Τα μάθια μας στερέψανε, δάκρυ δεν τρέχουν άλλο,
γιατί τον λαογράφο μας, χάσαμε το Μεγάλο.
Το δάσκαλο στερούμεθα, σήμερα τον Σταμάτη
και η λαογραφία μας, μένει με το ‘να μάτι.
Αυτός που τα ριζίτικα, τα ‘βαλε σ’ ένα τόμο,
άφησες τα εγκόσμια, σύμφωνα με το νόμο.
Όμως η Κρήτη έχασε κι ολόκληρη η χώρα,
μπροστάρη τση παράδοσης, ετούτηνε την ώρα.
Που τον εχρειαζόμαστε, τον είχαμε ανάγκη,
αφού σ’ αυτές τις κορυφές, στερεύουνε οι πάγκοι.
Λίγοι ‘ναι που πατούνε μπλιο, Μαδάρες Ψηλορείτη,
απ’ τις σημερινές γενιές, όφου παντέρμη Κρήτη.
Όπως τσι πάτουνες εσύ, Σταμάτ’ Αποστολάκη
που το σκαλί για ν’ ανεβείς, δεν το ‘λεγες… σκαλάκι.
Γνώριζες τση παράδοσης, το κάθε μονοπάτι
και σ’ άρεσε να περπατάς, όπου φυτρώναν βάτοι.
Τα παλαιά μας έθιμα, τα ‘παιζες στο ‘να χέρι
τα παρουσίαζες σωστά, άλλο δεν είχες ταίρι.
Τον παλαιό Επίσκοπο, Κισσάμου και Σελίνου
τον εμπιστεύτηκες πολύ κι οσμή πήρες εκείνου.
Κι άλλους πολλούς συνέτρεξες, στη Γήινη ζωή σου,
η Παναγία κι ο Χριστός, πάντα να ‘ναι μαζί σου.
Ευγνωμοσύν’ απέραντη, χρωστούμε σου Σταμάτη
που μας οδήγησες σωστά, σ’ αυτό το μονοπάτι.
Κι αν έφυγες το έργο σου, θα παραμείν’ αιώνια,
μέσ’ απ’ αυτό τα έθιμα, θα μείνουν στα εγγόνια.
Φόρος τιμής στο δάσκαλο, αλλά και λαογράφο
κι αιώνιο μνημόσυνο, ετούτα που του γράφω.
Υ.Γ. Στο δικό μου το βιβλίο με βοήθησε πολύ
κι όσο ζω δεν θα ξεχάσω, τη δική του συμβολή,
που η λέξ’ η τελευταία, εννοεί και συμβουλή.
Εννιαχωριανός