Τετάρτη, 13 Νοεμβρίου, 2024

φάλκονερ

Την κύρια είσοδο του Φάλκονερ -τη μοναδική είσοδο για κατάδικους, επισκέπτες και προσωπικό- τη στεφάνωνε ένας θυρεός που απεικόνιζε την Ελευθερία, τη Δικαιοσύνη και, ακριβώς ανάμεσά τους, την υπέρτατη ισχύ του Κράτους. Η Ελευθερία φορούσε σκούφια και κρατούσε δόρυ. Κράτος ήταν ο ομοσπονδιακός Αετός, που βαστούσε ένα κλαδί ελιάς και ήταν εφοδιασμένος με κυνηγετικά βέλη. Η Δικαιοσύνη ήταν συμβατική· τυφλή, ακαθόριστα ερωτική μέσα στο εφαρμοστό της φόρεμα και οπλισμένη με το σπαθί του δήμιου. Το γλυπτό ήταν μπρούντζινο, μα τον καιρό εκείνο έμοιαζε μαύρο σαν ακατέργαστος ανθρακίτης ή όνυχας. Ο Ιεζεκιήλ Φάραγκατ, καθηγητής πανεπιστημίου και πρώην ηρωινομανής εθισμένος στη μεθαδόνη, φυλακίζεται στο σωφρονιστικό ίδρυμα Φάλκονερ για τον φόνο του αδερφού του. Πίσω από την πόρτα της φυλακής, της κάθε φυλακής, ο χρόνος στερείται της μελλοντικής του διάστασης καθώς το αύριο συγκολλάται βιαίως με το σήμερα, δημιουργώντας την κάτασπρη και στατική επιφάνεια προβολής του παρελθόντος· των αναμνήσεων, των τύψεων, των απωθημένων και των λοιπών δαιμονίων, που, στην ασφάλεια της απουσίας κάθε ελπίδας, ξεπροβάλλουν και σβουρίζουν σε πλήρη αρμονία με τη φύση τους.

Ο ήρωας του Τσίβερ ανήκει στην -από κάθε άποψη- προνομιούχα πλευρά· είχε βρει τοίχο καιρό πριν καταδικαστεί, χαμένος ανάμεσα σε εξαρτήσεις και ανεξερεύνητες περιοχές της ίδιας του της ύπαρξης, αφημένος στο γενικό εγχειρίδιο διαβίωσης, δίχως καμία τροποποίηση, θεωρώντας a priori δεδομένα τα πλέον εύπλαστα χαρακτηριστικά. Με την πλάτη στην πόρτα, που του φράζει το δρόμο προς το αύριο, το οποίο ποτέ δεν λαχτάρησε πραγματικά, λόγος ικανός για να τον αντιπαθήσει κάποιος βαθιά, βλέπει τις βεβαιότητές του να καταρρέουν και τον χρόνο να έχει περάσει ανεπίστρεπτα. Εγκλωβισμένος σε ένα τεράστιο εγώ, το οποίο δεν γνωρίζει και το οποίο δεν σταματά να τον εκπλήσσει ούτε μια στιγμή, επαναδιαπραγματεύεται, έστω και με το ζόρι, κεφαλαιώδη ζητήματα της ύπαρξης, όπως η δυνατότητα στην ευτυχία, η έννοια της ελευθερίας, και η καταπιεσμένη από τις συμβάσεις σεξουαλικότητα. Ο Τσίβερ αναζητά το τέλειο αδιέξοδο, και η φυλακή μοιάζει να αποτελεί το κατάλληλο σκηνικό, που, δίχως περαιτέρω εξηγήσεις και περιγραφές, αρκεί για να προσδώσει τις συνθήκες εγκλεισμού ενός ανθρώπου σε μία κατάσταση. Η καθημερινότητα του Φάραγκατ στη φυλακή, δεν είναι παρά ένα πρόσχημα για τον συγγραφέα, η βάση πάνω στην οποία επιχειρεί, και θριαμβευτικά καταφέρνει, να προσομοιώσει την “ελεύθερη” κοινωνία, αφαιρώντας το όνειρο, αφήνοντας γυμνό ουσιαστικά το αμερικάνικο, επιτρέποντας στον αναγνώστη να βρει σημεία ταύτισης, και τελικώς εμπλοκής, σε μια ιστορία που εκ πρώτης όψεως φαντάζει μακρινή και ελάχιστα οικεία. Ο καθένας μπορεί να δώσει στη φυλακή το όνομα που θέλει, αρκεί όμως πρώτα να διακρίνει τον εαυτό του εντός αυτής, γιατί αυτό είναι το δύσκολο, η συνειδητοποίηση του εγκλεισμού· η βούληση για έξοδο, αν ποτέ εκδηλωθεί, έπεται. υ.γ. Υψηλή αμερικανική λογοτεχνία που στο μυαλό μου συγγενεύει με τις ταινίες ενός Ιταλού, του Αντονιόνι.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα