10.4 C
Chania
Τετάρτη, 19 Φεβρουαρίου, 2025

Φαπ

» Jim Dodge (µτφρ. Αντώνης Καλοκύρης, εκδόσεις Κυψέλη)

Μια ξεχωριστή θέση στην αναγνωστική µου καρδιά έχουν τα βιβλία εκείνα που λόγω µεγέθους µου κάνουν παρέα κάτι κυριακάτικα πρωινά, τότε συνήθως απλώνεται µπροστά µου ένα διάστηµα κατάλληλο για απερίσπαστη ανάγνωση και το µέγεθος τους επιτρέπει µια ανάγνωση χωρίς αναβολές για το επόµενο χρονικό κενό, µια ενιαία εµπειρία, µια και έξω. Η ποσότητα είναι κάτι που εύκολα µπορεί µε ασφάλεια να υπολογιστεί, η ποιότητα, ωστόσο, µένει να αποδειχτεί και να καθορίσει το σύνολο της εµπειρίας.

Μια από τις ισχυρότερες παρανοήσεις, πηγή διαξιφισµών και παρεξηγήσεων, είναι η διάκριση µεταξύ απλότητας και απλοϊκότητας. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγµα, λόγω του βραβείου Νόµπελ, αποτελεί η περίπτωση της Ανί Ερνό. Γράφει πολύ απλά, λένε οι διαφωνούντες ως προς τη λογοτεχνική αξία του έργου της• λες και αυτό είναι κάτι απλό, απαντούν µε διάθεση για παιχνίδι µε τις λέξεις οι απέναντι. Αγαπάµε λυσσαλέα την απλότητα στη γραφή, όσο και αν η αδρεναλίνη που εκ της συγγραφικής φιλοδοξίας πηγάζει µας γοητεύει.

Το Φαπ, µε το πανέµορφο εξώφυλλο, αυτόµατα µε την κυκλοφορία του πήρε θέση ανάµεσα στα υποψήφια για ανάγνωση κάποιου χειµερινού πια κυριακάτικου πρωινού. Λόγω µεγέθους. Συγκεκριµένες, πόσο µάλλον υψηλές, λογοτεχνικές προσδοκίες δεν είχα, αλλά κανείς δεν επιθυµεί να προσθέσει µια ακόµα απογοήτευση σε µια µέρα όπως η Κυριακή και µάλιστα στην έναρξή της. Ο χωροχρόνος σκιαγραφεί τον αναγνωστικό ορίζοντα. Τι και αν ήταν τελικά ένα βράδυ µιας κουρασµένης Παρασκευής; Καµία σηµασία δεν έχει, η ανάγκη ήταν συγκεκριµένη και παρούσα.

Μετά από µια σύντοµη αναδροµή στη βιογραφία παππού και εγγονού, ο Ντοτζ µας αφηγείται µε απλότητα µια όµορφη, γλυκόπικρη παρότι φαινοµενικά µόνο γλυκιά, ιστορία, µε µια διάθεση αρκετά παιγνιώδη, που ωστόσο έχει ρίζες και κάτω από την ορατή επιφάνεια. Ο παππούς µε τη ροπή στον τζόγο, που ένας Ινδιάνος του έδωσε κάποτε τη συνταγή για ένα ουίσκι µε σχεδόν απόλυτη περιεκτικότητα σε αλκοόλ και εκείνος το µεταλαµβάνει καθηµερινά σε ικανή ποσότητα, θα ανοίξει τις πόρτες για τον ορφανό εγγονό του, µε τη µανία του να σχεδιάζει και να κατασκευάζει φράχτες. Μια πάπια, που έσωσαν από βέβαιο θάνατο, θα προστεθεί στα µέλη αυτού του σπιτικού.

Από τις πρώτες σελίδες κιόλας θυµήθηκα το τελευταίο µυθοπλαστικό έργο του Τοµ Ρόµπινς, Μπι όπως µπίρα.

Σύντοµη παρέκβαση που ωστόσο θα µε φέρει πίσω στο βιβλίο του Ντοτζ. Για χρόνια πίστευα πως τα βιβλία του Ρόµπινς είναι αστεία, συναισθηµατική αφέλεια και περιορισµένη γνώση του τριγύρω ζόφου, η ασφάλεια της παιδικής ηλικίας. Λίγο πριν την αναγνωστική µου ενηλικίωση, ξαφνικά και χωρίς πρότερη συνειδητή επεξεργασία, συνειδητοποίησα πως το κωµικό ήταν απλώς ένα πέπλο, ένας παραµορφωτικός φακός της πραγµατικότητας, ένα απαραίτητο δεκανίκι για την περιδιάβαση του κόσµου, µια ζώνη προστασίας από την πτώση στο πηγάδι της απελπισίας. Θα έβαζα και τον Βόνεγκατ σε αυτή την κατηγορία, αλλά εκείνος είχε έγκαιρα κάνει δήλωση προθέσεων κυκλοφορώντας το Σφαγείο νούµερο πέντε. Τέλος παρέκβασης.

Η πεποίθηση πως σηµασία έχει ο τρόπος που κανείς αφηγείται µια ιστορία είναι τόσο κλισέ που αποτελεί µια απόλυτη αλήθεια, ίσως τη µόνη χωρίς εξαιρέσεις, όχι µόνο γιατί οι ιστορίες έχουν στο σύνολό τους ειπωθεί ξανά και ξανά στη ροή του ποταµού, αλλά γιατί επιβεβαιώνεται ξανά και ξανά µέσα από βιβλία όπως το Φαπ. Πριν συνεχίσετε την ανάγνωση, αναλογιστείτε για µια στιγµή την παρουσία του The Straight story στη φιλµογραφία του Ντέιβιντ Λιντς.

Επιστροφή στο Φαπ και µετράµε κινδύνους: η αναχωρητική λογοτεχνία που δεν συνοµιλεί µε τον τριγύρω κόσµο, αλλά και η ρεαλιστική, το µάλλον αντίθετό της, που εγκλωβίζεται σε αυτόν και στερείται λογοτεχνικότητας. Ο Ντοτζ πατάει και στις δύο πλευρές, παρότι ίσως ο αναγνώστης διακρίνει, µπουχτισµένος από φρίκη, µόνο την πρώτη, ο ρεαλισµός παραµένει εν πολλοίς καµουφλαρισµένος πίσω από στρώσεις µιας φαινοµενικής και σίγουρα εκτός κλίµατος αφέλειας. Μετράµε ακόµα: τον διδακτισµό, το δάκτυλο που δείχνει, πρόσφορο έδαφος στη σχέση ενός ηλικιωµένου µε ένα παιδί. Άµεση απόρροια: η σοβαροφάνεια, να πάρουν στα σοβαρά ο συγγραφέας, ο αφηγητής και οι χαρακτήρες τον εαυτό τους. Ακόµα έναν: τη διάθεση για παραβολικότητα µε κρυµµένα µηνύµατα. Αλλά και: τον εγκλωβισµό στο αστείο. Μετρήσαµε ήδη: την απλοϊκότητα.

Αλεξικέραυνο που συνήθως κρατά µακριά τους παραπάνω κινδύνους: το παιχνίδι, όπως το αντιλαµβάνονται τα παιδιά. Έτσι γράφει ο Ντοτζ, όπως τα παιδιά παίζουν.

Οι συγγραφικές προθέσεις, έστω και µε την πιθανότητα υποκειµενικής και άστοχης διάκρισής τους, η ικανοποίηση ή όχι αυτών, αποτελούν ένα κριτήριο πρόσληψης και κρίσης του εκάστοτε βιβλίου. Ο Ντοτζ µοιάζει να θριαµβεύει σε αυτό, έχοντας, κατά την κρίση µου πάντα, γράψει το βιβλίο που ήθελε να γράψει, το βιβλίο που από τις πρώτες κιόλας σελίδες έδειξε πως θέλει να γράψει. Πάµε ένα κλισέ, δεύτερη φορά στο ίδιο κείµενο: δεν είναι απλό να γράψεις απλά, πόσο µάλλον να αποποιηθείς δύο ρόλους, εκείνον που µε τη σειρά του επισηµαίνει πόσο χάλια είναι ο κόσµος, αλλά και εκείνον που καθησυχάζει και προτρέπει: δείτε τη φωτεινή πλευρά, εστιάστε στο καλό, επενδύστε σε θετική ενέργεια, µην αγχώνεστε, φωνάξτε µπροστά στον καθρέφτη: είσαι υπέροχος.

Θέλει ο Ντοτζ να εκτρέψει τη ροή του λογοτεχνικού ποταµού προς νέες κορυφές; Όχι. Είναι κακό αυτό; Όχι. Το ασκί µε τα κλισέ µοιάζει έτοιµο να εκραγεί σκορπίζοντας χιλιάδες θραύσµατα ολούθε.

Γιατί πρέπει κανείς να αναρωτιέται διαρκώς και επανειληµµένως κάτι τέτοιο; Ίσως γιατί η ψυχαγωγία έχει από καιρό εξοβελιστεί από το µπουκέτο µε τα λουλούδια που ο καθένας µας, στην εποχή της ατοµικότητας, νιώθει την υποχρέωση να γυρέψει και µε προσοχή να µαζέψει. Η λογοτεχνία δεν θα µπορούσε να γλιτώσει από αυτό το µηδέν ένα. Πάµε πάλι: η σοβαροφάνεια, που δεν είναι µάστιγα µόνο ανάµεσα στους δηµιουργούς αλλά και στους δέκτες.

Το Φαπ παρότι δεν θα αλλάξει τον τρόπο µε τον οποίο διαβάζει κανείς ίσως καταφέρει να πετύχει ένα καίριο πλήγµα στη διχρωµία, είτε του ερέβους της πραγµατικότητας, είτε της φωτεινότητας της αφέλειας και, ας µη γελιόµαστε, του προνοµίου. Πάµε µια τελευταία φορά: το να είναι κάτι αστείο δεν του στερεί a priori την επαφή µε την πραγµατικότητα, ένα µπούνκερ είναι η λογοτεχνία και όσοι γυρεύουν καταφύγιο και κρυψώνα σε αυτό µια χαρά γνωρίζουν πως τριγύρω µαίνεται πολυποίκιλος πόλεµος, δεν κάνουν καν πως δεν ξέρουν, παίρνουν απλά τις απαραίτητες ανάσες για να συνεχίσουν.

Ήταν ένα όµορφο βράδυ Παρασκευής αυτό.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα