Όταν βρέθηκα προ ημερών στο πατρικό μου σπίτι, όπου φυλάσσεται μεγάλο μέρος της βιβλιοθήκης μου, έτυχε να ξαναβρώ τον επιτάφιο λόγο του Αθηναίου πολιτικού, Περικλέους από το 2ο βιβλίο της “Ιστορίας” του Θουκυδίδη, για τους συμπατριώτες του νεκρούς του πρώτου χρόνου του αδελφοχτόνου πελοποννησιακού πολέμου (431 π.Χ.) και τα σχόλια που είχα ως μαθητής λυκείου να γράψω για αυτόν.
Ετσι, έπεσε το μάτι μου και σε ένα μικρό απόσπασμα από το εγκώμιο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, που ακούστηκε από τα χείλη του μεγάλου Αθηναίου ηγέτη του 5ου αι. π.Χ.. Η μετάφραση είναι μιας άλλης σημαντικής μορφής της ελληνικής πολιτικής ιστορίας, του Ελευθερίου Βενιζέλου (κεφάλαιο 40).
«Εις την πόλιν μας, άλλωστε, εκείνοι που επιμελούνται τας προσωπικάς των υποθέσεις δεν αμελούν δια τούτο τας δημοσίας, και μολονότι άλλοι μεν είναι απησχολημένοι εις τούτο, άλλοι δε εις εκείνο το επιτήδευμα, όλοι εννοούν επαρκώς τα πολιτικά πράγματα. Διότι μόνοι ημείς εκείνον που δεν μετέχει εις αυτά θεωρούμεν όχι φιλήσυχον, αλλ’ άχρηστον πολίτην, και εφόσον δεν λαμβάνομεν οι ίδιοι την πρωτοβουλίαν των ληπτέων αποφάσεων, κρίνομεν τουλάχιστον ορθώς περί των μέτρων, τα οποία άλλοι εισηγούνται, πιστεύοντες ότι τα έργα ζημιώνει όχι η συζήτησις, αλλά το να μη διαφωτισθή κανείς προηγουμένως δια της συζητήσεως, πριν έλθη η ώρα της δράσεως[…].».
Πολλά, λοιπόν, δυσεπίλυτα προβλήματα, καθημερινά, μαστίζουν την παγκόσμια κοινωνία. Ανεργία, οικονομική δυσπραγία, απαιδευσιά αντάμα με σκοτεινές οπισθοδρομικές προκαταλήψεις και σεμνότυφες και ηθικοπλαστικές ιδεοληψίες ταλανίζουν την εντός και την εκτός σπιτιού ζωή πολλών από τους συνανθρώπους μας, παρά την φαινομενική υλική και πνευματική πρόοδο ατόμων και λαών. Και πριονίζουν τα θεμέλια της κοινωνίας σαν καλικάντζαροι. Και της κατατρώγουν τα σωθικά σαν αγιάτρευτο σαράκι, καθώς δίδουν αφορμές να βγουν στην επιφάνεια νοσηρά κοινωνικά φαινόμενα, όπως ο στείρος φανατισμός και ο τυφλός ρατσισμός που διχάζουν τις κοινωνίες και τους λαούς αντί να τους ενώνουν στις δυσκολίες της καθημερινότητας. Οι σκέψεις τούτες δεν παύουν στιγμή να τριγυρνούν μέσα μου αφότου άκουσα για τη νίκη της ακροδεξιάς στις γαλλικές περιφερειακές εκλογές και άρχισα να αναζητώ τα αίτια της ψήφου αυτής του γαλλικού λαού…
Προσωπικά, θα συμφωνήσω με τον Περικλή πως όποιος δε συμμετέχει στα κοινά είναι άχρηστος κι ανίκανος για τον κοινωφελή του προορισμό, γιατί, κατά τη γνώμη μου, υποσκάπτει την κοινωνική οργάνωση. Δεν μπορεί να βλέπει την κοινωνική «ανοργανωσιά και παράλυση», να βλέπει πώς η παγκοσμιοποίηση συνέθλιψε κάθε τοπικό πολιτισμό και βλέπεις από τη Νέα Υόρκη έως το πιο απομονωμένο χωριό της Ελλάδας π.χ. συγκεκριμένο τρόπο ντυσίματος ή μια και μόνη μάρκα αναψυκτικών και να παραμένει αδρανής, στη ληθαργική σιωπή του!
Η αποχή απ’ τις θεσμοθετημένες και καθ’ όλα δημοκρατικές διαδικασίες μιας ευνομούμενης πολιτείας σημαίνει, νομίζω, το άνοιγμα του δρόμου σε προβατόσχημους λύκους, στους με αναπτυξιακό και επενδυτικό τάχα προφίλ οικονομικούς «παράγοντες» των χωρών ή στους με κοινοβουλευτικό μανδύα διχτάτορες και δημαγωγούς βιαστές της αληθινής λαϊκής θέλησης να παρασύρουν αλόγιστα το λαό, όπου αυτοί θελήσουν. Και γι’ αυτό, κάθε συνειδητός και μυαλωμένος πολίτης πρέπει να ’χει σθένος ψυχής και παρρησία ν’ αντιτάσσεται στους επίδοξους “αιμοδιψείς” τυράννους του και σ’ όσους τον θέλουν αγόγγυστο σκλάβο.
Τι συμβαίνει, όμως, όταν κάποια στιγμή όλα, ακόμα και οι δημοκρατικές διαδικασίες, όπως η συμμετοχή στις εκλογές και η ανάδειξη από αυτές κυβέρνησης για τη χώρα και αρχόντων για τους διάφορους βαθμούς της τοπικής αυτοδιοίκησης, ανακαλύπτεις ότι είναι «σικέ» ή «ευνοεί» άθελά σου όλους όσοι έχουν στο νου τους να καταστρέψουν προς ίδιον όφελος τον κοινωνικό ιστό περιχαρακωμένοι γύρω από μιαν επίπλαστη ηθική «κομμένη και ραμμένη» στα μέτρα τους αντί να βοηθήσουν την κοινωνία να ορθοποδήσει υπερφαλαγγίζοντας τα προβλήματα της δημόσιας και της ιδιωτικής ζωής των πολιτών;
Οτι, μ’ άλλα λόγια, οι οικονομικά ισχυροί, οι ηθικά υποκριτές και οι πολιτικά πανούργοι τούτης της ευμετάβολης και αεικίνητης, της ταξικής, ιμπεριαλιστικής και καπιταλιστικής εποχής, που ζούμε καθημερινά, βλέπουν τον καθένα μας σαν πιόνι και τους πολιτικούς ως μέσο για να εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους και μόνο ανάλογα μ’ αυτά τους ανεβοκατεβάζουν στην… (τοπική ή εθνική) εξουσία;
Σε πιάνει φρίκη και απόγνωση αρχικά, μα αμέσως μετά, πεισμώνεις και ορθώνοντας το ανάστημά σου, παρασύρεις όσους μπορείς περισσότερους και ξεκινάς, κατά τη γνώμη μου, να κλείνεις, πρώτα απ’ όλα, κάθε χαραμάδα, απ’ όπου μπορεί να εφορμήσει ο εισβολέας “μεγαλοκαρχαρίας” προς εσένα το ανήμπορο και ανυπεράσπιστο μαλάκιο και κατόπιν, με όλη σου τη δύναμη και με τα μάτια και τα αφτιά ορθάνοιχτα, ξαγρυπνάς και επαναστατείς σ’ ό,τι τείνει να σε ισοπεδώσει ή να σε διαφθείρει.
Και όχι μόνο λαμβάνοντας αφορμή ό,τι έγινε προ ημερών στη Γαλλία, αλλά κυρίως εξαιτίας όσων ζούμε κάθε στιγμή σε όλον τον κόσμο, οι καιροί, φρονώ, επιβάλλουν ο καθένας μας να καιροφυλαχτεί και να βάλει φρένο -μ’ όλες του τις ψυχοσωματικές δυνάμεις- στην εκμετάλλευση, προς ίδιον όφελος, της φτώχειας και της απαιδευσιάς και της ανεργίας του κοσμάκη, αλλά και στην κατάχρηση της εξουσίας από τους αρχομανείς, αργυρώνητους, πολεμόχαρους, αναιδείς (οικονομικά και πολιτικά) κρατούντες παγκοσμίως.
Συνάμα, πρέπει να αγωνίζεται και να στερήσει τη δυνατότητα στους αυτόκλητους «μεσσίες και σωτήρες» να εκμεταλλεύονται τη σιωπή του, να μιλούν για λογαριασμό του και τα… ανίκανα και ανήθικα γλοιώδη ερπετά να θέτουν αυτόν, τον πραγματικό ηνίοχο της κοινωνίας, στο… περιθώριο, διδάσκοντάς τον, τάχα, ήθος, ει δυνατόν!
Εσείς, αλήθεια, τι λέτε;