Πώς μπορείς να θυμάσαι κάτι που δεν έχεις ζήσει;» διερωτήθηκε η Αρμενουί Κασπαριάν, φωτογράφος, η οποία όταν βρέθηκε ως ερευνήτρια στη βιβλιοθήκη του Αμερικανικού Κογκρέσσου στην Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο υποτροφίας που έλαβε για το διδακτορικό της, είδε μπροστά της το αρχείο του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, ανά χρονική περίοδο και γεωγραφική περιοχή. Στο μυαλό της ήρθε αυτομάτως η ιστορία του παππού της, που σε ηλικία πέντε ετών είχε χαθεί, όταν η οικογένειά του έφευγε από την Κωνσταντινούπολη πάνω στην αναταραχή των γεγονότων της Γενοκτονίας των Αρμενίων…
«Προς μεγάλη μου έκπληξη ήρθα σε επαφή με ένα αχανές φωτογραφικό αρχείο, το οποίο δεν είχε ψηφιοποιηθεί ακόμη, αποτελούνταν από αρνητικά, γυάλινα και φιλμ, αλλά και τυπωμένες φωτογραφίες. Μόλις αντιλήφθηκα ότι έχω μπροστά μου το αρχείο του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού στο διάστημα που ο παππούς μου έζησε την παιδική του ηλικία, άρχισα να ψάχνω τις περιοχές όπου βρισκόταν, με την ελπίδα να τον βρω. Φωτογραφίες του παππού μου από εκείνο το διάστημα δεν υπάρχουν, ωστόσο όταν έβλεπα αντίσκηνα θεωρούσα ότι ζούσε εκεί. Όταν έβλεπα στις φωτογραφίες παιδιά να παίζουν ποδόσφαιρο πίστευα ότι είναι ένα από αυτά. Όταν έβλεπα παιδάκια να κάνουν εργαστήρια ξυλογλυπτικής σκέφτηκα ότι ο δικός μου πατέρας πήρε τη δική του επιδεξιότητα στον χειρισμό των χεριών από τον δικό του πατέρα…» λέει η κ. Κασπαριάν στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η ίδια αναφέρει ότι επεξεργαζόμενη τις φωτογραφίες του αρχείου αναβίωνε τις μνήμες του παππού της, που μεταφέρθηκαν στην ίδια μέσω του πατέρα της. «Βίωσα απόλυτα αυτό που μελετούσα τόσο καιρό στη θεωρία: ότι η φωτογραφία δεν είναι απλώς ένα αντικείμενο που αποδεικνύει αυτό που συνέβη, αλλά ένα αντικείμενο που, μέσα από τις μαρτυρίες από γενιά σε γενιά, μάς φέρνει σε επαφή με μια ιστορία που είναι σχεδόν απροσπέλαστη καθώς ό,τι γνωρίζουμε, το ξέρουμε από τα χείλια των ανθρώπων που είναι πολύ επηρεασμένα από τις τραυματικές τους εμπειρίες και τα κενά μνήμης λόγω αυτών των εμπειριών» προσθέτει.
Το γεγονός αυτό, όπως διαπιστώνει, δίνει την απάντηση στο ερώτημα που πάντα την απασχολούσε: «πώς μπορώ να λέω ότι είμαι Αρμένισσα, όταν δεν έχω καμία προσωπική σύνδεση με αυτή τη χώρα; Πώς αντιλαμβάνομαι την αρμενική μου ταυτότητα που είναι τόσο ενσωματωμένη σε μένα αφού το όνομά μου είναι Αρμενουί; Είμαι παιδί μιας μεικτής οικογένειας, ο πατέρας μου είναι αρμενικής καταγωγής και η μητέρα μου Ελληνίδα και εγώ γεννήθηκα στην Ελλάδα. Όμως δεν έχω πάει ποτέ στην Αρμενία, ούτε μιλώ τη γλώσσα. Και πώς μπορώ να τα συνδέσω όλα αυτά με έναν τόπο, ένα σημείο αναφοράς που για μένα δεν υπάρχει; Αυτό το οξύμωρο σχήμα τελικά λύνεται, όταν το απαραίτητο αυτό σημείο αναφοράς τοποθετείται στις παλιές μνήμες, τις φωτογραφίες και τα κειμήλια».
Ερευνώντας τις φωτογραφίες στη βιβλιοθήκη του Αμερικανικού Κογκρέσσου, η Αρμενουί Κασπαριάν άρχισε να συμπληρώνει το παζλ της ιστορίας της οικογένειάς της, τρεις γενιές πίσω, να βιώνει την αρμενική εμπειρία και την αρμενικότητα στη σύγχρονη ιστορία και να αντιλαμβάνεται τη διαγενεακή μνήμη που περνά στο παρόν κατά τη διάρκεια των χρόνων. Μετέτρεψε την ιστορική μνήμη σε καλλιτεχνική δημιουργία ώστε να μπορέσει να μεταφέρει την κοινωνική μνήμη και σε άλλους ανθρώπους που αναζητούν τα ίχνη της πορείας τους ως το σήμερα.
Στην εγκατάστασή της, που φέρει τον τίτλο «Survivors» (επιζώντες), έχει απομονώσει πρόσωπα από παλιές φωτογραφίες, όχι με σκοπό να αναγνωριστούν οι άνθρωποι, αλλά με την επιδίωξη να τοποθετηθούν σε μια μαύρη γωνία ώστε να συμβολίζουν τους επιζήσαντες της Αρμενικής Γενοκτονίας. «Η εγκατάσταση λειτουργεί ως άγκυρα μνήμης για την αναβίωση του τραύματος της γενοκτονίας, του ξεριζωμού και της προσπάθειας των ανθρώπων να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους σε έναν νέο τόπο, κρατώντας την ταυτότητά τους ζωντανή» συμπληρώνει.
Την ίδια τεχνική, της απομόνωσης προσώπων, εφάρμοσε και στη δημιουργία ενός φιλμ, στο οποίο οι αρχέτυπες φιγούρες της μνήμης περνούν μπροστά από τα μάτια του θεατή, σε μια προσπάθεια να αποκτήσει πρόσωπο η ίδια η γενοκτονία. «Όταν αναφερόμαστε στη Γενοκτονία των Αρμενίων, μιλάμε με αριθμούς. Για παράδειγμα, λέγεται ότι υπήρξαν ενάμισι με δύο εκατομμύρια θύματα, ότι χιλιάδες άνθρωποι θάφτηκαν ομαδικά. Όμως υπήρξε ένα πρόσωπο για κάθε έναν από αυτούς τους ανθρώπους, το οποίο δεν έχει αποδοθεί. Έτσι άρχισα να απομονώνω πρόσωπα από ένα αρχειακό φιλμ και τα πρόβαλα σε ένα ζουμ κινούμενης εικόνας» σημειώνει χαρακτηριστικά.
Σε ένα άλλο της έργο ανατύπωσε τις φωτογραφίες του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού σε φωτογραφικό χαρτί και με λευκό χρώμα επιζωγράφισε τμήματά τους, προσπαθώντας να δείξει στο κοινό στοιχεία που βοήθησαν εκείνη να αναπαράγει στο μυαλό της τη ζωή του παππού της. Αυτό παρουσιάστηκε στο Λονδίνο αλλά και σε φεστιβάλ φωτογραφίας που έγινε στο Μουσείο Μπενάκη και η κ. Κασπαριάν το θεωρεί ως το πιο δυνατό της έργο. Στην έκθεση, άλλωστε, με την ονομασία «photo presents», που έγινε στο Λονδίνο, αποτύπωνε την μπροστινή και την πίσω όψη των αρχειακών φωτογραφιών της οικογένειάς της, μεταφέροντας το μήνυμα ότι εκτός από τις απεικονίσεις, μια φωτογραφία περιέχει ακόμη πληροφορίες και ονόματα αποδεικνύοντας ότι όταν αλλάζει χέρια και αποστέλλεται σε κάποιο οικείο πρόσωπο έχει την έννοια του δώρου και του παρόντος, κουβαλώντας μέρη, μνήμες και ιστορίες που συνδέονται μεταξύ τους.
«Η φωτογραφία έχει μια πολύ μεγάλη δυναμική. Εστιάζει στον άνθρωπο και συντάσσεται με τη νέα τάση της ιστοριογραφίας που περιγράφει την ιστορία μέσα από προσωπικές ιστορίες, μέσα από ένα μικρόκοσμο. Αντί να βλέπουμε τα μεγάλα γεγονότα, τα αντιλαμβανόμαστε καλύτερα μέσα από τις προσωπικές ιστορίες» σχολιάζει η κ. Κασπαριάν, που ακολούθησε τη συγκεκριμένη λογική στο διδακτορικό της, το οποίο εκπόνησε με υποτροφία από το βρετανικό Ερευνητικό Συμβούλιο Τεχνών και Ανθρωπιστικών Επιστημών (Arts and Humanities Reseasch Council – ΑΗRC). Τονίζει, τέλος, ότι ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με τη θεατρική παράσταση «Τα τετράδια της Ανζέλ Κουρτιάν», που ανέβηκε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, σε μια θεατρική διασκευή του ομότιτλου βιβλίου και σκηνοθεσία, ερμηνεία και καλλιτεχνική επιμέλεια της Χριστίνας Αλεξανιάν, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων μνήμης για την Γενοκτονία των Αρμενίων.