ΕΙΜΑΣΤΕ από τη φύση μας κοινωνικά όντα. Δεχόμαστε (αν τη δεχόμαστε!) τη διαφορετικότητα του άλλου, συμβιώνουμε στην ίδια κοινωνία, ανεχόμαστε την ιδιαιτερότητά του, συμπράττουμε, συναγωνιζόμαστε μαζί του σε πολλούς τομείς, αλληλοβοηθιόμαστε. Πιστεύουμε ή βαυκαλιζόμαστε ότι ζούμε αρμονικά μέχρι να συμβεί το αναπάντεχο.
…ΤΑ ΠΡΟΣΦΑΤΑ θανάσιμα κρούσματα βίας από τζιχαντιστές ή άλλους σε Γαλλία, Βέλγιο και Γερμανία, γεννούν αυτόματα στον ψυχισμό μας ενδοιασμούς και επιφυλακτικότητα απέναντι στον οποιονδήποτε «άλλο», τον «ξένο». Άσχετα με τις αρχικές προθέσεις μας, οι φόβοι αυτοί μάς απομακρύνουν από τη βασική έννοια του «συνυπάρχειν». Και είναι ακριβώς αυτός ο στόχος των τρομοκρατικών επιθέσεων: η επικράτηση του φόβου στις κοινωνίες μας.
ΣΕ ΜΙΑ φυσιολογική κοινωνία ανθρώπων, πλην της αποδοχής για συνύπαρξη και συνεργασία, μετράει και η άποψη των άλλων για μας (θετική ή αρνητική). Η γνώμη τους αποτελεί πολλές φορές τον ρυθμιστικό παράγοντα για τη μετέπειτα ζωή μας. Αν η άποψη προέρχεται από σημαίνοντα πρόσωπα –προϊστάμενους, δασκάλους, γονείς, φίλους, συγγενείς κ.ά.- νιώθουμε να ισορροπούμε με τον εαυτό μας και τους άλλους. Ελάχιστοι αδιαφορούν για τη γνώμη των άλλων. Φαντασθείτε, λοιπόν, πόσο μετράει ένας χαρακτηρισμός, όταν ζούμε σε διαφορετικούς κοινωνικοοικονομικούς και πολιτισμικούς κόσμους. Στους οποίους, φυσικά, μια πλήρης «αφομοίωση» (acculturation) εκ των πραγμάτων είναι αδύνατη. Η δικαιολογημένη ή αδικαιολόγητη καχυποψία που ενστικτωδώς προκύπτει απέναντι στον «άλλο» -τον πρόσφυγα ή το μετανάστη- οδηγεί σε ανεξέλεγκτους δρόμους.
ΣΙΓΟΥΡΑ, καχυποψία και αλληλεγγύη δεν συμβαδίζουν. Και οι δυο έννοιες αποτελούν έντονα κοινωνικά φαινόμενα που η ανερμάτιστη εποχή μας αναδεικνύει αντιθετικά. Ειδικότερα η δυσπιστία για τον άλλο οφείλεται σε πολλές αιτίες, όπως στην έλλειψη εμπιστοσύνης, στον αρχέγονο φόβο που «εμπνέει» ο ξένος (xenophobia), στο άνοιγμα παλιών ψυχολογικών δικών μας πληγών, στα στερεότυπα που αναδύονται κ.λπ. Η επιφυλακτικότητα δυσκολεύει την προσέγγισή μας με τον άλλο και όχι σπάνια καταλήγει στην αδιαφορία για φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα (προσφυγικό, μεταναστευτικό, φτώχια, περιθώριο κ.ά.).
ΕΞΑΛΛΟΥ, ένας ηθελημένος εκ μέρους μας αποκλεισμός μιας στοιχειώδους επικοινωνίας με τον «άλλο» τον οδηγεί στην αποξένωση και τη απομόνωση. Κάθε δε «γκετοποίηση», δεν αργεί να μετατραπεί σε εξέγερση (Γαλλία-προάστια Παρισιού). Ο θρησκευτικός πάλι φανατισμός στα «γκέτο» φουντώνει, όταν εμείς, οι «φιλοξενούντες», δεν σεβόμαστε τις κοινωνικοθρησκευτικές αρχές των άλλων, ή όταν αυτοί-οι ξένοι- θέλουν να επιβάλλουν τις δικές τους πεποιθήσεις ως «αρχές» στην οργάνωση των κοινωνιών μας (μαντίλα, εικόνες κ.ά.).
Η ΜΕΓΑΛΗ παρανόηση, κατά την άποψή μας, είναι ότι ούτε οι ισλαμιστές μπορούν να κατανοήσουν την φιλελεύθερη δυτικού τύπου δημοκρατία μας με το Κοράνι, ούτε κι εμείς τον Ισλαμισμό με χριστιανικά κριτήρια ή «ορθολογικά» επιχειρήματα. Στο Ισλάμ, θρησκεία και κράτος ταυτίζονται στον Χριστιανισμό, θρησκεία και κράτος αποτελούν διακριτές εξουσίες. Αυτή η απλή, αλλά ουσιαστική διαφορά, δεν κατανοείται εύκολα. Η ελεύθερη έκφραση, ο τελείως διαφορετικός τρόπος ζωής και τα «έχει» του Ευρωπαίου προκαλούν το φθόνο του ξένου. Αν προσθέσουμε και λίγη Ιστορία (Σταυροφορίες-Αποικιοκρατίες κ.λπ.), εύκολα ένας αλλοδαπός καταλήγει στο μίσος. Έτσι το μίγμα φανατισμός – φθόνος – μίσος οδηγούν τα άτομα (τζιχαντιστές κ.ά.) σε προγραμματισμένους μαζικούς φόνους και αυτοκτονικές «μαρτυρίες». Να, η παράνοια και το έγκλημα στο προσκήνιο.
ΤΟ ΔΡΑΜΑ του σύγχρονου ανθρώπου είναι πως εύκολα «χάνει το έδαφος» κάτω από τα πόδια του, επειδή συχνότερα βρίσκεται στη δίνη απρόβλεπτων καταστάσεων (παράλογοι εμφύλιοι πόλεμοι, παγκόσμιες ανακατατάξεις, οικονομικές κρίσεις, παγκοσμιοποίηση ιδεών και χρήματος, ισλαμοφοβία κ.λπ.) Βέβαια, δεν είναι τόσο τα ίδια τα γεγονότα -αυτά πάντα συμβαίνουν και θα συμβαίνουν- όσο η ερμηνεία που εμείς (ή οι ηγέτες μας) τους δίνουν. Υπερβάλλουμε, άραγε, στους φόβους μας, ή μήπως τους υποτιμούμε;
…ΣΕ ΕΝΑ πυκνό και δυνατό κειμενάκι που έγραψε ο Πορτογάλος συγγραφέας José Micard Teixeira (1961-), μέσα σε 199 λέξεις, ο δημιουργός του καταφέρνει να κλείσει την εν γένει σύγχρονη ψυχοπαθολογία μας. Περιγράφει ωμά την αρχή της “μη ανοχής” στα δήθεν και τους δήθεν της καθημερινότητας εξυμνώντας περίπου την δυσπιστία:
«Δεν έχω πλέον υπομονή για κάποια πράγματα, όχι επειδή έγινα αλαζόνας, αλλά απλώς και μόνο επειδή έχω φτάσει σε ένα σημείο στη ζωή μου όπου δεν θέλω να χάνω πια χρόνο με ό,τι με δυσαρεστεί ή με πονάει.
Δεν έχω καθόλου υπομονή για τον κυνισμό, την υπερβολική κριτική και τις απαιτήσεις οποιασδήποτε φύσης.
Έχασα τη θέληση να ευχαριστήσω αυτούς που δεν τους αρέσω, να αγαπώ αυτούς που δεν μ’ αγαπάνε και να χαμογελώ σε όσους δεν θέλουν να μου χαμογελάσουν.
Δεν χαρίζω πλέον ούτε ένα λεπτό στους ψεύτες και όσους θέλουν να με κάνουν υποχείριό τους.
Αποφάσισα να μην συνυπάρχω άλλο με την προσποίηση, την υποκρισία, την ανεντιμότητα και τον φτηνό έπαινο.
Δεν ανέχομαι πια τη δήθεν πολυμάθεια, ούτε την ακαδημαϊκή αλαζονεία. Δεν συμπλέω με το λαϊκίστικο κουτσομπολιό.
Μισώ τις συγκρούσεις και τις συγκρίσεις.
Πιστεύω σε έναν κόσμο γεμάτο αντιθέσεις και γι’ αυτό αποφεύγω τους ανθρώπους με αυστηρή και άκαμπτη προσωπικότητα.
Φιλία χωρίς εμπιστοσύνη δεν υπάρχει και η προδοσία στη φιλία δεν χωράει.
Δεν τα πάω καλά με όσους δεν ξέρουν πώς να χαρίσουν μια φιλοφρόνηση ή μια λέξη ενθάρρυνσης.
Οι υπερβολές με κουράζουν και δύσκολα αποδέχομαι όσους δεν συμπαθούν τα ζώα.
Και πάνω από όλα δεν έχω υπομονή για όποιον δεν αξίζει την υπομονή μου».
ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ, λοιπόν, και φαινομενικά κυνισμός απέναντι σε όλους όλα τα παραπάνω; Μάλλον μια γερή δόση ειλικρίνειας θα λέγαμε! Ούτως ή άλλως οι «θυμωμένες» σκέψεις του Πορτογάλου συγγραφέα ζωγραφίζουν μια απέραντη κατάσταση επιφυλακτικότητας που μας έχει διαπεράσει όλους. Αλλά, ανέκαθεν δεν γκρινιάζουμε για τις «συνθήκες» μέσα στις οποίες ζούμε; Κι αυτές ποιοι τις δημιουργούν, αν όχι εμείς; Έχει ιστορικά αποδειχθεί πως οι άνθρωποι που γίνονται διάσημοι (καλώς ή κακώς) είναι εκείνοι που ψάχνουν και βρίσκουν τις κατάλληλες περιστάσεις, ώστε να πραγματοποιήσουν το σκοπό τους. Κι όταν δεν τις βρίσκουν, τότε απλά τις δημιουργούν οι ίδιοι σκορπώντας το φόβο!