«Το αρνητικό πειραματόζωο για την κρίση, που ήταν η Ελλάδα, μπορεί να αποδειχθεί πολιτικό εργαστήρι για τις αλλαγές στην Ευρώπη», υπογραμμίζει ο Νίκος Φίλης, στον απόηχο του αποτελέσματος του βρετανικού δημοψηφίσματος, σε συνέντευξή του χθες στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Ο υπουργός Παιδείας, Ερευνας και Θρησκευμάτων σημειώνει ότι αν υπάρξει επιμονή της Ε.Ε. στο μοντέλο της λιτότητας και της ανεργίας τότε το μέλλον της Ευρώπης είναι δυσοίωνο.
Mεταξύ άλλων, ασκεί κριτική στον πρόεδρο της ΝΔ, αναφέροντας ότι ο νεοφιλελευθερισμός που πρεσβεύει είναι εις βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. «Αυτή η πολιτική του κ. Μητσοτάκη δυσκολεύομαι να φανταστώ ότι μπορεί να κερδίσει την πλειοψηφία του ελληνικού λαού» σχολιάζει.
Ο υπουργός Παιδείας σημειώνει ότι «θέλουμε ένα σχολείο ποιότητας και ισότητας και όχι ένα σχολείο με μαθητές – πελάτες». Τονίζει ότι έχουν ληφθεί μέτρα για την εξασφάλιση των πιστώσεων, ώστε «να έχουμε φέτος από την πρώτη ημέρα του σχολικού έτους το αναγκαίο προσωπικό, πέρα από το μόνιμο και αναπληρωτές, περίπου 20 χιλιάδες αναπληρωτές».
Ο υπουργός, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι είναι ώριμο και αναγκαίο να συζητήσουμε τις σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους, ότι ο προσδιορισμός των ρόλων τους είναι αναγκαίος και επωφελής και για τις δύο πλευρές και πως γι’ αυτό χρειάζεται διάλογος ανάμεσά τους.
• Υπουργέ, με αφορμή το Brexit η κυβέρνηση τονίζει την αναγκαιότητα για αλλαγή πορείας στην Ευρώπη και επιδιώκει να πρωταγωνιστήσει στη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού μετώπου προοδευτικών δυνάμεων. Εκτιμάτε ότι είναι εφικτό να επαναπροσεγγίσει η Ε.Ε. τις ιδρυτικές αξίες της ή μήπως η απάντηση της Γερμανίας θα είναι η εντονότερη επιμονή στο υπάρχον μοντέλο της δημοσιονομικής λιτότητας;
Είναι αναγκαίο. Διότι εάν δεν υπάρξει μία επανίδρυση της Ευρώπης στη βάση των αξιών της Δημοκρατίας, της κοινωνικής αλληλεγγύης, του σεβασμού του περιβάλλοντος και της κοινωνικής αναδιανομής, αν δηλαδή υπάρξει μία επιμονή στο μοντέλο της λιτότητας, της ανεργίας και της ασυδοσίας των αγορών, τότε το μέλλον της Ευρώπης είναι δυσοίωνο.
Η επαναθεμελίωση, όμως, της Ευρώπης σημαίνει νέους πολιτικούς συσχετισμούς καθώς και τη δυνατότητα των κοινωνικών διεργασιών να αποτυπωθούν στη διαμόρφωση αυτών των νέων πολιτικών συσχετισμών. Σημαίνει να αποκρουστεί η απειλή της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, που ψαρεύει στα θολά νερά της κοινωνικής δυσαρέσκειας και να επιστρέψει η πολιτική ως ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και όχι ως υποχείριο των αγορών. Μία τέτοια διαδικασία προϋποθέτει αλλαγές σε ολόκληρη την Αριστερά, με ιδιαίτερη βεβαίως προτεραιότητα στον χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας. Οι εξελίξεις στην Ευρώπη έχουν δείξει τα όρια και τους κινδύνους από τη σοσιαλφιλελεύθερη συναίνεση. Νομίζω ότι οι εκλογές στη Γερμανία του χρόνου τον Σεπτέμβριο δείχνουν έναν ορίζοντα για τις αναγκαίες επανατοποθετήσεις στον χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας. Από θέσεις ιδεολογικής και πολιτικής αυτονομίας, η ριζοσπαστική Αριστερά, ιδιαίτερα ο ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο σε συγκλίσεις και επανατοποθετήσεις στον χώρο της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Ολα αυτά θα τα δούμε στο συνέδριό μας τον Οκτώβριο. Με μια έννοια το αρνητικό πειραματόζωο για την κρίση, που ήταν η Ελλάδα, μπορεί να αποδειχθεί πολιτικό εργαστήρι για τις αλλαγές στην Ευρώπη.
• Το ΚΚΕ διαχρονικά τάσσεται υπέρ της απλής και ανόθευτης αναλογικής. Ωστόσο, από τις δηλώσεις του Δημήτρη Κουτσούμπα διαφαίνεται ότι θα καταψηφίσει την κυβερνητική πρόταση λόγω της διατήρησης του ορίου του 3%. Πώς το σχολιάζετε;
Θα δούμε ποια θα είναι η τελική στάση του ΚΚΕ. Πρόκειται για μία ιστορική ευκαιρία να προχωρήσουμε σε ένα σταθερό βήμα για την απλή αναλογική και νομίζω ότι τα προσχήματα δεν πρέπει να επιστρατευθούν από το χώρο της Αριστεράς.
Γιατί το 3%; Κατά τη γνώμη μου το 3% είναι αναγκαίο διότι θα αποτραπούν φαινόμενα θρυμματισμού του πολιτικού συστήματος σε προσωποπαγή κόμματα, τα οποία με μοχλό οικονομικά συμφέροντα και μιντιακές υποστηρίξεις μπορεί να αποδειχθούν κόμματα – εκβιαστές. Φανταστείτε με ένα 0,3% να έχει κάποιος εκπροσώπηση με έναν βουλευτή και με την απλή αναλογική να είναι αναγκαία η σύμπραξή του. Γι’ αυτό, λοιπόν, πρέπει να προνοήσουμε να υπάρξει με την απλή αναλογική εκπροσώπηση όλων των πολιτικών ρευμάτων, αλλά πρέπει να αποφύγουμε, επαναλαμβάνω να διευκολύνουμε την εμφάνιση στη χώρα μας κομμάτων-εκβιαστών.
• Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θεωρεί δεδομένη τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις επόμενες εκλογές όποτε κι αν γίνουν. Ποια είναι η άποψή σας για την πολιτική προσωπικότητα του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας;
Πρώτα – πρώτα «μηδένα προ του τέλους μακάριζε». Οι κάλπες αναδεικνύουν τους νικητές. Πολλές φορές βιάστηκε και διαψεύστηκε η Νέα Δημοκρατία. Το δεδομένο είναι ότι έχουμε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις από πέρσι μέχρι φέτος, και στις τρεις έχει κατοχυρωθεί όχι απλώς η πλειοψηφία και η επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ έναντι του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας.
Το πρόβλημα με τον κ. Μητσοτάκη, που είναι ένας νέος πολιτικός και από μία πολιτική οικογένεια, είναι ότι αυτά που πρεσβεύει, δηλαδή ο νεοφιλελευθερισμός, είναι εις βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Συνεπώς δεν είναι θέμα προσωπικό, είναι θέμα πολιτικών επιλογών. Σας θυμίζω ότι είναι αυτός που προχώρησε το πρόγραμμα των απολύσεων στον δημόσιο τομέα, αυτός που είναι υπέρ των ομαδικών απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα, αυτός ο οποίος είναι υπέρ των άκρατων ιδιωτικοποιήσεων, χωρίς καν να υπάρχει το στοιχείο του δημοσίου συμφέροντος, αυτός που μόλις προχθές μιλώντας στο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας χαρακτήρισε τους μαθητές ως “πελάτες”, δηλαδή έχει μια εμπορευματική αντίληψη για τη γνώση.
Αυτή η πολιτική του κ. Μητσοτάκη δυσκολεύομαι να φανταστώ ότι μπορεί να κερδίσει την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Αλλωστε και οι δημοσκοπήσεις, όπως βλέπετε, δεν δίνουν αέρα στα πανιά της Νέας Δημοκρατίας. Ενα μεγάλο μέρος, το λέω σχηματικά, το “πρώτο κόμμα” στις δημοσκοπήσεις είναι αυτοί που περιμένουν και δεν τοποθετούνται.
• Η κυβέρνηση φέρνει στη Βουλή των απλή αναλογική, παράλληλα στις θέσεις για το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνεται ένα άνοιγμα για συμμαχίες και προς δυνάμεις που αναφέρονται στη Σοσιαλδημοκρατία «εφόσον απαλλάσσονται από δεσμεύσεις απέναντι στο παλιό κομματικό σύστημα και τον νεοφιλελευθερισμό». Ο ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές όποτε γίνουν πόσο «νερό μπορεί να βάλει στο κρασί του» για να διασφαλίσει την κυβερνησιμότητα της χώρας;
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν βάζει νερό στο κρασί του. Εχει ένα πρόγραμμα, το οποίο είναι λογικό να λαμβάνει υπόψη του τους συσχετισμούς δύναμης προκειμένου να προωθήσουμε τις ώριμες ριζικές αλλαγές στην οικονομία και την κοινωνία. Είναι προφανές ότι ανάλογα με τη δύναμη που μας δίνει ο ελληνικός λαός θα μπορέσουμε να προωθήσουμε αυτές τις αλλαγές. Είναι σαφές ότι σε ολόκληρη την Ευρώπη και στην Ελλάδα υπάρχουν δύο προγραμματικοί δρόμοι για να βγούμε από την κρίση: Ο ένας δρόμος είναι του νεοφιλελευθερισμού- και γύρω απ’ αυτή την πρόταση που έχει κοινωνικό κόστος, που είναι εις βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών και υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου, συνασπίζονται οι συντηρητικές δυνάμεις. Ο άλλος δρόμοςείναι της κοινωνικής αναδιανομής, της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας, δηλαδή ένας δρόμος κατά της λιτότητας και υπέρ της ανάπτυξης με δικαιοσύνη. Σε αυτήν την κατεύθυνση μπορούν να συνασπιστούν με ραχοκοκαλιά τον ΣΥΡΙΖΑ και άλλες προοδευτικές δυνάμεις.
• Πολλοί λένε ότι δεν είναι εφικτό, τώρα που η χώρα προσπαθεί να βρει βηματισμό εξόδου από την κρίση, να προωθηθούν πάγια αιτήματα της Αριστεράς, όπως π.χ. ο διαχωρισμός Εκκλησίας – Κράτους, με το σκεπτικό ότι η κυβέρνηση δεν έχει την πολυτέλεια να ανοίγει μέτωπα. Αλλοι, ωστόσο, λένε ότι όπως έγινε και με την απλή αναλογική η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει όπου μπορεί να αφήσει προοδευτικό αποτύπωμα. Είναι ώριμο να συζητηθεί διαχωρισμός Κράτους – Εκκλησίας αυτή τη στιγμή;
Είναι ώριμο και αναγκαίο να συζητήσουμε τις σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους. Και από ό,τι βλέπω στις δημοσκοπήσεις, η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών τάσσεται υπέρ του διαχωρισμού, σε κάθε περίπτωση τάσσεται υπέρ του να ανοίξει η συζήτηση για το θέμα αυτό. Δυνάμεις από τον φιλελεύθερο χώρο, αν κρίνουμε από το σχέδιο Συντάγματος που παρουσίασε η ομάδα με τον κ. Αλιβιζάτο, τον κ. Μάνο και άλλους, προτείνουν την κατάργηση του άρθρου 3 του Συντάγματος. Δηλαδή δεν είναι θέμα μόνο στενά μίας πρωτοβουλίας της αριστερής κυβέρνησης, είναι ένα θέμα το οποίο οριζόντια διατρέχει την κοινωνία και το πολιτικό σύστημα. Ο προσδιορισμός των ρόλων εκκλησίας και κράτους είναι αναγκαίος και επωφελής και για τις δύο πλευρές, και γι’ αυτό χρειάζεται διάλογος ανάμεσα τους.
