» Ένας διαχρονικός πρωταθλητής του πνεύµατος
Ο Τσέχος Φραντς Κάφκα, ένας από τους σπουδαιότερους λογοτέχνες του εικοστού αιώνα, γεννήθηκε στις 3 Ιουλίου 1883 από µία γερµανόφωνη εβραϊκή οικογένεια της µεσαίας τάξης, στην Πράγα. Τότε ήταν µία εξέχουσα πολιτεία της παλαιάς της παλαιάς Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας.
Οι πρόγονοί του, κατοικούσαν για χρόνια στην αγροτική ενδοχώρα της Βοηµίας. Ο πατέρας του ήταν ένας αυστηρός, αυτοδηµιούργητος Τσεχοεβραίος έµπορος ενδυµάτων, η δε µητέρα του, που προερχόταν από µια αστική οικογένεια, χαρακτηριζόταν, λένε, από µια έντονα ονειροπόλα διάθεση µε µια ροπή προς την εκκεντρικότητα, ένα στοιχείο αντιθετικό, σαφέστατα, µε την αυστηρότητα του πατέρα του. Ο συγγραφέας, είχε τρεις αδελφές, που όλες πέθαναν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης όπως επίσης είχε και δύο αδελφούς που εγκατέλειψαν πολύ πρόωρα τα εγκόσµια, στις ηλικίες των δεκαπέντε και έξι µηνών, αντιστοίχως.
Η ατυχία δηλαδή, σηµάδεψε από νωρίς τη ζωή του. Στα τσέχικα, το όνοµα Κάφκα (Κανκα) σηµαίνει την κάργια (την καλλιακούδα), κάτι που αποτέλεσε και το έµβληµα της επιχείρησης του Χέρµαν Κάφκα, του γεννήτορα του. Ο Κάφκα,ένα πολύ δυνατό µυαλό, µοναχικός, του αρχαιοελληνικού λάθαι βιώσας οπαδός, εξαρχής όρθωσε το ανάστηµα του ενάντια στο πεπρωµένο. Αυτού λοιπόν, του ξεχωριστού Φράντς Κάφκα, που φέτος, το 2024, συµπληρώνονται 100 χρόνια από τον θάνατο του, αυτού, του
δηµιουργού το πνεύµα, σήµερα, υπάρχει παντού. ∆ικαίως, σίγουρα, µα και για να µας υπενθυµίζει την ακράδαντη πεποίθηση του πώς «µονάχα η λογοτεχνία µπορεί να κόψει, σαν ένα τσεκούρι, την παγωµένη θάλασσα εντός µας».
Ο Κάφκα, χαρακτήρας, ανεξάρτητος, διαφοροποιήθηκε γρήγορα από τους αυστηρούς κανόνες της εβραϊκής θρησκείας. Άλλωστε εκείνου πάντα, του οξυδερκή, του διεισδυτικού, του ερευνητικού, το τέλειο µετερίζι ήταν η αποµόνωση και η γραφή, ο έρωτας της λογοτεχνίας. Η επίγεια αγωνία του
ήταν πάντοτε η αναζήτηση της ελευθερίας, η ατοµική, η λεκτική, η ερωτική. Στο άκρως µοναχικό σύµπαν του Κάφκα, τη θέση του ∆ηµιουργού Θεού, του Παντεπόπτη, ηγετική θέση κατέχει µονάχα, ο απελπισµένος εαυτός του. Αναπαυµένος υπαρξιακά, από τη γοητεία της ταπεινότητας, µε το φωτεινότατο µυαλό του και µε τη διαρκώς αγωνιούσα ψυχή του, παρατηρώντας προσεκτικά τα διεθνή γεγονότα της εποχής του, προδικάζει τις πορείες των πραγµάτων. Προβλέπει τρόπον τινά, την κατάρα των ολοκληρωτικών καθεστώτων, τον Σταλινισµό και τον Ναζισµό. Γιατί το βλέπει πεντακάθαρα, ο τόσο ιδιοφυής Κάφκα, πώς έχει καταντήσει ο σύγχρονος άνθρωπος. Σαν να έχει δηλαδή κατολισθήσει, σαν να είναι µόνο ένας κυνηγός της ύλης, να είναι γενικά ένας ανθρωποφύλακας, του ίδιου του, εντελώς άγνωστου εαυτού του.
Γι’ αυτό, ο µεγάλος συγγραφέας, τάσσεται εξαρχής κατά της άµετρης τεχνολογικής προόδου, κατά της εκβιοµηχάνισης των πάντων, που κατά τη γνώµη του, θα πνίξουν, όπερ και έγινε ήδη, τα υψηλά συναισθήµατα, µέσα στο παγωµένα των εγωιστικών υπολογισµών.
Και θα µετατρέψει την αξιοπρέπεια των ανθρώπων, σε µια απλή, ανταλλακτική αξία της αγοράς.
Στο έργο του Κάφκα κυριαρχεί το παράλογο, το φανταστικό, το αλληγορικό, το γκροτέσκο. Ο κ Κάφκα, κατανοώντας τις άπειρες εκφραστικές δυνατότητες που µας δίνει απλόχερα ή παρατήρηση του ζωικού βασιλείου, περιγράφει κοµψά, συµβολικά, σκεπτικιστικά και ιδιόµορφα, χιλιάδες νοήµατα, σκέψεις, κοινωνικές τοποθετήσεις. Όπως να, π.χ, ένα ασήµαντο, µικρό έντοµο, που όµως µπορεί να σκαρφαλώσει στο ταβάνι του σπιτιού για για να παρακολουθεί από εκεί, άνετα, τους πάντες.
Μια σηµερινή εξήγηση αυτού του απλούστερου, θα µπορούσε, λέµε, να ήταν, η γιγαντιαία οθόνη ενός σύγχρονου υπερ-υπολογιστή. Όχι; Μα αφού εµπεριέχει µέσα στα τεχνολογικά σπλάχνα του, δισεκατοµµύρια πληροφορίες καταχωρηµένες, για όλα τα πλάσµατα του πλανήτη Γη. Να ο έλεγχος, από το µικρούλι έντοµο, το δυνητικά σήµερα, αύριο, µεθαύριο, ολοένα διογκούµενο µεγαθήριο τον Κάφκα, που θα κατασκοπεύει και θα ελέγχει έτσι, τόσο µυστικά και αθόρυβα, όλους µας. Αλλά πέρα του ότι είναι ένας σαγηνευτικότατος συγγραφέας και ένας µεγάλος διανοούµενος, ο Κάφκα ήταν πολύ µπροστά από την εποχή του. Αφού το πίστευε πως η ψυχρή εκπαίδευση, η επιστήµη και η τεχνολογία, απλά θα φτιάξουν ελκυστικά πορτοφόλια από ανθρώπινο δέρµα. ∆ηλαδή, µε άλλα λόγια, κατάλαβε πως η µελλοντική πρόοδος της ανθρωπότητας, δεν είναι εγγυητής καλύτερων ανθρώπινων συµπεριφορών µα ούτε και είναι ικανή να εξουδετερώσει, την επερχόµενη βία των κοινωνιών.
Ο Κάφκα, απεχθάνεται το άδικο, κρατούν σύστηµα, που το απεικονίζει τέλεια µε τους συµβολισµούς του, στην περιβόητη «∆ίκη» του, στον περίφηµο «Πύργο» του, στη συγκλονιστική «Μεταµόρφωση» του. Στον Πύργο του, ο αντιήρωας του, ο Κ απορρίπτεται στον αγώνα του να πλησιάσει µια εξουσία απρόσωπη και απόρθητη. Σε αυτό το τελευταίο του µυθιστόρηµα, ο Κάφκα, µιλάει συνοπτικά για ό,τι έµελλε να κυριαρχήσει στον εικοστό αιώνα.
Μιλάει για τη µοναχικότητα, για το άγχος του σύγχρονου ανθρώπου που στέκει αδύναµος ή παραπατάει απέναντι στον φόβο, πολλών νέων παράλογων γεγονότων, που εξουθενώνουν τον πολύ κόσµο, που δεν έχουν τέλος. Με τον άνθρωπο, τον κάθε παραγκωνισµένο άνθρωπο, τον εξοβελισµένο στις γωνίες του χρόνου, τον κάθε δυστυχισµένο που θα διψάει πάντα για λίγες ανάσες, ελευθερίας, αξιοπρέπειας, χαράς. Και αυτή η αίσθηση του ανολοκλήρωτου, που µια ζωή τον κατεδίωκε, αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στον λαµπρό «Πύργο» του. Σε αυτό του το έργο, που ο Κ είναι ένας χωροµέτρης, που στα γερµανικά λέγεται Landvermesser, δεν είναι Θεός, κάνει σφάλµατα στις µετρήσεις του, αλλά, συνάµα, που συλλαµβάνει τον εαυτό του, να ΄ναι παράλληλα ένας εραστής της αλαζονείας.
Λένε πως στο σύµπαν του Κάφκα, δεν χωρούν οι καλεσµένοι, µα µονάχα οι εισβολείς. Εκεί λοιπόν που το σώµα και η ψυχή µας ασθενούν, εκεί έρχεται η ποικιλία της λογοτεχνικής έκφρασης, σαν µονόδροµος για την αλήθεια και την οµορφιά των σχέσεων. Εκεί που κιτρινιάζουν οι µέρες, έρχονται τα ζώα και να ζωύφια του Κάφκα να επιτεθούν στην ωµή πραγµατικότητα, µήπως και τη νικήσουν. Τα ζώα και τα έντοµα του, που αψηφούν τους νόµους της βαρύτητας, τους νόµους της ζωής.
Τον Ιανουάριο του 1922, δυο χρόνια πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, ο τρανταεννιάχρονος Κάφκα εξοµολογείται. «Ήταν, λέει, σαν να µου δόθηκε το κέντρο ενός κύκλου, όπως σε κάθε άνθρωπο άλλωστε. Και σαν νάπρεπε να διασχίσω το µήκος της αποφασιστικής ακτίνας και στη συνέχεια να σχηµατίσω ένα τέλειο κύκλο. Αντί όµως γι’ αυτό, ξεκίνησα µε την ορµή να χαράξω την ακτίνα. Μια ορµή όµως που πάντοτε αναστελλόταν. Παραδείγµατα επί τούτου, πιάνο, βιολί, γερµανική φιλολογία, σιωνισµός, αντισιωνισµός, εβραϊκά, κηπουτική, λογοτεχνία, απόπειρες γάµου. Από το κέντρο λοιπόν, αυτού του φανταστικού κύκλου, ξεκινούν ένα πλήθος µισοαρχινισµένες σκηνές, έτσι δεν υπάρχει πια θέση για µια νέα απόπειρα, τελικά, καµιά προσπάθεια δεν ολοκληρώνεται.
Στα «Γράµµατα προς τη Μιλένα», θα γράψει: «Τα γραµµένα φιλιά, ποτέ δεν φτάνουν στον προορισµό τους, τα φαντάσµατα τα ρουφούν επάνω στον δρόµο. Η ανθρωπότητα, αυτό το αναγνωρίζει και αγωνίζεται ενάντια. Για την εξουδετέρωση της παρουσίας των φαντασµάτων, για την ηρεµία των ψυχών, για τη φυσική επικοινωνία, ανακάλυψε το αυτοκίνητο, το τρένο, το αεροπλάνο. Όλα αυτά σε τίποτα δεν βοηθάνε, είναι εφευρέσεις που έγιναν, αφού είχε αρχίσει η πτώση. Οι αντίπαλοι είναι πολύ πιο ήρεµοι και ισχυροί. Ανακάλυψαν, µετά από αυτά, το ταχυδροµείο, τον τηλέγραφο, τον ασύρµατο. Κοίτα, τα πνεύµατα, δεν πρόκειται να πεθάνουν της πείνας, εµείς όµως, θα σβήσουµε».
Ο Κάφκα, ήταν εξαιρετικά µορφωµένος. Τελειώνοντας το Λύκειο, σπούδασε Χηµεία στο Πανεπιστήµιο της Πράγας. Έπειτα σπούδασε Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά, παίρνοντας τελικά πτυχίο Νοµικής. Εργάστηκε σε δύο ασφαλιστικές εταιρείες, παραιτήθηκε µετά. Αρκετά καταθλιπτικός σαν χαρακτήρας, ερωτεύτηκε σφόδρα τη Φελίτσι Μπάουερ, την οποία µάλιστα αρραβωνιάστηκε δις. Το 1913 σε ένα γράµµα του της γράφει πως «ο πραγµατικός µου φόβος είναι πως ποτέ δεν θα µπορέσω να σε κάνω δική µου, και από αυτό δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο». Ο Reiner Stach, βιογράφος του, υποστηρίζει πως ο Κάφκα πάντα έκανε µία αυστηρή διάκριση σχετικά µε τις γυναίκες. Τις ξεχώριζε σε αυτές που διαθέτουν αληθινά συναισθήµατα και στις άλλες που είναι δίχως ειλικρίνεια. Ένας άλλος κορυφαίος κριτικός ο Χάρολντ Μπλούµ, υποστηρίζει πως αυτός ο µεγάλος συγγραφέας, ο Φραντς Κάφκα, ποτέ δεν εξέφρασε το πνεύµα της εποχής του, µα βασικά, συνέχεια ενδοσκοπείτο, συνεχώς ανακάλυπτε τον εαυτό του. Όµως, από όσα ξέρουµε για αυτόν, ένα είναι σίγουρο, πως πάντα ένιωθε µια βαθιά απόγνωση για το µέλλον, τότε, όταν ή προηγµένη τεχνολογία θα αποκαλύψει τη σκληρή, θανατερή της δύναµη.
Κάθε χρόνο, διεθνώς, απονέµονται πολλά βραβεία προς τιµήν που. Στην Πράγα, στην Αµερική, αλλού. Προσφέρονται, σοβαρά χρηµατικά έπαθλα µαζί µε µικρά αγαλµατίδια του προσώπου του. Εδώ το Goethe Institut της Ελλάδος προσπαθεί φέτος, µε πολλαπλές εκδηλώσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, να µας εξηγήσει τον µυστηριώδη κόσµο του Κάφκα. Το γιατί πάντα παραµένει επίκαιρος, το γιατί µας συναρπάζει, τι είναι από που τον κάνει τόσο ανθεκτικό στον χρόνο.
Ο Φραντς Κάφκα έλεγε πως στην ουσία «πιστεύω, σηµάνει ότι απελευθερώνω, µέσα µου το άφθαρτο». Ο Γερµανός λογοτέχνης και φιλόσοφος Έρµαν Έσσε (βραβείο Νόµπελ Λογοτεχνίας, 1946) έχει γράψει για αυτόν το εξής. «Ότι είναι ο µοναδικός άνθρωπος στον κόσµο που µπορεί να σε βυθίσει στο σκοτάδι, ενώ όλα τα γύρω φώτα είναι αναµµένα».
Ο άνθρωπος που είχε την επιθυµία να καεί όλο το συγγραφικό του έργο, να γίνουν µια τέφρα τα γραπτά του, διαβάζεται σήµερα µε λαχτάρα, από την ευρωπαϊκή νεολαία. Αλλά η µοίρα όλων των πλασµάτων, όλων των ανθρώπων, είναι κοινή. Κάποτε, κλείνει ο επίγειος κύκλος τους. Έτσι και ο Φραντς Κάφκα, αυτός ο απέραντα ευαίσθητος και ιδιοφυής συγγραφέας, πέθανε τον Ιούνιο του 1924, σε ηλικία µόνον 41 ετών. Μα έτσι είναι, έτσι γίνεται, οι υπεράξιες προσωπικότητες, συχνά, πολύ νωρίς, µας εγκαταλείπουν για πάντα.
*Ο ∆ηµήτρης Α. Ανδρικίδης είναι συγγραφέας, µέλος της Ένωσης Πνευµατικών ∆ηµιουργών Νοµού Χανίων