Αποτελεί παράδοξο το γεγονός ότι παρόλη την ανάπτυξη της θεωρίας γύρω από τη φωτογραφία και από το χορό ανεξάρτητα, η μεταξύ τους σχέση σπανίως έχει περιγραφεί.
Είναι αναμφισβήτητα μια σχέση υπαρκτή, γεγονός που αποδεικνύεται από τις αναρίθμητες φωτογραφίες χορού ή εκείνες που έχουν σαν θέμα τους το χορό. Τα κείμενα ωστόσο που μιλάνε γι αυτές συνήθως περιορίζονται στο σχολιασμό της αρμονίας της σύνθεσης ή στο πάγωμα της κίνησης στην στιγμή της κορύφωσης. Μία αρτιότητα κυρίως τεχνική, φυσικά με αισθητικές προεκτάσεις, οποία όμως αδυνατεί να μαρτυρήσει, έως και αποκρύπτει πιο ουσιαστικές διαστάσεις αυτής της συνύπαρξης.
Εν αρχή εστί το σώμα, το ανθρώπινο, αυτό που έχουμε, το μόνο που έχουμε. Προς το παρόν τουλάχιστον. Το σώμα υπάρχει ως θέμα πολλών παραδοσιακών και σύγχρονων ειδών φωτογραφίας, ενός μακρύ καταλόγου που περιλαμβάνει το πορτραίτο, το γυμνό, την ανθρωπιστική φωτογραφία, την ιατρική φωτογραφία μεταξύ άλλων. Και φυσικά είναι το κύριο θέμα του χορού. Τόσο η φωτογραφία όσο και ο χορός είναι σημαντικά κεφάλαια συτού που λέμε body politics, τις ιδέες γύρω από το ανθρώπινο σώμα, την κατανόησή του, τα δικαιώματα και τη μεταχείρισή του. Και ιστορικά είχαν ενεργό ρόλο σε κοινωνικά κινήματα κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, σε διεκδικήσεις που αφορούσαν στη θέση κάθε σώματος στην ανθρώπινη κοινωνία.
Ίσως το πιο ενδιαφέρον σχόλιο που έχει υπάρξει στη μάλλον προβληματική σχέση φωτογραφίας και χορού προέρχεται από τη φωτογράφο Barbara Morgan, η οποία φωτογραφίζοντας την ομάδα της Martha Graham κατά τη διάρκεια της μεγάλης Αμερικανικής ύφεσης, είπε ότι οι άνθρωποι αυτοί, οι οποίοι κυριολεκτικά πεινούσαν, ήταν η μόνη δύναμη που έδειχνε ικανή να ταρακουνήσει έναν γενικά πτοημένο και μουδιασμένο κόσμο.
Τι είναι όμως αυτό που κάνει αυτή τη σχέση προβληματική; Πρώτα από όλα η σχέση τους με το χρόνο. Η φωτογραφία αποσπά και παγώνει ένα κομμάτι του χρόνου, ενώ ο χορός αναπτύσσεται στη διάρκειά του.
Η κινούμενη εικόνα ενός βίντεο μοιάζει πιο κατάλληλη για μια τέτοια συνύπαρξη.
Επίσης, οι περισσότερες, σαφώς όχι όλες, φωτογραφίες του είδους εντάσσονται σε δύο κατηγορίες: αυτές που η φωτογραφία υπηρετεί την καταγραφή του χορογραφικού γεγονότος και αυτές όπου ο χορευτής υποτάσσεται στις σκηνοθετικές οδηγίες του φωτογράφου προκειμένου να παραχθεί η εικόνα.
Ωστόσο, τα προβλήματα αποτελούσαν πάντοτε ερεθίσματα για τους δημιουργούς και συνήθως οδηγούν σε νέα αντίληψη των πραγμάτων. Για παράδειγμα το πάγωμα της κίνησης ενός χορευτή μπορεί να συμβάλει στην αποδόμηση της χορογραφίας και να εμφανίσει στο θεατή πτυχές αθέατες στη ροή του χρόνου.
Και στις δύο τέχνες κάποιος απευθύνεται σε κάποιον, στο σημείο τουλάχιστον που το ανθρώπινο σώμα διατίθεται προς θέαση. Το σώμα αποτελεί κείμενο ικανό να προσφέρει τις ιστορίες του σε εκείνον που προτίθεται να τις διαβάσει. Από τη χορογραφία μέχρι την ουλή, απ’ το τατουάζ μέχρι την παύση μιας χειρονομίας στοιχειοθετείται ένα ολόκληρο σύστημα ανοιχτό σε ερμηνίες.
Η φωτογραφία χορού συνιστά μια σύγκρουση ενεργειών. Το ενεργητικό βλέμμα του φωτογράφου συναντά το μήνυμα που εκπέμπει το κινούμενο σώμα. Σε άλλους καιρούς, που η αποικιοκρατική φωτογραφική αντίληψη ήθελε το σώμα να υποτάσσεται παθητικά στο φακό, το μόνο που θα μπορούσε να ενδιαφέρει θα ήταν η χάρη, το κάλος, το θέαμα, η σαγήνη. Ο φακός όμως συναντά αντίσταση και ο φωτογράφος καταλήγει να χορεύει.
Μια σύγχρονη θεώρηση, αναγνωρίζοντας ότι ένα άλμα προϋποθέτει τη σύσπαση, την πρόθεση, την προπόνηση, την έκφραση, τον πόνο, μπορεί να συνδιάσει τους δύο θετικούς πόλους και να στείλει την ενέργεια στροβιλιζόμενη σε νέα νοήματα. Ίσως κάτι τέτοιο να διέγνωσε η Barbara Morgan τότε πίσω στα χρόνια του μεσοπολέμου.