• Τι μέτρα έχετε λάβει ώστε να ανοίξουν χωρίς ελλείψεις σε καθηγητές τα γυμνάσια και τα λύκεια τη νέα σχολική χρονιά;
Εχουμε λάβει μέτρα που αφορούν, πρώτον την εξασφάλιση των πιστώσεων για να έχουμε φέτος από την πρώτη ημέρα του σχολικού έτους το αναγκαίο προσωπικό, πέρα από το μόνιμο και αναπληρωτές, περίπου 20 χιλιάδες αναπληρωτές. Δεύτερον έχουμε λάβει τα μέτρα προκειμένου να καταγραφούν εγκαίρως οι πραγματικές εκπαιδευτικές ανάγκες, έτσι ώστε να φύγουμε από την κακή κληρονομιά των πελατειακών σχέσεων στον χώρο της εκπαίδευσης. Τρίτον, έχουμε λάβει μέτρα και ήδη προωθούνται τα βιβλία σε όλα τα σχολεία της χώρας.
Και βεβαίως όλα αυτά τα αναγκαία λειτουργικά μέτρα εντάσσονται σε ένα πλαίσιο δημοκρατικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Τα συμπεράσματα των δύο επιτροπών, της επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής και της επιτροπής Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου υπό τον καθηγητή κ. Λιάκο έχουν ήδη ανακοινωθεί, τα επεξεργαζόμαστε ως Υπουργείο σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) και θα προχωρήσουμε σε συγκεκριμένες αλλαγές και στη δομή, αλλά και στο περιεχόμενο των μαθημάτων. Θέλουμε ένα σχολείο ποιότητας και ισότητας και όχι ένα σχολείο με μαθητές πελάτες.
• Τι προβλέπεται για τις δαπάνες για την Παιδεία το 2017;
Είμαστε σε μία φάση που καθορίζουμε τώρα το Μεσοπρόθεσμο που αφορά τους προϋπολογισμούς του 2017 και του 2018. Αυτή τη στιγμή εμείς έχουμε φρενάρει την πτώση των δαπανών για την εκπαίδευση στο 2,8 του προϋπολογισμού. Πιστεύουμε ότι μπορεί να υπάρξει μία μικρή αύξηση, που δείχνει μια τάση και μια προδιάθεση πολιτική της κυβέρνησης, μια μικρή αύξηση στις δαπάνες για την εκπαίδευση, και αυτή η αύξηση θα γίνει ακόμη μεγαλύτερη εάν, όπως έχουμε δεσμευτεί, προχωρήσουμε σε σταδιακούς διορισμούς μόνιμου προσωπικού, ξεκινώντας από τον Σεπτέμβρη του 2017, σε βάθος τριετίας 20 χιλιάδες μόνιμοι διορισμοί.
Θέλω να σας θυμίσω ότι αν δεν υπήρχε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ήταν η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, το μεσοπρόθεσμο εκείνης της κυβέρνησης προέβλεπε ότι το 2018 οι δαπάνες για την παιδεία θα κατρακυλούσαν στο 1,9% του Α.Ε.Π. Το 1,9% του Α.Ε.Π. δαπάνες για την παιδεία ισοδυναμεί με περίπου 2 δισ. λιγότερα χρήματα, όταν ο προϋπολογισμός του 2016 είναι 4,9 δισ. ευρώ για την Παιδεία. Καταλαβαίνετε τι καταστροφή θα υπήρχε για το δημόσιο σχολείο αν επιβεβαιωνόταν αυτή η κατεύθυνση του μεσοπρόθεσμου Σαμαρά – Βενιζέλου.