Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

“Φραγκοσυριανή”

Κάθε τραγούδι έχει την ιστορία του, αλλά δεν είναι όλες οι ιστορίες γνωστές. Έτσι, σε πολλές περιπτώσεις µπορεί να βρει κανείς διάφορες εκδοχές για το πώς προέκυψε κάποια δηµιουργία. Σε ό,τι αφορά τη “Φραγκοσυριανή”, δεν υπήρξε τέτοιο πρόβληµα, αφού ο δηµιουργός της, ο Μάρκος Βαµβακάρης, φρόντισε ο ίδιος να ξεκαθαρίσει σε συνέντευξή του, το πώς γεννήθηκε το τραγούδι. Ένα τραγούδι που υµνεί την οµορφιά µιας γυναίκας από τη Σύρο, αλλά και το ίδιο το νησί.

 

Στίχους και µουσική έχει γράψει το 1935 ο ίδιος ο Βαµβακάρης. Ένα τραγούδι το οποίο έχει ηχογραφηθεί και επανεκτελεστεί από πολλούς γνωστούς Έλληνες καλλιτέχνες µε την πιο γνωστή διασκευή να θεωρείται αυτή του Γρηγόρη Μπιθικώτση, το 1960, η οποία το έκανε και περισσότερο γνωστό στο ευρύ κοινό.

Οι στίχοι του τραγουδιού είναι κυρίως ερωτικοί, και αναφέρονται σε µία γυναίκα, της οποίας δεn γίνεται γνωστό το όνοµα, παρά µόνο ότι είναι Φραγκοσυριανή. Κι ο έρωτας που ζει ο ήρωας του τραγουδιού ζωντανεύει σε διάφορες περιοχές της Σύρου. Το κοµµάτι αναφέρει 8 περιοχές του νησιού: Φοίνικα, Παρακοπή,  Γαλησσά, Nτελαγκράτσια (ή Ποσειδωνία), Πατέλι, Νιχώρι, Αληθινή, Πισκοπιό.

Αφορµή για να γράψει ο Βαµβακάρης αυτούς τους στίχους, δεν ήταν ένας µεγάλος έρωτας όπως όλοι υποθέτουν λόγω των στίχων του τραγουδιού “Φραγκοσυριανή” αλλά µιας βαθιάς και µοναδικής µατιάς του συνθέτη σε µια όµορφη κοπελιά. Βρισκόµαστε στη δεκαετία του 1930, τότε που ο Μάρκος Βαµβακάρης, έκανε εµφανίσεις στη Σύρο, στη γενέτειρά του. Είναι γνωστό πως όταν έπαιζε µε το µπουζούκι του, συνήθιζε να κοιτά χαµηλά και όχι το κοινό που τον παρακολουθούσε. Σε µία από αυτές τις εµφανίσεις, σήκωσε το κεφάλι του και είδε µία όµορφη κοπέλα.

Όπως ο ίδιος είχε πει: «Όλος ο κόσµος της Σύρου µ’ αγαπούσε πολύ, διότι κι εγώ ήµουν Συριανός και το είχαν καµάρι οι Συριανοί. Κάθε καλοκαιράκι µε περίµεναν να πάω στη Σύρα να παίξω και να γλεντήσει όλη η Σύρα µαζί µου. Το 1935 πήρα µαζί µου τον Μπάτη, τον αδερφό µου τον µικρό και τον πιανίστα Ροβερτάκη και πήγα για πρώτη φορά στη Σύρο, σχεδόν είκοσι χρόνια αφ’ ότου έφυγα από το νησί. Πρωτόπαιξα, λοιπόν, σ’ ένα µαγαζί στην παραλία, µαζεύτηκε όλος ο κόσµος. Κάθε βράδυ γέµιζε ο κόσµος το µαγαζί κι έκατσα περίπου δύο µήνες. Εγώ, όταν έπαιζα και τραγουδούσα, κοίταζα πάντα κάτω, αδύνατο να κοιτάξω τον κόσµο, τα έχανα. Εκεί όµως που έπαιζα, σηκώνω µια στιγµή το κεφάλι και βλέπω µια ωραία κοπέλα. Τα µάτια της ήταν µαύρα. ∆εν ξανασήκωσα το κεφάλι, µόνο το βράδυ τη σκεφτόµουν, τη σκεφτόµουν… Πήρα, λοιπόν, µολύβι κι έγραψα πρόχειρα: Μία φούντωση, µια φλόγα, έχω µέσα στην καρδιά.
Λες και µάγια µου ‘χεις κάνει, Φραγκοσυριανή γλυκιά…

Ούτε και ξέρω πως τη λέγανε ούτε κι εκείνη ξέρει πως γι΄ αυτήν µιλάει το τραγούδι. Όταν γύρισα στον Πειραιά, έγραψα τη Φραγκοσυριανή».
Τόσο απλά… γιατί έτσι απλά γράφονται τα µεγάλα τραγούδια.
Άλλωστε, ο Βαµβακάρης ανήκε στη θρυλική “τετράς” την ξακουστή που άλλαξε τα πάντα στην ιστορία του ρεµπέτικου τραγουδιού.

Καλές ακροάσεις µέχρι την επόµενη ιστορία µε ρεφρέν!

 


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα