Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Εξωτικές κουζίνες στα Χανιά

Το πάντρεμα της μεξικάνικης με την κρητική γαστρονομική κουλτούρα, η σχεδόν θρησκευτική τελετουργία γύρω από το ινδικό φαγητό, οι πάντα “μυστικές” γευστικές προτάσεις της Ασίας.
Μέσα σε ένα τρισέλιδο φιλοξενούμε τις εξωτικές κουζίνες που βρίσκουμε στα Χανιά και μαζί αναζητούμε κοινά στοιχεία, διαφορετικές αντιλήψεις, τον διατροφικό τους πολιτισμό.

Μεξικάνικη άποψη
Στην κουζίνα του ήλιου που είναι ο κοινός παρονομαστής για την Κρήτη και το Μεξικό, βασίζεται η φιλοσοφία του Matzenta – Kuzina Del Sol, του χώρου που εδώ και μερικούς μήνες ξεκίνησε στα Χανιά. Ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από το εστιατόριο είναι ο Δημήτρης Μαλανδρένης, ένας σίγουρα ανήσυχος άνθρωπος σε ό,τι έχει να κάνει με την κουζίνα και την καινοτομία. Εχοντας ζήσει 5 χρόνια στο Μεξικό και έχοντας φοιτήσει στη Εscuela de Gastronomia Mexicana βρήκε κοινά στοιχεία μεταξύ της κουζίνας του Μεξικό και της Κρήτης και αποφάσισε να τα κάνει πράξη. «Μένοντας για χρόνια στο Μεξικό γνώρισα την αυθεντική μεξικάνικη γαστρονομία, στη σχολή έμαθα για την επιρροή των Ινδιάνων, των Ισπανών, των Γάλλων που κατέκτησαν τη χώρα, των μεταναστών από το Λίβανο που έφεραν τα μπαχάρια και ανατολίτικα στοιχεία και διαπίστωσα πολλές γέφυρες και κοινά στοιχεία με την Κρήτη τόσο σε υλικά και τεχνικές μαγειρέματος. Δεν είναι μόνο το αβοκάντο και τα υποτροπικά φρούτα! Οι Μεξικάνοι μαγειρεύουν με κολοκυθοανθούς, κατσικίσια μυζήθρα, πάρα πολλή ρίγανη, δάφνη και ελαιόλαδο καθώς παράγουν λάδι στο βορειοδυτικό τμήμα της χώρας τους» μας εξηγεί ο Δημήτρης που από τον τρόπο που εκφράζεται δείχνει ότι πιστεύει πραγματικά αυτό που κάνει.
Από το “μπαρμπακόα” -ένα φούρνο που είναι χωμένος στο έδαφος- ο Δημήτρης και ο Γρηγόρης Μαρινάκης (σεφ) βγάζουν τη δίχρονη αίγα από τον Καλλικράτη που μόλις έχει ψηθεί. Στο “μπαρμπακόα” βάζουν καθημερινά βιολογικό χοιρινό και κόκορα ελευθέρας βοσκής.
«Είμαστε τίμιοι και αυτό πιστεύω ότι το εκτιμάει ο καλεσμένος μας. Οταν βρίσκουμε ντόπιο χοιρινό στα 3 ευρώ και εμείς πληρώνουμε 8,5 για το βιολογικό χοιρινό, όταν το 80% των προϊόντων μας είναι βιολογικά από τον καλλιεργητή Μιχάλη Κοτσιφάκη που παράγει για εμάς μεξικάνικες πιπεριές, καλαμπόκια και άλλα είδη, όταν προσφέρουμε δέκα διαφορετικά πράγματα και κάθε μέρα αλλάζουμε και κάτι, όταν τα ψάρια μας είναι πραγματικά ιδιαίτερα… Για όλους αυτούς τους λόγους οι άνθρωποι βρίσκουν συναίσθημα στο φαγητό» λέει ο Δημήτρης που επέλεξε να φτιάξει το χώρο του στον Κουμπέ στη συμβολή των οδών Ελύρου και Πολυρρήνιας αναβαθμίζοντας την περιοχή.
Τα σχόλια είναι θετικά για το Matzenta, ποιο είναι όμως το αρνητικό που έχει ακούσει ο ίδιος ο ιδιοκτήτης είναι η ερώτηση μας; «Ο κόσμος όταν ακούει “Μεξικάνικο” -και αυτό δεν είναι ευθύνη δική του βέβαια- έχει κατά νου το “Τεξ Μεξ” που δεν είναι η αυθεντική μεξικάνικη κουζίνα αλλά η αμερικανική εκδοσή της που έρχεται από τις νότιες ΗΠΑ. Φαχίτας, Τσιλι κον κάρνε, δεν είδα ποτέ στα 5 χρόνια που ήμουν στο Μεξικό αλλά ο κόσμος αυτά ξέρει και μερικές φορές ίσως απογοητεύεται που δεν τα έχουμε. Όμως έχουμε τόση μεγάλη ποικιλία αυθεντικών γεύσεων και τόση εναλλαγή στο μενού μας που αποκλείεται να μην βρει κάτι που θα τον συναρπάσει» απαντάει.

