«Η πραγματική τέχνη της μνήμης είναι η τέχνη της προσοχής»
Samuel Johnson, 1709 – 1784, Άγγλος συγγραφέας
Δεν είναι αργία. Είναι ανεργία. Βρίσκω παγκάκι και καθίζω το αυτοσχέδιο ευφυολόγημα. Το κλισέ, που έμαθα να δημιουργώ καλά εκπαιδευμένος από απαίδευτες δημοσιογραφικές πένες. Μια ανάσα να πάρω στον ήλιο, προστατευμένος από απειλητικό ανοιξιάτικο ρεύμα και αστειάκι του κιλού. Στις μέρες μας, όλα σερβίρονται σε μεγάλη συσκευασία του κιλού. Να χορτάσει μιζέρια όλη η οικογένεια.
Πολλές φορές επιλέγω παγκάκι σε κεντρικό σημείο της πόλης. Ακινητοποιημένος, μπορείς να καταλάβεις καλύτερα την ταχύτητα ανθρώπων και πραγμάτων. Διαβάζεις καλύτερα τον ρυθμό της μέρας. Και δεν χρειάζεται να κοιτάς τα πρόσωπα. Τουλάχιστον, όχι αρχικά. Από το βήμα και μόνο διακρίνεις τη διάθεση. Προσθέτεις κατόπιν τις κινήσεις των χεριών και το γράψιμο του τρίγωνου που φτιάχνουν οι άκρες των ματιών με την ακμή του σαγονιού. Μπροστά σου η πόλη, είναι αθλητικά παπούτσια νεαρών που μόλις ξεκίνησαν καριέρα παχυσαρκίας. Ψηλοτάκουνα μποτάκια που τιμωρούν και τιμωρούνται σε πλακόστρωτα. Φορέματα αργίας και ατσαλάκωτα παντελόνια υψηλόβαθμων στελεχών επιχειρηματικής απραγίας. Πουκαμίσες ριχτές με τσάκιση βαλίτσας σε ατέρμονους τουριστικούς περιπάτους. Νευρικά τσαντάκια και κινητά τηλέφωνα αγκυλωμένα σε παλάμες. Ανασηκωμένα φρύδια σε αναζήτηση του γνώριμου. Προστατευμένα πολλές φορές τα μάτια πίσω από γυαλιά, συντηρούν αποστάσεις ασφαλείας. Μα το σαγόνι, πάντα εκεί. Πάντα έκθετο. Να απορροφά το βάρος της σκέψης ή στην καλύτερη περίπτωση την πολυπόθητη ελαφράδα του ανέμελου.
Ο Μάιος μας έφτασε, εμπρός βήμα ταχύ. Φτάσαμε ήδη κοντά στα μισά της χρονιάς. Σαν προχθές γεννήθηκε, σαν χθες βαφτίστηκε, πριν λίγο Τον αναστήσαμε. Δεν μας έμεινε τίποτα άλλο παρά μια ανάσα μέχρι την επιλογή του κατάλληλου αντιηλιακού, της κατάλληλης ξαπλώστρας, της κατάλληλης διάθεσης για ένα ακόμα μεγάλο, φωτεινό καλοκαίρι.
Αυτή η άνοιξη να περάσει μόνο. Να ξεμπουκώσουν οι μύτες από τη μισητή αλλεργία, να πάψει επιτέλους ο ουρανός να φτιάχνει σύννεφα, να αδειάσει ο καναπές του σαλονιού και να γεμίσει το μπαλκόνι, να γεμίσουν οι κάλπες, να μετρηθούν οι αποφάσεις, να ληφθούν σοβαρά υπόψη τα μηνύματα του “κυρίαρχου λαού”. Να ξεμπερδεύουμε. Κι αν δεν αρέσουν οι κυριακάτικες εκλογικές αποφάσεις, να ξαναμπερδέψουμε την τράπουλα με αναπάντεχες κομματικές συμφωνίες, απολιτίκ ρητορείες, μνημονιακές και μεσοπρόθεσμες κατάρες, αλλά πάντα με χτυπήματα στην πλάτη μας, για τις θυσίες που προσφέραμε για να σωθεί το έθνος. Μέχρι τότε στην πλάτη μας μόνο πετσέτα και το πρώτο πιθανό κοκκίνισμα από την πολύωρη εξάσκηση στο άθλημα της παραλιακής αντισφαίρισης.
Η σκέψη μας θα βυθιστεί σε νερά Αιγαίου, στο απέραντο γαλάζιο μιας αρχόμενης επιλεκτικής αμνησίας. Αυτή είναι η αγαπημένη μας συνήθεια. Κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας καταφέρνουμε να κρύβουμε αυτό που πρέπει να παραμένει στην επιφάνεια της μνήμης μας. Αυτό είναι το τρωτό μας σημείο. Η μνήμη μας παραμένει καθαρή, αλλά αρκούντως επιλεκτική.
Θυμόμαστε τα δικαιολογητικά της εφάπαξ κοινωνικής επιδότησης, αλλά ξεχνάμε την εν μία νυκτί και αναδρομική με μορφή κατεπείγοντος μείωση των συντάξεων. Θυμόμαστε τη Μέρκελ στο αεροδρόμιο να εκφράζει θαυμασμό για το εύρος του πλεονάσματος, αλλά ξεχνάμε την καγκελάριο που ζητούσε μνημονιακές επιστολές μεταμέλειας όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Θυμόμαστε τον Σαμαρά να προστατεύει και να συντηρεί κυβερνητικά το Βενιζελικό ΠΑΣΟΚ, αλλά μας διαφεύγει η επιμονή του να διατηρεί τον Παπανδρέου απελπιστικά απομονωμένο. Αρχίσαμε να φτιάχνουμε εικόνα του Κουβέλη ως Προέδρου Δημοκρατίας, αλλά ξεχάσαμε την αδυναμία της ΔΗΜ.ΑΡ. να αξιοποιήσει έστω και σε ελάχιστο βαθμό, την παρουσία τμήματος της Αριστεράς σε υπουργικά αξιώματα.
Θυμόμαστε την άρση ασυλίας των βουλευτών της Χρυσής Αυγής, αλλά ξεχνάμε να στηλιτεύσουμε την ανοησία και μόνο της ύπαρξης θεσμού ασυλίας γι’ αυτούς που εκλέγονται με σκοπό να χαράξουν εθνικές πορείες. Θυμόμαστε την ατυχή εξαγγελία δημοψηφίσματος, την κολοκυθιά με τη λίστα Παπακωνσταντίνου, αλλά ξεχνάμε τα στατιστικά Αλογοσκούφη και Παπαθανασίου. Θυμόμαστε το Καστελόριζο, αλλά ξεχνάμε το Βατοπέδι. Με λίγα λόγια θυμόμαστε όχι μόνο επιλεκτικά, αλλά κι απρόσεκτα.
Στοιβάζουμε απλά πληροφορίες, αφημένοι κι εμείς σε γραφειοκρατικές συνήθειες δεκαετιών. Κι όταν φτάνουμε στο επόμενο αδιέξοδο, εφευρίσκουμε «Ποτάμια» για να ξεδιψάσουμε κι «Ελιές» μήπως χορτάσουμε.
Στοιβάζω κι εγώ τις σκέψεις μου, μέρα αργίας στο παγκάκι. Ακινητοποιημένος. Γιορτινός. Και αφοπλιστικά μπερδεμένος.