Συνέντευξη στα “Χ.Ν.” τον Μάιο του 1972
Τον Μάιο του 1972 «η Κρήτη και ιδιαίτερα τα Χανιά γιόρτασαν[…] την 31η επέτειο της Μάχης της Κρήτης[…]. Τις μέρες αυτές στα Χανιά βρέθηκαν και Γερμανοί που έλαβαν μέρος -και επέζησαν- στη Μάχη της Κρήτης. Δειλά-δειλά σέρνουν σήμερα τα βήματά τους στα μέρη που τότε βρέθηκαν μα ό,τι έχουν να θυμηθούν όπως οι ίδιοι ομολογούν, είναι η ηρωική αντίσταση του κρητικού λαού. “Υστερα από τόσα χρόνια, φοβόμαστε, λένε, την πρώτη μας συνάντηση με τους παλιούς μας αντιπάλους. Δεν ξέραμε τι θα γίνει”».
Αυτά διαβάζουμε μεταξύ άλλων στα “Χ.Ν.” της Τρίτης 23 Μαΐου 1972, στην εισαγωγή της πρωτοσέλιδης συνέντευξης με τίτλο: “Με δέος Γερμανοί Αλεξιπτωτιστές μιλούν για τη Μάχη της Κρήτης” και υπότιτλο “φοβισμένοι ήρθαν στα Χανιά”.
Εκείνη την η εποχή ξεκινούσαν οι εργασίες για τη διαμόρφωση του γερμανικού νεκροταφείου «στην περιοχή Μάλεμε – Ταυρωνίτη, εκεί δηλαδή που σκοτώθηκαν οι περισσότεροι».
Στο τρισάγιο που είχε ψαλεί τότε στη μνήμη των πεσόντων Γερμανών είχαν παραστεί συγγενείς αλλά και συμπολεμιστές τους, οι οποίοι μάλιστα εργάστηκαν για τη διαμόρφωση του χώρου. Κάποιοι από αυτούς είχαν μιλήσει στον Ι. Γαρεδάκη για τη «Μάχη της Κρήτης και τους ηρωικούς υπερασπιστές της» ενώ για τον πόλεμο ανέφεραν ότι «ήταν μια παράλογη αιμορραγία του έθνους μας, χωρίς κανένα νόημα». Ιδιαίτερη μνεία γίνεται σε έναν αλεξιπτωτιστή που πέφτοντας στην περιοχή του Καστελίου, έμεινε παράλυτος και τότε το ’72, «έφτασε από τη Γερμανία σε αναπηρική πολυθρόνα».
Ακόμη, ο τότε πρόεδρος του Συλλόγου Εφέδρων Αλεξιπτωτιστών Ρούντολφ Χάμπουχ ανέφερε «συγκρατημένοι, φοβισμένοι ήρθαμε την πρώτη φορά στην Κρήτη. Δεν ξέραμε πώς θα μας δεχθή ο κόσμος. Τα όσα είχαν συμβή στον πόλεμο εκείνο μας τρόμαζαν. Σήμερα όπου πάμε, όλοι μας πλησιάζουν, μας μιλούν χωρίς μνησικακία. Πολλές φορές βρεθήκαμε σε περιοχές όπου οι δικοί μας είχαν εκτελέσει Κρητικούς. Κι εκεί ακόμα δεν είδαμε πρόσωπα ωργισμένα».
Εξάλλου, ένας άλλος, ο 50χρονος το 1972 Μάιερ, είπε «ήμουν 19 χρονών τότε, όπως και οι περισσότεροι που πέσαμε εδώ. Πιστεύαμε πως πολεμούσαμε για την πατρίδα μας. Είμαστε ενθουσιασμένοι. Είχαμε κάνει λάθος[…] Ερχόμαστε στην Κρήτη με τις πληροφορίες ότι θα πολεμήσουμε εναντίον Αγγλων και Νεοζηλανδών. Μεγάλη ήταν η έκπληξή μας όταν διαπιστώσαμε πως σκληρές μάχες δίναμε με τον άμαχο πληθυσμό. Ηταν κάτι το αναπάντεχο που και τότε μας προκάλεσε τον θαυμασμό».
Από τις πιο παραστατικές περιγραφές ήταν ενός ανθυπολοχαγού ονόματι Γκάστεβερ: «Επεσα πρώτος από το αεροπλάνο που μετέφερε το λόχο μου. Το αντιεροπορικό πυρ ήταν πάρα πολύ ισχυρό. Οι πιλότοι των αεροπλάνων βιάζονταν να μας… ξεφορτώσουν, για να φύγουν και να σωθούν. Πέφτοντας στο έδαφος δεν προλαβαίναμε να μαζέψωμε κανένα από τα όπλα μας. Μέναμε μ’ ό,τι είχαμε επάνω μας. Εχω πολεμήσει στην Ρωσία, στην Αφρική. Μα η Μάχη της Κρήτης ήταν για μένα η σκληρότερη. Ο λόχος μου είχε 130 άνδρες. Σκοτώθηκαν οι 80. Το τάγμα που ανήκα, του Στρέμπερ, είχε 24 αξιωματικούς. Σκοτώθηκαν οι 17. Ηταν τέτοια η σύγχυσή μας, που κατά τη γνώμη μου, ο εχθρός μπορούσε, αν ήταν καλύτερα οργανωμένος, να μας μαζέψει όλους την ίδια νύχτα. Δυο νύχτες γύριζα τραυματισμένος, διψασμένος, χωρίς να ξέρω πού πάω[…]. Ο άοπλος πληθυσμός μας πολέμησε. Δεν το περιμέναμε, όπως αργότερα δεν περιμέναμε και την τόση ευγένεια που φωλιάζει στην ψυχή του Κρητικού λαού».