«Είσαι µαϊµού ρε, µαϊµου», ακούστηκε από τις σαλταρισµένες φωνητικές χορδές, οδηγού στην οδό Γογονή, στη συµβολή της µε την οδό Αναπαύσεως, ο οποίος φρέναρε, δίχως αµφιβολία, απότοµα, µε τον κίνδυνο να πέσω στο πίσω µέρος του οχήµατος του.
Ευτυχώς η καλή απόσταση από τα µπροστινά οχήµατα που διατηρώ επισταµένως, µε έσωσε. Ένα αυτοκίνητο είχε παρενοχλήσει την πορεία του αφιονισµένου οδηγού, ο οποίος δεν ολιγώρησε και χαρακτήρισε µαϊµού τον έτερο απρόσεκτο οδηγό. Ανοίγει την πόρτα, ο έτερος, κατεβαίνει κάτω, πάει στο τζάµι του αφιονισµένου και ακολουθεί ο εξής, υπέροχος, ελληνικός διάλογος.
– Τι είπες ρε;
– Τι είπα;
– Τι είπες ρεεε;
– Τι είπα ρε, πλάκα µου κάνεις;
– Μαϊµού µε είπες;
– Τι µαϊµού; Ποιος σε είπε µαϊµού;
– Εσύ ρε. Με είπες µαϊµού, αφού σε άκουσα.
– Όχι αδερφέ µου, Μάι µου µήνα Μάι µου είπα, µε τη ζέστη που κάνει και θυµίζει καλοκαίρι.
– Σίγουρα ρε;
– Μα γιατί να σε πω µαϊµού; ∆εν έκανες τίποτα.
– Σίγουρα ρε;
– Αντρίκια πράµατα. Άλλωστε δε χρησιµοποιώ τέτοιες εκφράσεις. Πάντως αν παράκουσες και εξ αιτίας µου στεναχωρήθηκες, συγγνώµη ζητάω.
– Κανένα πρόβληµα φίλε. Παράκουσα και γι’ αυτό σάλταρα. Να ‘σαι καλά και συγγνώµη.
– Εσύ να είσαι καλά, εγώ συγγνώµη.
Σκέφτηκα πόσο πλούσια είναι η Ελληνική γλώσσα, πόσο εύκολο είναι αν τη χειρίζεσαι σωστά, να ξεφύγεις από καταστάσεις. Πόσο δε µάλλον, αν το µυαλό σου δουλεύει ως σαν είσαι µαϊµού.
-ο παρατηρητικός-
Μ.Π.ΛΑΜΠΑΘΑΚΗΣ
Με τέτοια νοοτροπία κανένα σχέδιο βιώσιμης κινητικότητας δεν μας σώζει. Όσα χρόνια και να περάσουν η νοοτροπία του μέσου Χανιώτη οδηγού δεν αλλάζει. Ο καθένας παρκάρει όπου γουστάρει, κλείνει κεντρικές οδούς, παρκάρει στα πεζοδρόμια. Και όλα αυτά με την Τροχαία ανύπαρκτη!