O Pedro Meyer ανήκει στη νεότερη γενιά Mεξικανών φωτογράφων. Το να ζεις και να είσαι λατινοαμερικάνος οδηγεί αναπόφευκτα προς την κατεύθυνση της στρατευμένης Τέχνης, όπου σε σύγκριση με τις παλαιότερες γενιές φωτογράφων, η προσοχή του φωτογράφου εστιάζεται στις πολιτικές παραμέτρους του θέματος, ενώ ατονεί αντίστοιχα το φορμαλιστικό ενδιαφέρον (πρβλ. π.χ. τις δομικές συνθέσεις του Edward Wheston).
Ο Μeyer θα δείξει ιδιαίτερη ευαισθησία για τις παρατηρούμενες ραγδαίες αλλαγές στη ζωή των ιθαγενών ινδιάνων που αν και γαλουχημένοι παραδοσιακά σε ένα περιβάλλον σκληραγώγησης και μαθημένοι στην αυτάρκεια και τη σπαρτιατική ζωή, τείνουν στη σύγχρονη εποχή να απεμπολήσουν τις ηθικές τους αξίες στο βωμό του ωφελιμισμού και του κέρδους, υπακούοντας πειθήνια στις βουλές και στις αρχές μιας αδηφάγους καταναλωτικής κοινωνίας, η οποία με αιχμή του δόρατος το χρήμα καθιστά ακόμη και αυτούς τους τελευταίους θεματοφύλακες των αρχέγονων αμερικανικών παραδόσεων άβουλα όντα και υποχείρια των απανταχού καταναλωτικών σειρήνων (π.χ. της τηλεόρασης που ως γνωστόν αποβλακώνει τον σύγχρονο άνθρωπο με τρόπο σαρωτικό). Ετσι, η εν λόγω φωτογραφία του Meyer φανερώνει το ζωηρό εθνολογικό ενδιαφέρον του φωτογράφου για τις τοπικές παραδόσεις που σβήνουν, γεγονός που καθιστά πολλές από τις λήψεις του ως ένα είδος κοινωνιολογικής μελέτης των ανθρώπων των κατώτερων στρωμάτων και των ραγδαίων αλλαγών που έχουν επιφέρει στην καθημερινότητά τους αλλά και στο χαρακτήρα τους οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις.