβαίως μένει σταθερός στην αγάπη του κι αγωνίζεται γι’ αυτήν μέχρι τέλους. Ομως δεν ξεφεύγει ούτε γραμμή από τον ρόλο του άντρα, όπως τον έχει τάξει η κοινωνία κι η εποχή του. Παίρνει την πρωτοβουλία στην ανάπτυξη της σχέσης, πολεμά, διεκδικεί κι εν τέλει φέρνει τα πάνω κάτω.
Η Αρετούσα όμως ξεφεύγει απ’ τον παραδοσιακό της ρόλο. Δεν υπομένει απλώς τη φυλακή -θα έλεγε τότε κανείς ότι επί αιώνες η μοίρα της γυναίκας ήταν να υπομένει, αλλά την επιλέγει – αρνούμενη, δεκατεσσάρων χρόνων παιδί, ένα γάμο πολιτικής σκοπιμότητας.
Ο βασιλιάς από την άλλη πλευρά, μην ξεφεύγοντας κι αυτός απ’ το δικό του συνήθη αντρικό – πατρικό ρόλο -αγαπά υπό όρους- της στέλνει αλλεπάλληλα προξενιά. Μπορεί λοιπόν η Αρετή να γίνει πάλι το «καλό παιδί»· κι όμως βροντοφωνάζει: «Κάλλιο θανάτους εκατό…» και υπομένει τα βάσανα σαν τους μάρτυρες εκείνους όπου γης και εποχής που επιλέγουν τη φυλακή ή το απόσπασμα παρά ν’ αρνηθούν την πίστη ή τις πεποιθήσεις τους.
Αν η Αντιγόνη κατά τον Σοφοκλή επιλέγει το θάνατο προκειμένου να υπερασπιστεί πατροπαράδοτες αξίες, η Αρετούσα επιλέγει το θάνατο προκειμένου να υπερασπιστεί το από δω κι εμπρός: το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να επιλέγει τον εκλεκτό της καρδιάς του, πέρα από συμφέροντα, κοινωνικές διαφορές κι επιλογές γονέων και κηδεμόνων.
Οταν απ’ την ελληνιστική και την ύστερη ρωμαϊκή περίοδο, μετά την κατάργηση της αρχαίας δημοκρατίας και κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα οι πολίτες μετατρέπονται σε υπηκόους· όταν κάθε έννοια ελευθερίας καταλύεται· όταν οι δούλοι, αλλά κι οι ελεύθεροι συνάμα πολίτες, μετατρέπονται σε δουλοπάροικους με μιαν ολιγάριθμη κάστα ευγενών ανάμεσα σ’ αυτούς και τον ηγεμόνα, τότε κάτι παράδοξο συμβαίνει στην ιστορία: Η θέση των γυναικών, οι οποίες ακόμα και στην πιο προηγμένη αθηναϊκή δημοκρατία δεν είχαν δικαιώματα (πολλές φορές ήταν πιο κάτω κι απ’ τους δούλους) μέσα απ’ την κοινή συμπόρευση και μοίρα με τους άντρες αναβαθμίζονται βήμα το βήμα μπροστά στη χαραυγή των αναγεννησιακών χρόνων. (2)
Κι επειδή ο Κορνάρος στο έργο του τίποτα δεν αφήνει ξεκρέμαστο, νομίζω πως δε θα ήταν άστοχη η σύγκριση της δυναμικής στάσης της Αρετούσας με την παρουσία – απουσία της μητέρας της.
Η βασίλισσα σ’ όλο το έργο αρθρώνει τέσσερις στίχους μοναχά όταν έπειτα από τα κονταροχτυπήματα στεφανώνει τον νέο με την καλύτερη παρουσία.
Πολύ πιο σημαντική γυναικεία μορφή είναι η νένα Φροσύνη που λειτουργεί πραγματικά σαν φυσική μητέρα: Αγαπά την Αρετούσα άνευ όρων. Προσπαθεί με ειλικρίνεια να την αποτρέψει απ’ τον επικίνδυνο δεσμό της καρδιάς της. Επιστρατεύει κάθε δυνατό επιχείρημα μέσ’ από το οπλοστάσιο της καθιερωμένης «κοινής λογικής». Της συμπαραστέκεται ωστόσο και εντέλει μοιράζεται μαζί της την τιμωρία.
Ποια είναι άραγε πιο ελεύθερη: Η φυσική μητέρα, πρώτη τη τάξει κυρία ή η φυλακισμένη δούλα; Ή, ακόμα περισσότερο η φυλακισμένη βασιλοπούλα που ενσυνείδητα υφίσταται την τιμωρία της αποκοτιάς της;
«Εγώ ’μαι νια και κοπελιά και πάλι δε φοβούμαι,
και για θανάτους εκατό τον πόθο δεν αρνούμαι».
