8.4 C
Chania
Δευτέρα, 24 Φεβρουαρίου, 2025

Φανταστικό μουσείο

Eντός της καλλιτεχνικής διαδρομής του Σάντρο Μποτιτσέλι η δεκαετία του 1480 είναι άρρηκτα συνδεδεμένη πρωτίστως με τις μεγάλες μυθολογικές δημιουργίες που έμελλαν να εξασφαλίσουν στον ιδιοφυή Φλωρεντινό μια περίοπτη θέση στο πάνθεον των ιερών τεράτων της αναγεννησιακής τέχνης. Την ίδια περίοδο ο καλλιτέχνης θα αναλάβει να διεκπεραιώσει μια σειρά θρησκευτικών παραγγελιών, ικανοποιώντας έτσι τις απαιτήσεις ενός ραγδαία αυξανόμενου και άκρως ανταγωνιστικού φιλότεχνου αγοραστικού κοινού.
Η “Παναγία Μπάρντι” αποτελεί μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση. Ο Μποτιτσέλι θα ζωγραφίσει τη λατρευτική αυτή εικόνα στα 1484 κατόπιν παραγγελίας του Τζιοβάνι ντ’ Ανιολο Μπάρντι (Giovanni d’ Agnolo Bardi), ο οποίος είχε υπάρξει προϊστάμενος του τραπεζικού υποκαταστήματος των Μεδίκων στην πόλη του Λονδίνου και ο οποίος μετά από είκοσι χρόνια παραμονής στην αγγλική πρωτεύουσα είχε μόλις επιστρέψει στη γενέτειρά του. Το έργο προοριζόταν να διακοσμήσει το ταφικό παρεκκλήσι της οικογενείας των Μπάρντι στην εκκλησία του Αγίου Πνεύματος (Santo Spirito) στη Φλωρεντία, του οποίου η κατασκευή είχε περατωθεί στα 1482 βασισμένη πάνω σε σχέδια του περίφημου αρχιτέκτονα Μπρουνελέσκι (Brunelleschi).
Το έργο απεικονίζει την ένθρονη Παναγία με το Θείο Βρέφος πλαισιωμένη από τον Ιωάννη τον Ευαγγελιστή και τον Ιωάννη το Βαπτιστή που έχει λάβει ως πολιούχος της πόλης της Φλωρεντίας την τιμητική θέση στα δεξιά της Παρθένου. Η επιλογή των συγκεκριμένων αγίων σίγουρα δε θα πρέπει να υπήρξε τυχαία, λαμβάνοντας υπόψιν ότι ο παραγγελιοδότης Τζιοβάνι Μπάρντι έφερε και ο ίδιος το όνομά τους. Ο Βαπτιστής είναι εύκολα διακριτός, τόσο από το σήμα κατατεθέν του, την προβιά αρνιού που φέρει, όσο και από το σκεύος που κείται παραιτημένο στα πόδια του και το οποίο παραπέμπει στο μυστήριο της Βάπτισης. Ο Ευαγγελιστής αντίθετα απεικονίζεται κατά το σύνηθη τρόπο με πλούσια μακριά λευκή γενειάδα και με τα χέρια του να κρατούν μια γραφίδα και ένα βιβλίο, παραπέμποντας στη συγγραφική δραστηριότητα που τον χαρακτηρίζει.
Εντύπωση προκλαλεί ότι η σκηνή διαδραμτίζεται σε έναν καταπράσινο παραδείσιο κήπο στον οποίο ευδοκιμούν πλήθος φυτών και λουλουδιών. Ο θεατής ανακαλεί αβίαστα στη μνήμη του την από βοτανολογικής απόψεως εξίσου εντυπωσιακή και σε ό,τι αφορά τη χρονολογία σχεδόν σύγχρονη σύνθεση της “Primavera” επίσης του Μποτιτσέλι. Ταυτόχρονα η παρουσία τόσο πολλών διαφορετικών φυτών και λουλουδιών βρίσκει την εξήγησή της και στα κρυφά νοήματα και τους συμβολισμούς που αποδίδονταν σε πολλά από αυτά κατά την εποχή της δημιουργίας του έργου και αποβλέπουν στην εξύμνηση με αλληγορικά μέσα της Θεοτόκου. Ετσι π.χ. τα ρόδα που γεμίζουν τις πιατέλες στο φόντο πίσω από τον θρόνο της Παναγίας ανακαλούν τη ρήση «Οπως ένα ρόδο στην Ιεριχώ», τα κλαδιά ελιάς στα τσίγκινα βάζα πίσω τους το ρητό «Οπως ένα όμορφο ελαιόδεντρο στον ανοιχτό κάμπο», ενώ τέλος τα άνθη λεμονιάς που πλαισιώνουν το έργο στο άνω δεξί και αριστερό άκρο παραπέμπουν στην εξίσου κολακευτική παρομοίωση «Ψηλός όπως ένας κέδρος του Λιβάνου». Η απορία που εύλογα μπορεί να προξενηθεί για την αντικατάσταση στο έργο του κέδρου με τη λεμονιά δύναται να εξηγηθεί πάνω στη βάση της σύγχυσης που επικρατούσε κατά την Αναγέννηση σχετικά με τα δύο αυτά δέντρα, σύγχυση που είχε τις ρίζες της στην αμφιλεγόμενη, διττή ερμηνεία της λατινικής λέξης cedrus που στα ιταλικά μπορούσε να μεταφραστεί είτε με τον ένα έιτε με τον άλλο τρόπο.
Στην περίπτωση της “Παναγίας Μπάρντι”, τυγχάνει μάλιστα να γνωρίζουμε και τα οικονομικά μεγέθη της σημαντικής αυτής παραγγελίας ενός Φλωρεντινού πατρικίου προς τον πιο ταλαντούχο ζωγράφο της εποχής του. Ετσι από αρχειακές πηγές είναι γνωστό ότι το έργο είχε κοστίσει συνολικά 78 φλορίνια, εκ των οποίων η καθαρή προσωπική αμοιβή του Μποτιτσέλι είχε υπάρξει 35 φλορίνια (με τις μηνιαίες απολαβές ενός ανειδίκευτου εργάτη στη Φλωρεντία της εποχής να ανέρχονται σε 2(!) φλορίνια) και με το υπόλοιπο του ποσού να καλύπτει τη χρήση του χρυσού (38(!) φλορίνια) και των λοιπών υλικών κατασκευής του πίνακα. Τα νούμερα αυτά δε καθιστούν μονάχα καταφανές το εύρρωστο οικονομικό υπόβαθρο του παραγγελιοδότη, αλλά αποδεικνύουν ότι ο Μπάρντι, όπως και πολλοί άλλοι Φλωρεντινοί αριστοκράτες σε άλλες περιπτώσεις άλλωστε δεν ήταν διατεθειμένος να φεισθεί χρημάτων προκειμένου να αποκτήσει ένα έργο που θα διαιώνιζε το όνομα της οικογενείας του στο διηνεκές. Η ομόφωνη αναγνώριση της “Madonna Bardi” από την έρευνα ως ένα από τα αριστουργήματα της ώριμης περιόδου του Μποτιτσέλι, δικαιώνει ετεροχρονισμένα τον Φλωρεντινό ευγενή για την επιλογή του αυτή.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα