Σε όργιο φοροδιαφυγής και πλουτισμού σε βάρος των ασφαλιστικών ταμείων, επιδιδόταν πολύ γνωστός όμιλος Ι.Ι.Ε.Κ., (Ίδιωτικό Ινστιτουτο Επαγγελματικής Κατάρτισης), που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα πάνω απο μία 20ετία, στον τομέα της Μεταδευτεροβάθμιας Ιδιωτικής Εκπαίδευσης.
Έπειτα απο πολύμηνη έρευνα της Οικονομικής Αστυνομίας, προέκυψε ότι ο συγκεκριμένος όμιλος εξαπατούσε σε μόνιμη βάση το Ι.Κ.Α. και το Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης (Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ.), όπου δεν κατέβαλε τις εισφορές εργαζομένων και το αγγελιόσημο, αντίστοιχα, χρησιμοποιώντας εταιρείες μαϊμού, με υπεύθυνους αχυρανθρώπους κυρίως υπέργηρους και χωρίς περιουσιακά στοιχεία, για να μην υπάρχει “φόβος” να πληρώσεις κανείς. Ανακοινώσεις για την υπόθεση έκαναν χθες ο διευθυντής της Οικονομικής Αστυνομίας, ταξίαρχος Απόστολος Αλαμάνας μαζί με τον εκπρόσωπο της ΕΛ.ΑΣ, Χρήστο Παρθένη, οι οποίοι, οπως είπαν, πρόκειται για «οικογενειακή υπόθεση», ενώ η εκτεταμένη φοροδιαφυγή που εντοπίστηκε, από τον έλεγχο στον τεράστιο όγκο φορολογικών και τραπεζικών δεδομένων που ελέγχθηκε, φαίνεται πως αγγίζει τα 20.000.000 ευρώ.
Απο την αστυνομική έρευνα διαπιστώθηκε η εμπλοκή στην απάτη 14 ατόμων, μεταξύ των οποίων είναι και ένας 97χρονος, τα οποία σχετίζονται με τον συγκεκριμένο όμιλο και στην πλειονότητά τους έχουν συγγενική σχέση μεταξύ τους, σε βάρος των οποίων έχει σχηματισθεί δικογραφία για σύσταση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, απάτη σε κακουργηματικό βαθμό, καθώς και «ξέπλυμα μαύρου χρήματος».
ΠΩΣ ΓΙΝΟΤΑΝ Η ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ
Από τα στοιχεία της προδικαστικής δικογραφίας, προκύπτει ότι οι ιδιοκτήτες του ομίλου, οι οποίοι έχουν μεταξύ τους συγγενικές σχέσεις, ίδρυαν με νομιμοφανείς τρόπους εταιρείες, στις οποίες τοποθετούσαν «αχυράνθρωπους», ως νομικά υπεύθυνους – διαχειριστές. Τα άτομα αυτά, στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν υπέργηρα και χωρίς οικονομική επιφάνεια.
Οι συγκεκριμένες εταιρείες “βιτρίνες” λειτουργούσαν με αποκλειστικό σκοπό τη διαφημιστική προβολή του Ι.Ε.Κ. και ταυτόχρονα «ενοικίαζαν» καθηγητές και διοικητικό προσωπικό στις εταιρείες του ομίλου.
Με τη δημιουργία των συγκεκριμένων εταιρειών, ο Όμιλος απαλλασσόταν από την υποχρέωση καταβολής, αφενός μεν ασφαλιστικών εισφορών για το σύνολο του προσωπικού και αφετέρου του αγγελιόσημου για τις διαφημίσεις του ΙΕΚ, αφού αυτά υποτίθεται πως ήταν ευθύνη των εταιρειών μαϊμού.
Από τη μακροχρόνια αυτή δράση, προέκυψε η συγκέντρωση οφειλών ύψους άνω των 6.000.000 ευρώ προς το Ι.Κ.Α. και τουλάχιστον 100.000 ευρώ προς το Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ.
Για να αποφύγουν πλήρως την καταβολή των οφειλών, όταν αυτές γίνονταν απαιτητές, οι εταιρείες “βιτρίνες” πτώχευαν με νομιμοφανείς τρόπους, παύοντας τη λειτουργία τους. Έτσι ήταν αδύνατη την είσπραξη των οφειλόμενων χρηματικών ποσών από το Δημόσιο, καθότι οι «αχυράνθρωποι» δεν διέθεταν περιουσιακά στοιχεία. Μετά την πτώχευση μιάς εταιρείας, έμπαινε στο παιχνίδι μια άλλη, που κατέληγε με τον ίδιο τρόπο.
Σύμφωνα με την Αστυνομία, με τον τρόπο αυτόν το Ι.Ι.Ε.Κ. έχει περάσει απο τέσερις τέτοιες εταιρείες “βιτρίνες”, ενώ οι εταιρείες του ομίλου συνέχιζαν την οικονομική τους δραστηριότητα αδιάλειπτα και χωρίς οικονομικές οφειλές.
Επιπλέον, για τον ρόλο των «αχυράνθρωπων», επιλέγονταν υπέργηρα άτομα, προκειμένου να τύχουν εύνοιας των σχετικών ποινικών διατάξεων, σε περίπτωση καταδίκης για οικονομικό έγκλημα και να μην φυλακισθούν.
Στο πλαίσιο της έρευνας, κλιμάκιο της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας πραγματοποίησε έλεγχο στους χώρους του ομίλου, όπου βρέθηκαν και κατασχέθηκαν πλήθος εγγράφων, που σχετίζονται με την υπόθεση, ενώ πραγματοποιήθηκε άρση φορολογικού και τραπεζικού απορρήτου και για τα δεκατέσσερα 14 εμπλεκόμενα άτομα, για τη χρονική περίοδο από το έτος 1999 έως και το 2012.
Από την ανάλυση και επεξεργασία των διαθέσιμων τραπεζικών και φορολογικών δεδομένων, προέκυψε είχαν καταθέσεις που δεν αντιστοιχούν σε αυτά που δήλωναν. Η αναντιστοιχία αυτή, όπως προέκυψε, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 19.800.000 ευρώ. Για τα αποτελέσματα και τα δεδομένα της έρευνας ενημερώθηκαν απο την Αστυνομία και οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. για τη διενέργεια φορολογικού ελέγχου και την επιβολή των ανάλογων προστίμων που προβλέπονται απο τη νομοθεσία.
Υπερσυνταγογραφήσεις στη Θεσσαλονίκη
Εν τω μεταξύ, σοβαρή υπόθεση ηλεκτρονικής υπερσυνταγογράφησης και φοροδιαφυγής από γιατρούς, ιδιώτες και του Ε.Σ.Υ., εξιχνιάστηκε από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας.
Όπως ανακοίνωσε χθες ο διευθυντής της Οικονομικής Αστυνομίας ταξίαρχος Απόστολος Αλαμάνας, έχουν προκύψει στοιχεία σε βάρος 14 γιατρών, για τους οποίους εκτός των άλλων, με βάση τις συνταγές που εξέδιδαν, εξετάζεται τυχόν “χρηματοδότησή” τους από φαρμακεία και φαρμακοβιομηχανίες.
Η έρευνα ξεκίνησε με αφορμή τη διαπίστωση ότι κάποιοι γιατροί, σε όλη την επικράτεια, εξέδιδαν πολύ μεγάλο αριθμό συνταγών, για το τρίμηνο Ιούλιος-Αύγουστος-Σεπτέμβριος του 2012, γι’ αυτό έγινε έλεγχος σε 50 από αυτούς.
Από την περαιτέρω ανάλυση των φορολογικών και τραπεζικών δεδομένων για τα οικονομικά έτη 2011, 2012 και 2013, προέκυψαν σημαντικά επιβαρυντικά στοιχεία για 14 από τους παραπάνω ιατρούς, τόσο σε επίπεδο φοροδιαφυγής όσο και σε επίπεδο υπερσυνταγογράφησης.
Οι πλέον χαρακτηριστικές περιπτώσεις υπερσυνταγογράφησης, όπως ανέφερε ο κ. Αλαμάνας, είναι οι εξής:
• Ιατρός ειδικότητας γενικής ιατρικής (ελεύθερος επαγγελματίας) στη Βόρεια Ελλάδα, είχε εκδώσει περίπου 9.400 ιατρικές συνταγές μέσα στους τρεις μήνες. Με δεδομένο ότι κάθε μήνας έχει 22 εργάσιμες ημέρες, ο συγκεκριμένος ιατρός εξέδιδε περίπου 147 συνταγές ημερησίως, ενώ η συνολική αξία των συνταγών που εκδόθηκαν σε αυτό το χρονικό διάστημα ξεπερνά το ποσό των 405.000 ευρώ.
• Ιατρός ειδικότητας γενικής ιατρικής, εργαζόμενος σε νοσοκομείο του ΕΣΥ στη Βόρεια Ελλάδα, εξέδωσε περίπου 2.200 ιατρικές συνταγές τους ίδιους μήνες (Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο του έτους 2012), οι οποίες σε ποσοστό περίπου 84% εκτελέστηκαν στο ίδιο φαρμακείο.
• Ιατρός ειδικότητας γενικής ιατρικής σε νοσοκομείο επίσης στη Βόρεια Ελλάδα, εξέδωσε περίπου 1.200 ιατρικές συνταγές, οι οποίες σε ποσοστό περίπου 67% εκτελέστηκαν στο ίδιο φαρμακείο.
• Ιατρός παθολόγος, ελεύθερος επαγγελματίας στη Στερεά Ελλάδα, στο ίδιο διάστημα, συνταγογράφησε περίπου σε 3.600 ασθενείς, γεγονός το οποίο υποδηλώνει ότι ο συγκεκριμένος ιατρός εξέταζε κατά μέσο όρο 1.200 ασθενείς μηνιαίως.
Προέκυψε επίσης ότι, τα δηλωθέντα εισοδήματα και οι πραγματοποιούμενες τραπεζικές καταθέσεις των 14 γιατρών, για το υπό εξέταση χρονικό διάστημα, δεν αντιστοιχούσαν μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι για την πλειονότητα των εν λόγω γιατρών, οι τραπεζικές καταθέσεις τους υπερβαίνουν τα δηλωθέντα εισοδήματα συνολικά κατά 1.400.000 ευρώ.
Για την υπόθεση έχουν ενημερωθεί όλες οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. για τη διενέργεια του σχετικού φορολογικού ελέγχου.