Πλησιάζοντας στην είσοδο της Forest City, επένδυσης για την οποία δαπανήθηκαν κάπου εκατό δισεκατομμύρια δολάρια στη Μαλαισία από κοινοπραξία με επικεφαλής την κινεζική εταιρεία ακινήτων Country Garden, γέφυρα έχει καταρρεύσει, οι οδηγοί αναγκάζονται να κάνουν παράκαμψη.
Στην πόλη, γεμάτη με φοίνικες, οι δρόμοι, τα διαμερίσματα, τα καταστήματα παραμένουν απελπιστικά άδεια.
Η Φόρεστ Σίτι, που οικοδομήθηκε με σκοπό να προσελκύσει κινέζους επενδυτές της μεσαίας τάξης, μέχρι στιγμής επιζεί, παρά την έλλειψη εμπορικού ενδιαφέροντος, παρά τους ελέγχους κεφαλαίων της Κίνας, παρά τα lockdowns εξαιτίας της πανδημίας, και παρά την οργή στην κοινή γνώμη στη Μαλαισία για την αύξηση της κινεζικής επιρροής.
Όμως το μέλλον της επισκιάζουν ξανά οι οικονομικές δυσκολίες της Country Garden, που μέσα σε μερικά χρόνια έγινε η μεγαλύτερη ιδιωτική εταιρεία ακινήτων της Κίνας, αλλά έχει φορτωθεί πλέον γιγαντιαία χρέη, που πλησιάζουν τα 200 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η Country Garden ανακοίνωσε στα τέλη Αυγούστου ζημίες-ρεκόρ το πρώτο εξάμηνο του 2023. Οι πιστωτές της δέχθηκαν το Σάββατο την αναδιάρθρωση οφειλής της, αποτρέποντας in extremis την κήρυξη στάσης πληρωμών, που θα έθετε σε κίνδυνο χιλιάδες έργα σε παγκόσμια κλίμακα.
Ο όμιλος όμως δεν έχει ξεπεράσει τα προβλήματα. Περίοδος χάριτος 30 ημερών, που του δόθηκε στις αρχές Αυγούστου, όταν δεν ήταν σε θέση να καταβάλει 22,5 εκατ. σε τόκους στους πιστωτές του, εκπνέει μεθαύριο Τρίτη – όταν αντιμετωπίζει ξανά κίνδυνο σε περιέλθει σε στάση πληρωμών.
«Ελπίζω η Country Garden να μπορέσει να ξεπεράσει τις οικονομικές δυσκολίες της», δηλώνει ο Τζάο Μποτζιάν, 29χρονος Κινέζος που αγόρασε ένα από τα 26.000 διαμερίσματα στη Φόρεστ Σίτι έναντι περίπου 430.000 δολαρίων πριν από πέντε χρόνια.
«Αν δεν έρθει κανένας στη Φόρεστ Σίτι, δεν θα μπορέσουμε να έχουμε καμιά επιχειρηματική δραστηριότητα εδώ», προσθέτει.
Στοίχημα
Χτισμένη πάνω σε τεχνητό νησί, στο στενό του Τζοχόρ, αντίκρυ στην ευημερούσα πόλη-κράτος της Σιγκαπούρης, η Φόρεστ Σίτι είναι ένα από τα πολλά μεγάλα στοιχήματα της Country Garden.
Το έργο, στο πλαίσιο των λεγόμενων νέων δρόμων του μεταξιού, φιλόδοξου σχεδίου οικοδόμησης υποδομών για να αυξηθεί η επιρροή της Κίνας σε διεθνές επίπεδο, ανήκει εν μέρει σε ισχυρό μαλαίο σουλτάνο.
Η ιδιωτική πόλη δεν αριθμεί παρά 9.000 κατοίκους – τάξεις μεγέθους κάτω από τον στόχο, που ήταν να φθάσει τους 700.000.
Καθώς πέφτει το σκοτάδι, όταν φεύγουν οι εργάτες που δουλεύουν στα εργοτάξια, επικρατεί απόλυτη ησυχία στην νησιωτική πόλη με τους αυτοκινητόδρομους τεσσάρων λωρίδων. Στις πελώριες πολυκατοικίες και στους ουρανοξύστες, πολύ λίγα παράθυρα είναι φωτισμένα.
Στα έρημα πεζοδρόμια βλέπει κανείς το ένα μετά το άλλο κλειστά καταστήματα, κάποια με θυροκολλημένες δικαστικές διαταγές πληρωμών οφειλών που δεν θα γίνουν ποτέ. Στο εσωτερικό, σκουπίδια σκορπισμένα στα δάπεδα.
Σε ακίνητο 45 ορόφων, μόλις δυο όροφοι χρησιμοποιούνται κι οι υπόλοιποι πωλούνται, εξομολογείται υπεύθυνος.
Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες ακινήτων στην πόλη δεν ζουν εκεί, εξηγεί φύλακας: τα αγόρασαν απλά ως επένδυση.
Μακέτες των τεσσάρων τεχνητών νησιών που θα αποτελούσαν την πόλη αφού ολοκληρωνόταν το έργο -κάτι που απέχει πολύ- βρίσκονται ενθρονισμένες στο χολ εκθεσιακού χώρου για δυνητικούς αγοραστές, τους οποίους κατευθύνουν πινακίδες στα μανδαρίνικα κινεζικά, στη μαλαϊκή γλώσσα και στα αγγλικά.
Ο μαλαίος πρωθυπουργός Ανουάρ Ιμπραήμ κάνει προσπάθειες προκειμένου το έργο να μη ναυαγήσει. Ανήγγειλε τη δημιουργία «ειδικής οικονομικής ζώνης» και κίνητρα όπως χαμηλούς φόρους εισοδήματος για τους μόνιμους κατοίκους και διάφορες βίζες.
«Για το αλκοόλ»
Οι αναλυτές διατηρούν τις αμφιβολίες τους. Οι πιέσεις στην Garden City να αποπληρώσει οφειλές στους πιστωτές της έγκαιρα «μπορεί να έχουν αντίκτυπο στη δυνατότητές της να αποπερατώσει έργα στο εξωτερικό», εκτιμά ο Μπέρναρντ Όου, οικονομολόγος στην εταιρία διαχείρισης περιουσίας-οικονομικού κινδύνου COFACE, επικεφαλής της διεύθυνσής της για την περιφέρεια Ασίας-Ειρηνικού.
Τρεις ώρες με το αυτοκίνητο από την Κουάλα Λουμπούρ, η Φόρεστ Σίτι προσελκύει επισκέπτες που θέλουν να δουν τους φουτουριστικούς ουρανοξύστες της ή να αγοράσουν αλκοόλ, που πωλείται αφορολόγητο.
«Όλος ο κόσμος έρχεται εδώ για το αλκοόλ», λέει ο 32χρονος Ντένις Ρατζ από τη Σιγκαπούρη. «Δεν θα ήθελα να ζήσω εδώ, είναι πόλη-φάντασμα. Οι δρόμοι είναι σκοτεινοί και επικίνδυνοι· δεν υπάρχει δημόσιος φωτισμός».
Μόνο οι ξένοι εργάτες, πολλοί από τους οποίους ήρθαν από το Νεπάλ και το Μπανγκλαντές, διατηρούν κάποιο επίπεδο δραστηριότητας, καθαρίζοντας δρόμους, φροντίζοντας τα δέντρα, φυλάσσοντας τους άδειους ουρανοξύστες.
Σε τεχνητή παραλία γεμάτη άδεια κουτιά μπίρας, μερικές οικογένειες κάνουν πικ-νικ κάτω από τους φοίνικες και τις πινακίδες που προειδοποιούν τους δυνητικούς λουόμενους εναντίον του κινδύνου των κροκοδείλων.
«Ήρθα για διακοπές επειδή είδα βίντεο στο TikTok», εξηγεί ο Νουρσζίουα Ζάμρι, ιδιωτικός υπάλληλος, 30 ετών. «Αν με ρωτάτε αν θα έμενα εδώ, η απάντηση είναι όχι».