Από την ώρα που ο Αµερικανός πρόεδρος Donald Trump έβαλε τον όρο fake news σην καθηµερινή συζήτηση εκατοµµυρίων πολιτών σ’ όλον το κόσµο, έφτασαν τα fake news να αναφέρονται στα πάντα και σε τίποτα ταυτόχρονα.
Στην εποχή τού µετά, η αλήθεια απέκτησε προποµπό κι έγινε αποδεκτό ότι τα αντικειµενικά γεγονότα, σύµφωνα µε το λεξικό της Οξφόρδης, έχουν µικρότερη επίδραση στην κοινή γνώµη απ’ ό,τι τα συναισθήµατα και οι προσωπικές πεποιθήσεις. Εµφανίστηκαν τα ‘‘εναλλακτικά’’ γεγονότα, θυµίζοντας αυτό που έγραφε η Arendt στις ‘‘Απαρχές του Ολοκληρωτισµού’’ το 1951, σχετικά µε το ότι το πρόβληµα δεν είναι πως το ψέµα θα περνά για αλήθεια και η αλήθεια για ψέµα, αλλά ότι καταστρέφονται τα διανοητικά εργαλεία που θα ξεχωρίσουν την αλήθεια από το ψέµα.
Στο πλαίσιο αυτό, η συµβατική δηµοσιογραφία και τα παλαιά µέσα θεωρήθηκαν διεφθαρµένα και δεµένα στο άρµα των παλιών ελίτ, την ίδια ώρα που διαµορφωνόταν µια νέα τάξη πραγµάτων, στην οποία τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης αποκτούσαν βαρύνοντα ρόλο, ανατρέποντας τα µέχρι τότε γνωστά. Στην ύστερη νεωτερικότητα, το διαδίκτυο και οι νέες τεχνολογίες αποτελούν βασικές συνιστώσες. Η εξατοµίκευση και η όλο και µεγαλύτερη αποµάκρυνση από τις σταθερές κοινωνικές ταυτότητες δίνουν στην πληροφορία έναν κυρίαρχο ρόλο στη διαµόρφωση της καθηµερινότητας µέσα από την πληροφοριοποίηση, όρος που αναφέρεται στον βαθµό που µια κοινωνία ή µια οικονοµία βασίζεται στην πληροφορία