Δεν πρόκειται για το συνηθισμένο χάσμα των γενεών εδώ· πρόκειται για την πάλη του καινούργιου ενάντια στο παλιό. Σκέφτομαι, λοιπόν, μήπως ο πιο σημαντικός ήρωας του έργου είναι η Αρετούσα, μολονότι έχει σαν τίτλο το όνομα του Ερωτόκριτου;
Αλλες αξίες διαχρονικές που προβάλλονται στο έργο είναι η παλληκαριά, η ωραιότης, η φρόνηση, η αγάπη για τη λευτεριά. Κι ακόμα η ομορφιά της φύσης και των πραγμάτων η ομορφιά. Η αδελφική και άδολη φιλία, η ανθρωπιά, η αλληλεγγύη. Κι ο Ερωτας ο ανυφαντής, ο θεός Ερωτας, ο Ερωτας, ο μικρός, ο μέγας.
Οπως έχει επισημανθεί απ’ όλους, οι αναφορές στο θρησκευτικό συναίσθημα στο έργο είναι ελάχιστες. Το δωδεκάθεο δεν εμφανίζεται πουθενά «δεν έχει η πίστη τως θεμέλιον ουδέ ρίζα» και η πίστη στ’ άστρα και στο φεγγάρι υποδηλώνει έναν ανιμιστικό – φυσιοκρατικό χαρακτήρα. Αυτό άραγε υποδηλοί άγνοια του Κορνάρου; Εχει απαντηθεί πως όχι, αφού βρίσκεται σε αρμονία με τις γνώσεις και τις φυσιοκρατικές αντιλήψεις της εποχής, κάτοχος των οποίων αποδεικνύεται ο Κορνάρος, μολονότι θρησκευόμενος.
«Ξέρει ακόμη την αριστοτελική φυσική της Αναγέννησης και ερμηνεύει μ’ αυτήν «επιστημονικά» (όχι θεολογικά) τους σεισμούς, τις βροντές, τα όνειρα. Ξέρει επίσης στοιχεία της αρχαίας και μεσαιωνικής ιατρικής για την κίνηση του αίματος… για τα δάκρυα και για την ατολμία των γερόντων… Ξέρει επίσης στοιχεία λογικής και μνημονεύει τους ψοματινούς λογισμούς, δηλαδή τους ψευδείς συλλογισμούς ή σοφίσματα του Αριστοτέλη».
(Στυλιανός Αλεξίου)
Ακόμα οι στίχοι για τον έρωτα ως συνεκτικής και γενεσιουργού δύναμης μέσα στη φύση μαρτυρούν γνώση της προσωκρατικής υλιστικής φιλοσοφίας, πιθανόν μέσω του Αριστοτέλη.
«Οχι οι άνθρωποι μοναχά, που ’χουν μιλιά και γνώση
τρέχου σε τούτο το δεντρό τσ’ αγάπης για να τρώσι·
πέτρες, δεντρά και σίδερα και ζα στην οικουμένη,
όλα γνωρίζουν και γροικού τον πόθο πως τα γιαίνει,
κι ένα με τ’ άλλο τη φιλιά κι αγάπη λογαριάζει,
κι όλα αγαπούν και πεθυμούν το πράμα που ταιριάζει».
(Ερωτόκριτος 1271 – 1276, Γ’ μέρος).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Από την εισαγωγή μου στο ημερολόγιο «ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ ΚΑΙ ΑΡΕΤΟΥΣΑ», εκδόσεις “Δωρικός”, 2003.
2. Φαίνεται ότι και ο Χριστιανισμός επενήργησε θετικά σ’ αυτά τα βήματα ως απόρροια του “ουκ ένι εν εμή άρσεν και θήλυ, ουδ’ ελεύθερος, ουδέ δούλος”, όσο κι αν φαίνεται παράξενο αφού εν τέλει και στον χριστιανισμό η γυναίκα έχει τη δεύτερη θέση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
* Στυλ. Αλεξίου, «Ερωτόκριτος», Εισαγωγή Εστία 2002.
* Στεφ. Ξανθουδίδης, «Ερωτόκριτος», έκδοσις κριτική, Α’ τόμος, Εισαγωγή ΔΩΡΙΚΟΣ 1991.
* Ν.Μ. Παναγιωτάκης, «Ο ποιητής του Ερωτόκριτου και άλλα βενετοκρητικά μελετήματα», Βικελαία Βιβλιοθήκη – Δήμος Ηρακλείου 1989.
* Λίνος Πολίτης, «Ερωτόκριτος» Εισαγωγή ΑΣΤΗΡ 1976.
* Εριχ Φρομ, «Η τέχνη της Αγάπης» εκδ. Μπουκουμάνης.
* Λύσανδρος Παπανικολάου, «Η ιστορικότητα του έρωτα» εκδόσεις Διογένης.
Δεν θα ήθελα να εχω πατέρα τον βασιλιά….. αδιαφορώ για τα πλουτη του….. εναι πολύ σκλυρος πατέρας εξωρια τον Ερωτόκριτο…,φυλακή η αρετούσα;;;;