“Quisquis huc accedis: quod tibi horridum videtur mihi amoenum est; si placet, maneas, si taedet abeas, utrumque gratum” (Προς κάθε επίδοξο επισκέπτη: Ό,τι σου φαίνεται τραμακτικό, μου είναι ευχάριστο. Αν σε ευδαιμονεί, μείνε, αν σου προκαλεί ανία, φύγε: Και τα δύο μου είναι εξίσου ευχάριστα). Με αυτήν την τυπική για μια αναγεννησιακή βίλλα «εισιτήριο πρόσκληση», χαραγμένη με λατινικούς χαρακτήρες σε μια μαρμάρινη επιγραφή, υποδέχεται η βίλλα Φαρνεζίνα τους επίδοξους επισκέπτες της. Ο επιθετικός προσδιορισμός «Φαρνεζίνα» παραπέμπει στο γεγονός ότι η βίλλα μετά το θάνατο του αρχικού κατόχου της έμελλε να εμπεριέλθει στην ιδιοκτησία της οικογενείας των Φαρνέζε. Το παραπλανητικό στην περίπτωση αυτή όνομα, κρατά ερμητικά κλειστό το ερμάρι με τα μυστικά γύρω από το «πικάντικο» ιστορικό υπόβαθρο της δημιουργίας του διάσημου αρχιτεκτονήματος και των εξίσου διάσημων τοιχογραφιών του από τα χέρια του Ραφαήλ και των μαθητών του.
Η βίλλα Φαρνεζίνα, έργο του σιενέζου αρχιτέκτονα Μπαλντασσάρε Περούτσι (Baldassare Peruzzi), ο οποίος και την ολοκλήρωσε στα 1509, θα υπάρξει η επίσημη οικία μιας έτερης σημαίνουσας προσωπικότητας καταγόμενης από την ίδια πόλη της Τοσκάνης, του περιβόητου Αγκοστίνο Κίτζι (Agostino Chigi). Ο Αγκοστίνο, που έζησε και έδρασε στο πρώτο ήμισυ του 16ου αιώνα είχε υπάρξει παπικός τραπεζίτης, διατηρώντας στενές σχέσεις με τον πάπα Λέοντα Ι’ των Μεδίκων. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται συν τοις άλλοις και από την παρουσία του τελευταίου συνοδεία δώδεκα καρδιναλίων στη μεγάλη φιέστα που ο Κίτζι έμελλε να οργανώσει στη βίλλα στα 1519 με αφορμή τον εορτασμό της ένωσής του με τα δεσμά του γάμου με την εκλεκτή της καρδιάς του Φρατζέσκα Ορντεάσκι (Francesca Ordeaschi). Ο ματαιόδοξος, επιδειξιομανής και επιρρεπής στα σκάνδαλα παπικός θησαυροφύλακας που δεν έχανε πάσα δοθείσα ευκαιρία για να προκαλέσει αίσθηση στους αριστοκρατικούς κύκλους (υπερ)τονίζοντας τον πλούτο και την υψηλή κοινωνική του θέση (λέγεται, ότι κατά τη διάρκεια ενός δείπνου που είχε παραθέσει σε μια λότζια που έβλεπε προς τον Τίβερη, είχε διατάξει τους υπηρέτες να πετούν τα σερβίτσια στο ποτάμι, έχοντας ταυτόχρονα προνοήσει όμως με τη χρήση κατάλληλα διαμορφωμένων διχτυών, για τη μεταγενέστερη περισυλλογή των πανάκριβων ασημικών) θα αναθέσει στους πλέον διάσημους ζωγράφους της εποχής προεξάρχοντος του Ραφαήλου να διακοσμήσουν τη βίλλα με ένα εικονογραφικό πρόγραμμα, εντός του οποίου το ερωτικό στοιχείο κατείχε κομβική σημασία. Στο ισόγειο οι νωπογραφίες εμπνέονταν από την ιστορία της μυθικής συνεύρεσης του έρωτα και της ψυχής, όπως αυτές περιγράφονται στο «Χρυσό Όνο» του Απουλήϊου.
Συνεχίζεται