Γεύσεις από Ινδία
Δύο Ινδικά εστιατόρια λειτουργούν στον νομό Χανίων. Το ένα, εδώ και τρία περίπου χρόνια στην οδό Κισσάμου και το άλλο εδώ και 16 χρόνια στον Πλατανιά.

Namaste στην οδ. Κισσάμου
Λίγο έξω από την πόλη, στην οδό Κισσάμου 186, βρίσκεται το Namaste. Ηδη, το ινδικό αυτό εστιατόριο έχει σταθερή πελατεία και φίλους. Μάλιστα, ο πελάτης μπορεί να ζητήσει το φαγητό να είναι ή να μην είναι καυτερό.
Μεταξύ των γεύσεων του Namaste είναι το αρωματικό ινδικό ρύζι μπάσματι σε διάφορες γεύσεις, η πίτα ψημένη στο παραδοσιακό πήλινο φούρνο ταντούρ, κ.ά.
Ο ιδιοκτήτης του Namaste, Tarlochan (Τάσος), μας λέει ότι «ξεκινήσαμε το Μάιο του 2017. Εχουμε παραδοσιακή ινδική κουζίνα. Μαγειρεμένα όπως στο σπίτι. Επίσης μαγειρεύουμε όπως θέλει ο πελάτης. Υπάρχει η δυνατότητα να επιλέξει πόσο καυτερό θέλει το φαγητό, από καθόλου μέχρι πολύ πολύ».
Ο ίδιος μας λέει ότι στην Ελλάδα ζει 23 χρόνια από τα οποία στα Χανιά 3,5.
«Εδώ στα Χανιά ήρθα τυχαία. Πριν επιλέξω το μαγαζί αυτό έκανα μια βόλτα, πως είναι η περιοχή. Μετά ανοίξαμε. Και δεν έχουμε παράπονο. Πάμε πολύ καλύτερα».
Ακόμα σημειώνει ότι «στην αρχή ήταν λίγο δύσκολα. Ο κόσμος φοβόταν μήπως τα φαγητά είναι καυτερά». Αμεσα, όμως, έπαψε να υπάρχει αυτή η ανησυχία καθώς στα φαγητά μπήκε διαβάθμιση για το πόσο καυτερά τα θέλει ο πελάτης.
«Εχουμε το ευρωπαϊκό φαγητό με αρίθμηση από 1 μέχρι 5 και το ινδικό από 1 μέχρι 5. Ινδικά πιάτα, καυτερά όσο θέλει ο πελάτης. Και επειδή τα μαγειρεύουμε εκείνη τη στιγμή, έχει τη δυνατότητα να το επιλέξει όσο καυτερό θέλει».
Για τις γεύσεις που προτιμά ο κόσμος, ο Tarlochan αναφέρει μεταξύ άλλων το Chicken Tikka Masala, ενώ υπογραμμίζει: «Εχουμε μάγνκο με ανανά, πολλές επιλογές για τον βετζετέριαν ή βίγκαν. Εχουμε αρκετά πιάτα».
Κάποιοι έχει τύχει να του ζητήσουν συνταγές για το φαγητό.
«Μερικοί ρωτάνε πώς γίνεται. Εχω ένα πιάτο με ρύζι σαφράν με κρόκο Κοζάνης και μας ρωτάνε πώς γίνεται να είναι τόσο αφράτο», μας λέει.
Για το τι είναι το ταντούρι εξηγεί «είναι ένας πήλινος φούρνος, που δουλεύει με κάρβουνο. Εκεί ψήνουμε τις πίτες, τα κοτόπουλα».
Το Namaste φέτος, πήρε διάκριση από το Trip Advisor και από το Restaurant Guru.

“Krisna” στον Πλατανιά
Εδώ και 16 χρόνια λειτουργεί στον Πλατανά το Krisna, το πρώτο ινδικό εστιατόριο που άνοιξε στον νομό Χανίων. Το Krisna έχει σταθερή πελατεία κάθε καλοκαίρι καθώς είναι πλέον εποχιακό.
Ο ιδιοκτήτης του Stephens Lloι ζει στην Ελλάδα εδώ και 35 χρόνια.
Οπως μας λέει, «το μαγαζί υπάρχει γύρω στα 16 χρόνια στον Πλατανιά προσφέροντας ινδικό φαγητό. Το ινδικό φαγητό είναι εντελώς διαφορετικό από το ελληνικό γιατί έχει μπαχαρικά, το ψωμί που φτιάχνουμε που λέγεται Ναν και είναι ιδιαίτερο».
Στα ξεχωριστά πιάτα είναι το κοτόπουλο τίκα μασάλα, όπως και το αρνί τίκα μασάλα, το μπριάνι, το ρύζι κ.ά.
«Εχουμε -είπε- μοσχάρι, αρνί, κοτόπουλο, γαρίδες κ.λπ. και φτιάχνουμε πολύ νόστιμο φαγητό».
Στο φαγητό καθιέρωσε βαθμίδες για το πόσο καυτερό θα είναι: από 1 τσίλι μέχρι 5 και άνω.
Ο ίδιος σημειώνει ότι στην αρχή δυσκολεύτηκε αλλά μετά το Krisna καθιερώθηκε με πελάτες να έρχονται καθε χρόνο.
Για το πώς αποφάσισε να ανοίξει εστιατόριο στον Πλατανιά, εξήγησε ότι είναι παντρεμένος με Ελληνίδα «τα παιδιά μου είναι εδώ και μιας που είχα τουριστικό μαγαζί αποφάσισα να ανοίξω και εστιατόριο».
Φέτος, ωστόσο, με τα μέτρα για τον κορωνοϊό η κίνηση επηρεάστηκε πάρα πολύ.
«Ηταν χαμένη η φετινή χρονιά για όλους. Και δεν ξέρω αν θα αντέξουμε τον χειμώνα που είναι βαρύς», είπε ενώ εξήγησε «μόνο το καλοκαίρι είμαστε ανοιχτά».
Στα σχέδιά του είναι να ανοίνει μαγαζί και στην πόλη των Χανίων.

“Αγαπημένη Ασία”
Πολλοί οι φίλοι της Ασιάτικης κουζίνας στα Χανιά, πολλές και οι επιλογές για αγαπημένα πιάτα, ξεχωριστές γεύσεις, νοστιμιές από έναν πλούσιο διατροφικό πολιτισμό. Βρεθήκαμε σε εστιατόρια με κινεζική – ασιατική κουζίνα και αναζητήσαμε τη διαφορετικότητά τους.

ΣΤΟ FU ASIAN BISTRO
“Fu” στα Κινέζικα είναι το μικρό μαγαζί, έτσι και στην οδό Επιμενίδου στην παλιά πόλη, σε ένα όχι μεγάλο αλλά προσεγμένο και καλά σχεδιασμένο χώρο λειτουργεί τα δύο τελευταία χρόνια το Fu Asian Bistro, με έμφαση στην κινεζική αλλά και γενικά στην ασιατική κουζίνα. «Λάτρευα αυτήν την κουζίνα προσωπικά, μου αρέσει πάρα-πάρα πολύ και έβλεπα πως και οι Χανιώτες αλλά και οι επισκέπτες μας από το εξωτερικό το είχαν στην κουλτούρα τους, ήθελαν αυτές τις γεύσεις. Ετσι, όταν βρήκα αυτό το μικρό χώρο στην παλιά πόλη, είπα εδώ θέλω το μαγαζί μας» είναι τα λόγια της κας Αλντα Μπράιτ, της ιδιοκτήτριας του χώρου.
Η συνομιλήτριά μας, μας δείχνει τα πιάτα καθώς αυτά σερβίρονται στις παρέες που έχουν επιλέξει το αίθριο χώρο του καταστήματος. «Οι μερίδες είναι μεγάλες και χορταστικές. Εχουμε και κορεάτικα, ταϋλανδέζικα, ιαπωνικά πιάτα αλλά ειδικευόμαστε στο κινέζικο. Αν με ρωτούσατε για το πιο “δυνατό” μας πιάτο θα δυσκολευόμουν να επιλέξω: Την πάπια Πεκίνου; Τις γαρίδες με λαχανικά και διάφορες σάλτσες; Το σούσι μας που είναι πραγματικά εξαιρετικό! Είναι πραγματικά ευχάριστο όταν ακούμε από ανθρώπους να μας λένε πως “έχουμε ταξιδέψει πολύ έχουμε φάει κινέζικο σε διάφορες χώρες αλλά το δικό σας ξεχωρίζει, είναι το καλύτερό”. Αισθάνεσαι πραγματικά υπερήφανος όταν ακούς αυτές τις κουβέντες. Θα ακούσεις βέβαια και τα παράπονα από κάποιον που έχει δοκιμάσει ένα πιάτο αλλού και θέλει το ίδιο. Είναι λογικό αυτό! Οι Χανιώτες πάντως και ειδικά οι μικρές ηλικίες ενθουσιάζονται γιατί σε ένα πιάτο βρίσκουν πολλές, πολλές γεύσεις…» αναφέρει η κα Αλντα.
Ο σεφ του “Fu” o κ. Τζίμμυ είναι πολύ έμπειρος και παρουσιάζει μια πολύ μεγάλη ποικιλία από σαλάτες, ορεκτικά, κύρια πιάτα, πικάντικες νοστιμιές κ.ά.
Μαζί με τον σύζυγό της η κα Αλντα διαθέτουν άλλα δύο κινέζικα εστιατόρια στον Πλατανιά στα οποία επίσης «η απήχηση είναι πολύ μεγάλη, παρότι ειδικά φέτος λόγω της πανδημίας και εμείς είχαμε τα γνωστά προβλήματα που είχαν όλοι οι επαγγελματίες».

ΣΤΟ ΒΑΟΤΑΟ
Με “ταχυδακτυλουργικές” κινήσεις που δείχνουν επιδεξιότητα και καλή γνώση του αντικειμένου, ο Μαντσάι, ο σεφ του BAOTAO, στην οδό Κισσάμου ετοιμάζει για Rainbow (σούσι με μεγάλη ποικιλία ψαριών!) και ακολουθεί η παρασκευή ενός Salmon Tataki (ένα πολύ ιδιαίτερο πιάτο με σολωμό).
«Λειτουργούμε μόλις 3 χρόνια αλλά βλέπετε και εσείς πόσο μεγάλη απήχηση έχουμε και στις νέες ηλικίες, σε ντόπιους και σε ξένους» μας λέει η κα Φανή Δραγασιά, που μαζί με τον κ. Δημήτρη Ορφανουδάκη είναι οι ιδιοκτήτες του εστιατορίου.
Οι ίδιοι έχουν πολύ μεγάλη εμπειρία στην κινέζικη- ασιάτικη κουζίνα αφού για χρόνια ήταν οι κινητήριοι μοχλοί του Suki Yaki του παλαιότερου κινέζικου στα Χανιά.
«Είδαμε ότι υπήρχε έλλειψη σε ό,τι αφορά το συγκεκριμένο είδος στα Χανιά και για αυτό το ξεκινήσαμε. Ήταν ρίσκο να κάνεις κάτι τέτοιο μέσα στην οικονομική κρίση αλλά βρήκαμε ανταπόκριση, ο κόσμος αγκάλιασε το ΒΑΟΤΑΟ, ήθελε το διαφορετικό που δεν υπήρχε το διάστημα εκείνο και παράλληλα εμείς καλύψαμε ένα κενό που υπήρχε στην ποιότητα αλλά και στις τιμές» σημειώνει η κα Δραγασιά. Στα μεγάλα “ατού” του εστιατορίου το σούσι και όχι μόνο. «Για το σούσι ακούμε πραγματικά μόνο θετικά σχόλια και έχουμε εξαιρετικές κριτικές. Δίνουμε έμφαση στα υλικά και ο σεφ μας είναι πραγματικά εξαιρετικός έχει 30 χρόνια εμπειρία, 10 στην Κίνα και 20 στην Ελλάδα και αυτό πραγματικά φαίνεται στις γευστικές του προτάσεις» τονίζει η συνομιλήτρια μας.
Τα πιάτα του ΒΑΟΤΑΟ μπορεί να τα βρει όποιος επιθυμεί και στο σπίτι του καθώς διαθέτει και delivery.

ΣΤΟ GOLDEN WOK
Μια οικογενειακή επιχείρηση, το ασιατικό “Golden Wok”, βρίσκεται στα Κουνουπιδιανά για να ικανοποιήσει γευστικά τους επισκέπτες που επιθυμούν να δοκιμάσουν μιαν «άλλη» κουζίνα… Φύλλα ανοιγμένα στο χέρι, σάλτσες χειροποίητες, γεύσεις και συνταγές που ξεπηδούν από την Κίνα, την Ταϋλάνδη και την Ιαπωνία προσδίδουν τον παραδοσιακό ασιατικό χαρακτήρα στο εστιατόριο.
Το ’89 η οικογένεια Γαλανάκη τόλμησε να πρωτοτυπήσει ανοίγοντας στο λιμάνι το πρώτο κινέζικο εστιατόριο. Ακολούθησαν αρκετές προσπάθειες με το άνοιγμα άλλων μαγαζιών, αυτή τη στιγμή όμως -λόγω της οικονομικής κρίσης- λειτουργεί μόνο αυτό. Σε κεντρικό σημείο των ανεπτυγμένων Κουνουπιδιανών, το μαγαζί με την αυθεντική ασιατική κουζίνα, όπου κυριαρχεί το κόκκινο χρώμα, οι ασιατικές πινελιές στην διακόσμηση και οι μυρωδιές από την πλούσια σε χρώματα και αρώματα κινεζική κουζίνα σε μεταφέρουν, έστω νοερά, στην Ασία. Με μητέρα μαγείρισσα από την Ταϋλάνδη, έμοιαζε καλή ιδέα το τολμηρό άνοιγμα ενός τέτοιου μαγαζιού κι από ό,τι φαίνεται οι Χανιώτες το έχουν τιμήσει ουκ ολίγες φορές με την παρουσία τους.
Η τρέχουσα κατάσταση με τα μέτρα λόγω της πανδημίας έχει δυσκολέψει το εστιατόριο, όπως και όλη τη χώρα, καθώς έχει πέσει πολύ η κίνηση, όπως μας λέει ο νεαρός ιδιοκτήτης Γιώργος Γαλανάκης, «τρέχει» ωστόσο περισσότερο το πακέτο και βοηθά το γεγονός ότι τα Σαββατοκύριακα προσφέρει μπουφέ το μαγαζί και έτσι ο κόσμος δύναται να δοκιμάσει από μια μεγάλη ποικιλία ορεκτικών, συνοδευτικών, καθώς και σούπες, κυρίως πιάτα αλλά και σούσι και ταϋλανδέζικη κουζίνα. Αυτό που τους διαφοροποιεί, όπως μας λέει, είναι πως χρησιμοποιούν δικές τους παρασκευές στα πιάτα τους, καθώς ανοίγουν οι ίδιοι τα φύλλα για τα λαχταριστά spring rolls, αλλά και για τις σάλτσες που φτιάχνουν. «Είμαστε μια παραδοσιακή ασιατική κουζίνα, ούτε fusion ούτε τίποτα», μας εξηγεί με αυτοπεποίθηση ο πατέρας του Γιώργου, Ανδρέας Γαλανάκης, ενώ οι νέες τάσεις χαρακτηρίζονται, σύμφωνα με τον ίδιο, από μια νοοτροπία του έτοιμου και κατεψυγμένου φαγητού λόγω των οικονομικών αλλά και λόγω της απαιτητικής προετοιμασίας που χρειάζεται αν κάποιος τα παρασκευάζει μόνος του.
Συνεχίζοντας τη συζήτησή μας, μάς αναφέρει ιστορίες από άλλα παρεμφερή μαγαζιά, για το γεγονός ότι πολλά έχουν κλείσει δυστυχώς και τα περισσότερα δουλεύουν με take away και μπουφέ, έχοντας χάσει τον παραδοσιακό τους χαρακτήρα. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως το μαγαζί το επισκέπτονται και πολλοί τουρίστες, κυρίως Αμερικανοί που λατρεύουν την ασιατική κουζίνα, ενώ οι Χανιώτες “τιμούν” τη ζεστή ατμόσφαιρα και τα 100 πιάτα του μαγαζιού, από τα ρυζομακάρονα, την πάπια, μέχρι και το σούσι, ενώ τολμούν επιλέγοντας ακόμη και τα πιο καυτερά εξ αυτών, από την ταϋλανδέζικη κουζίνα.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα