Το φίλο σου να δέχεσαι, με όλα τα τρωτά ντου,
σημεία κι ελαττώματα, που σερν’ η εντουρά ντου.
Όπως και κείνος φυσικά, να δέχεται εσένα,
με τα στραβά κι ανάποδα, δικά σου δεδομένα.
Αλλιώς να διακόψετε, ντελόγγο τη φιλία σας,
αφού δεν την αντέχετε, πλέον στην αγκαλιά σας.
Των φίλων τα αισθήματα, αν δεν είν’ αμοιβαία,
η ρήξη τση λυκοφυλιάς, λογίζεται βεβαία.
Για τούτο με τσι φίλους σου, κοίταζε να σ’ εντάξει,
κανείς να μη βρεθεί ποτέ, δικός σου να σε κράξει.
Φιλία λέξη ιερή, απ’ τα παλιά τα χρόνια,
που από τους γεννήτορες, περνάει στα εγγόνια.
Δείγμα τρανό της ανθρωπιάς και λεβεντιάς τση Κρήτης,
που στέκιεται αιώνια, όπως κι ο Ψηλορείτης.
Ο τόπος που γεννήθηκε, ο Ξένιος ο Δίας,
σαν πουκαμίσα τη φορεί, κατάσαρκος μανδύας.
Γιατί η άδολη φιλιά, έχει τιμή και μπέσα,
στο αίμα μας κυκλοφορεί, στα σωθικά μας μέσα.
Όποιος από τη ζήλια ντου, φίλους πα ‘να χωρίσει,
φωτιά να πεσ’ εξ’ ουρανού και να τον τσουρουφλήσει.
Να καταλάβει και να δει, φιλία τι σημαίνει,
ατόφια κι ολοκάθαρη κι από τσι δυο δοσμένη.
Για να κοιτάξει και αυτός, φίλο καλό να κάνει,
που θα σταθεί για χάρη ντου, στου τουφεκιού την κάνη.