Ο νέος νόμος 4706/2020, με τον μακροσκελή τίτλο: ”Εταιρική διακυβέρνηση ανωνύμων εταιρειών, σύγχρονη αγορά κεφαλαίου, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, μέτρα προς εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1131 και άλλες διατάξεις” ψηφίστηκε από την Ελληνική Βουλή και έχει πλέον ισχύ νόμου.
H Εταιρική Διακυβέρνηση είναι ένα θέμα που τις τελευταίες δύο δεκαετίες βρίσκεται στην επικαιρότητα διεθνώς. Παρότι δεν υπάρχει ένας καθολικός αποδεκτός ορισμός για την Εταιρική Διακυβέρνηση, η έννοια καλύπτει ένα πλήθος θεμάτων που σχετίζεται τόσο με τη διοίκηση, όσο και με τον έλεγχο μιας επιχείρησης.
Ως θέμα, η εταιρική διακυβέρνηση απασχόλησε τις εποπτικές αρχές τόσο της Αμερικής όσο και τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην Ελλάδα, το 2002 τέθηκε σε Ισχύ ο νόμος 3016/2002 όπου μέσα από τα 11 άρθρα του, προσδιοριζόταν οι σχετικές αρχές, οι υποχρεώσεις και τα καθήκοντα των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων, η οργανωτική τους δομή, διαχωρίζοντας τα μέλη για αποτελεσματικότερη διοίκηση και διαχείριση σε: (α) εκτελεστικά, (β) μη εκτελεστικά και (γ) σε ανεξάρτητα.
Οι διατάξεις του ανωτέρω νόμου, απευθύνονται σε όλες τις εταιρείες και σε υποχρεωτική εφαρμογή από τις εισηγμένες εταιρείες ή εταιρείες που ετοιμάζονται να εισαχθούν στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών. Ο νόμος είναι δομημένος σε πέντε κεφάλαια. Τα άρθρα του νέου νόμου 4706/2020 αυξήθηκαν σε 23 σε σχέση με τον προηγούμενο νόμο που αποτελείτο από 11 άρθρα.
Στο A κεφάλαιο του νόμου, που αποτελείται από δύο άρθρα καλύπτονται τα πεδία εφαρμογής του νόμου και οι Ορισμοί.
Το Β κεφάλαιο του νόμου αφορά τα θέματα του Διοικητικού Συμβουλίου. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
• στο άρθρο 3 ορίζεται η Πολιτική καταλληλότητας των μελών του «Δ.Σ»., η οποία αποσκοπεί στη διασφάλιση της συγκρότησης του Διοικητικού Συμβουλίου από τα πλέον κατάλληλα πρόσωπα. Τέτοια απαίτηση δεν αναφερόταν στον προηγούμενο νόμο. Δύο από τα αναγκαία και σημαντικά κριτήρια του νόμου αυτού αφορούν:
– Την ελάχιστη ποσόστωση ανά φύλο (συγκεκριμένα: 25% των μελών του Δ.Σ. να περιλαμβάνουν γυναίκες) και
– Την μη εμπλοκή μέλους (ή υποψηφίου μέλους) σε ζημιογόνες συναλλαγές εταιρείας με συνδεδεμένα μέρη.
• στο άρθρο 6 προσδιορίζονται τα Εκτελεστικά μέλη του Δ.Σ και οι υποχρεώσεις τους. Ο νέος νόμος επιλέγει να προβεί σε αναλυτικότερη πρόβλεψη των αρμοδιοτήτων του Διοικητικού Συμβουλίου. Μεταξύ των συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων, ιδιαίτερης σημασίας είναι:
α) Η παρακολούθηση και περιοδική αξιολόγηση του θεσμού της εταιρικής διακυβέρνησης της εταιρείας και
β) Η διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του συστήματος εσωτερικού ελέγχου που η ίδια η εταιρεία εφαρμόζει.
• Το άρθρο 7 καλύπτει τα θέματα των Μη εκτελεστικών μελών του Δ.Σ., Ο νέος νόμος διατηρεί την προϋφιστάμενη διάκριση των μελών του ΔΣ σε εκτελεστικά, μη εκτελεστικά και ανεξάρτητα. Οριοθετεί, όμως επιπρόσθετα, και τις αρμοδιότητές τους. Συγκεκριμένα:.
α) Τα εκτελεστικά μέλη: Ορίζονται υπεύθυνα για την εφαρμογή της στρατηγικής του Διοικητικού Συμβουλίου. Υποχρεούνται σε άμεση, έγγραφη, ενημέρωση των μη εκτελεστικών μελών, όταν λαμβάνουν χώρα σημαντικά εταιρικά γεγονότα.
β) Τα μη εκτελεστικά καθώς και τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη: Διαθέτουν εποπτικό ρόλο επί των εκτελεστικών. Από τη συγκεκριμένη κατηγορία μελών επιλέγεται, κατά βάση, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου.
γ) Τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη: Ο νέος νόμος στοχεύει στην ενίσχυση του ρόλου τους και στην (αληθινή) ανεξαρτησία τους. Στο πλαίσιο αυτό θεσμοθετεί περισσότερα κριτήρια εξάρτησης που, σε καμιά περίπτωση, δεν γίνεται ανεκτή η εξάρτηση για τα μέλη αυτής της κατηγορίας.
Το άρθρο 8, δια των διατάξεων του, καλύπτει τα θέματα που αφορούν τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου είναι μη εκτελεστικό μέλος. Σε περίπτωση που το Διοικητικό Συμβούλιο, κατά παρέκκλιση της προηγουμένης παρ. 1, διορίσει ως Πρόεδρο ένα εκ των εκτελεστικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, διορίζει υποχρεωτικά αντιπρόεδρο εκ των μη εκτελεστικών μελών.
Μια ακόμη καινοτομία του νέου νόμου αποτελεί η θέσπιση δύο, νέων επιτροπών του Διοικητικού Συμβουλίου που είναι: Η Επιτροπή Αποδοχών και η Επιτροπή Υποψηφιοτήτων. Σημειώνεται ότι παραμένει η Επιτροπή Ελέγχου όπως καθορίζεται από τον προηγούμενο νόμο. Ειδικότερα:
α) Η Επιτροπή Ελέγχου: Αντικείμενό της, μεταξύ άλλων, αποτελεί:
H επίβλεψη των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου της εταιρείας, η παρακολούθηση του υποχρεωτικού ελέγχου των ετήσιων και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων και ο έλεγχος της διαδικασίας επιλογής και ανεξαρτησίας των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών.
β) Η Επιτροπή Αποδοχών: Αντικείμενό της αποτελεί η επεξεργασία ζητημάτων αποδοχών. Οι προτάσεις της Επιτροπής αυτής επί ζητημάτων της Πολιτικής Αποδοχών, εισάγονται προς έγκριση στη Γενική Συνέλευση.
γ) Η Επιτροπή Υποψηφιοτήτων: Αντικείμενό της η υπόδειξη των πλέον κατάλληλων προσώπων (με βάση τα κριτήρια της Πολιτικής Καταλληλότητας) για την κάλυψη των θέσεων των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
Σημειώνεται πως το έργο των δύο τελευταίων επιτροπών είναι δυνατό να ασκείται και από μία ενιαία (Επιτροπή Αποδοχών-Υποψηφιοτήτων).
Ο νομοθέτης μέσω του άρθρου 9, που αποτελεί το τελευταίο άρθρο του Κεφαλαίου Β, εστιάζει θέματα των Ανεξαρτήτων και μη Εκτελεστικών μελών ενός Δ.Σ. Ο νέος νόμος στοχεύει στην ενίσχυση του ρόλου τους και στην (αληθινή) ανεξαρτησία τους.
Το Κεφάλαιο Γ’ του νέου νόμου εταιρικής διακυβέρνησης αφορά τις «Διατάξεις για τις Επιτροπές του Διοικητικού Συμβουλίου». Ο νομοθέτης μεταφέρει και επανασυνδέει προγενέστερες διατάξεις αναφέροντας στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 10 ότι «Η Εταιρεία διαθέτει επιτροπή ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 44 του ν. 4449/2017, επιτροπή αποδοχών, σύμφωνα με το άρθρο 11 του παρόντος και επιτροπή υποψηφιοτήτων, σύμφωνα με το άρθρο 12 του παρόντος».
Στο πλαίσιο λειτουργίας των υπόχρεων ως προς στις διατάξεις του νέου νόμου εταιρειών επιβάλλεται και η ύπαρξη Κανονισμού Λειτουργίας, που καταρτίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. Το νέο περιεχόμενό του, ωστόσο, διαμορφώνεται με περισσότερο απαιτητικό τρόπο. Ο αρμόδιος ορκωτός ελεγκτής οφείλει να επιβεβαιώνει στην Έκθεση Ελέγχου την ύπαρξη και το επικαιροποιημένο περιεχόμενό του. Αυτή είναι μια πρόσθετη υποχρέωση που επιβάλλεται στους ορκωτούς ελεγκτές, αυξάνοντας τον όγκο στοιχείων ελέγχου που ήδη είναι υποχρεωμένοι να εκτελούν.
Κανένας Κανονισμός Λειτουργίας δεν αποτελεί ζωντανό στοιχείο ενός οργανισμού χωρίς τον συνεχή έλεγχο εφαρμογής του. Ο νέος νόμος προβλέπει, για πρώτη φορά, την ύπαρξη Μονάδας Εσωτερικού Ελέγχου, κάτι που όμως οι περισσότερες εισηγμένες εταιρείες είχαν ήδη υιοθετήσει .
Ο επικεφαλής της Μονάδας Εσωτερικού Ελέγχου ορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. Οι αρμοδιότητες της Μονάδας Εσωτερικού Ελέγχου παρουσιάζονται περισσότερο διευρυμένες σε σχέση με τις αντίστοιχες της (παλαιάς) Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου.
Η Επιτροπή υποψηφίων, στόχο έχει την επιλογή και αξιολόγηση των δυνατοτήτων των υποψηφίων να γίνουν μέλη του Δ.Σ. μίας εταιρείας. Τα άτομα που θα επιλεγούν να την στελεχώσουν πρέπει να είναι έμπειρα, με βαθιά γνώση των λειτουργιών της εταιρείας.
Το Κεφάλαιο Ε’ καλύπτει τις «Διατάξεις για την ενημέρωση των Επενδυτών». Το κεφάλαιο αυτό αποτελείται από άρθρα 18 έως 23 που το κάθε ένα από αυτά κατά σειρά καλύπτει την/τις:
α) Ενημέρωση μετόχων από το Διοικητικό Συμβούλιο για τα υποψήφια μέλη του
β) Μονάδα εξυπηρέτησης μετόχων
γ) Μονάδα εταιρικών ανακοινώσεων
δ) Πιστοποίηση του Κανονισμού Λειτουργίας και της διαδικασίας παραγωγής χρηματοοικονομικής πληροφόρησης
ε) Αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών ή έκδοση ομολογιακού δανείου – Αλλαγές στη χρήση αντληθέντων κεφαλαίων
στ) Διάθεση περιουσιακών στοιχείων της Εταιρείας
Τον νόμο ερμηνεύουν και υποστηρίζουν αναλυτικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί ήδη από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Η άποψη μας είναι ότι ο νέος νόμος για την Εταιρική Διακυβέρνηση κινείται προς την ορθή κατεύθυνση. Οι ενστάσεις που έχουν διατυπωθεί είναι, ως κάποιο βαθμό, κατανοητές. Δεν είναι όμως αρκετές για αρνητική αξιολόγηση.
Οι βέλτιστες πρακτικές Εταιρικής Διακυβέρνησης σε συνδυασμό με την εφαρμογή των διατάξεων του νέου νόμου θα επιδράσουν θετικά, στην ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Ως ορκωτοί ελεγκτές ευχόμαστε η σωστή πρακτική εφαρμογή των διατάξεων του νόμου να βοηθήσουν το ελληνικό χρηματιστήριο και στην εθνική οικονομία.