Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Γερμανικές Φυλακές Αγιάς 1941 – 1945

Αναμνήσεις για το μέλλον

Στα τέλη του Σεπτέμβρη 1943, οι Γερμανοί βομβάρδισαν και πυρπόλησαν τα Τρία Χωριά του Ανατολικού Σελίνου (Κουστογέρακο, Λειβαδάς και Μονή), που ήταν κέντρα της Αντίστασης.

Όσα γυναικόπαιδα του Λειβαδά μπόρεσαν να συλλάβουν, τα μετέφεραν στη φυλακή της Αγιάς. Μία περιγραφή από τις συνθήκες κράτησης στη φοβερή φυλακή ακολουθεί παρακάτω.

Το ξεροκόμματο

…Η πείνα, η φοβέρα και οι ψείρες ήταν το μεγάλο βάσανο των κρατουμένων στην Αγιά… Είχαμε από ένα κονσερβοκούτι ο καθένας και βάζαμε εκεί ό,τι μας έδιδαν για φαγητό. Μια μέρα μας μοίρασαν κάτι που έμοιαζε με σούπα από φασολάδα. Το πιο πολύ ήταν σκέτο ζουμί. Είχε όμως πολλούς μίσχους από τα φασόλια, που έμοιαζαν με σκουληκάκια. Δουλειά δεν είχα, ρώτησα τη θεία μου τη Γιώργενα, αν είναι σκουλήκια. Εκείνη σιχάθηκε. Σταμάτησε να τρώει. Δυο γερά της χαστούκια ήταν αρκετά, για να καταλάβω πόση αγανάχτηση της είχα προκαλέσει. Συγκράτησα το κλάμα. Πήρα όμως με τρόπο και το δικό της ντενεκάκι, πήγα πιο πέρα.., χόρτασα ζουμί την ημέρα εκείνη!
***
Κοντά στο δικό μας Κελλί υπήρχε ένα άλλο με άνδρες, ανάμεσα στους οποίους ο ξακουστός λαγουτιέρης Χρήστος Λεβεντάκης και άλλοι γνωστοί μας. Η στέγη του Κελλιού εκείνου, όπως και του δικού μας, ήταν από τζάμια, σπασμένα τα περισσότερα από τον καιρό της Μάχης της Κρήτης.
Κάθε απόγευμα οι φρουροί επέτρεπαν στα παιδιά να βγαίνουμε από το Κελλί και να κινούμαστε για λίγη ώρα στην εσωτερική αυλή της φυλακής. Μου είχαν κάμει εντύπωση οι πολλές γόπες από τσιγάρα, μερικά μισοκαπνισμένα, που ήταν πεταμένα στο έδαφος.
Μια μέρα οι Γερμανοί μας μοίρασαν από ένα κομμάτι ψωμί. Ήταν σκληρό σαν πέτρα. Καθώς έψαχνα νερό για να το μουσκέψω, θυμήθηκα τις γόπες…
Μια περίεργη ιδέα ήρθε στο νου μου. Παρά την τρομερή πείνα, σκέφθηκα να μη φάω το ψωμί. Προτίμησα να χρησιμοποιήσω το ξεροκόμματο, για να αξιοποιήσω εκείνο τον «θησαυρό», τις γόπες! Κατέστρωσα γρήγορα το παράτολμο σχέδιο. Φορούσα τότε μόνο ένα βρακάκι. Κάπου βρήκα σπάγκο. Πριν βγω για περίπατο λοιπόν, έδενα τις κάτω άκρες του ρούχου σφιχτά στους μηρούς μου. Κρατούσα και το ξεροκόμματο στο χέρι και έκανα πως το δάγκωνα. Η σχεδόν ακαταμάχητη πείνα δεν κατάφερνε να υπερνικήσει τον «ιερό» σκοπό: Όπου έβλεπα γόπες, άφηνα το ξεροκόμματο να πέσει. Γονάτιζα και, παίρνοντάς το, μάζευα γρήγορα από το έδαφος όσες γόπες μπορούσα και τις έβαζα στο βρακάκι μου. Είχα μαζέψει και διάφορα χαρτιά και πανιά. Τύλιγα τις γόπες, έβαζα και μια πέτρα μέσα για να βαρύνει κάπως το δεματάκι και με τρόμο μη με δει κανείς Γερμανός το πετούσα το βράδυ στο διπλανό Κελλί, από τα ανοίγματα της στέγης. Οι άντρες άφηναν με κραυγές να ακουστεί η ευχαριστία τους για το …«ουρανοκατέβατο» δώρο!
***
Τα γυναικόπαιδα δουλεύαμε όλη μέρα, ξαίνοντας σωρούς από μαλλιά στην αίθουσα με τα τραπέζια από τσιμέντο-μωσαϊκό, που υπάρχουν ακόμη. Τα μαλλιά ήταν ίσως και από τα δικά μας πρόβατα, που τα είχαν αρπάξει και σφάξει. Μας έλεγαν: Μόλις τελειώσετε τα μαλλιά θα πάτε στα σπίτια σας. Όμως κάθε τόσο έφερναν καινούρια τσουβάλια γεμάτα μαλλιά.
Μια μέρα δόθηκε η διαταγή: Θα πάτε όλοι στα λουτρά να πλυθείτε. Πήγαμε. Γδυθείτε! Η σκληρότητα της διαταγής δεν άφηνε περιθώρια για ντροπαλότητες. Εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς την εικόνα των ολόγυμνων γυναικών και παιδιών. Όταν βγήκαμε από το μπάνιο, τα ρούχα μας είχαν εξαφανισθεί. Στη θέση τους υπήρχαν στρατιωτικές στολές, καλοκαιρινές, αν θυμούμαι καλά. Αυτές δόθηκε διαταγή να φορέσουμε. Το θέαμα των γυναικών του Λειβαδά με γερμανική στρατιωτική στολή ήταν μοναδικό στην παραδοξότητα και την τραγικότητά του! Για μας τα παιδιά αρκούσε και περίσσευε το πουκάμισο…
Η μεταμφίεσή μας αυτή, όπως αποκαλύφθηκε μετά, απέβλεπε στην προώθησή μας σε στρατόπεδα της Γερμανίας. Ματαιώθηκε όμως την τελευταία στιγμή με σθεναρή παρέμβαση του τότε Επισκόπου Χανίων Αγαθάγγελου Ξηρουχάκη.

Συγκεκριμένα: Μετά το λουτρό δεν επιστρέψαμε στο Κελλί. Μας οδήγησαν προς την έξοδο της Φυλακής. Περίεργος και ανήσυχος όπως ήμουνα πάντα, πήγαινα μπροστά. Και βλέπω στα σκαλιά της εξόδου τον Διοικητή και μπροστά του τρία στρατιωτικά φορτηγά αυτοκίνητα, ίσως εκείνα που μας είχαν μεταφέρει στη Φυλακή. Τη στιγμή εκείνη φτάνει ένα μαύρο αυτοκίνητο από το οποίο εξέρχεται ένας ιερέας, που πλησιάζει και χαιρετά τον Διοικητή σε ξένη γλώσσα (ήταν τα γερμανικά). Άρχισε μια συζήτηση, που γρήγορα πήρε την ένταση άγριου καυγά. Εγώ ήμουν δίπλα στο Διοικητή και αμέσως μετά, στο διάδρομο, όλοι οι άλλοι. Φωνάζει ο κληρικός στα Ελληνικά, για να καταλάβουμε εμείς: «Είμαι ο Δεσπότης των Χανίων. Μη φοβάστε! Κύριε Διοικητά, επαναλαμβάνω: Αν φύγουν από τη Φυλακή τα παιδιά μου, θα πάνε στα σπίτια τους και όχι στο Νταχάου».
Ο Διοικητής, εμφανώς εκνευρισμένος, σπρώχνει τον Επίσκοπο, που παραπατά στα σκαλιά, μένει όμως όρθιος, σηκώνει τη ράβδο του και χτυπά με δύναμη τον Διοικητή στο κεφάλι. Φεύγει το πηλήκιό του, από τη μύτη του τρέχουν αίματα. Τον συγκρατούν στρατιώτες. Κάτι φωνάζει εκείνος. Άλλοι στρατιώτες αρπάζουν τον Δεσπότη, τον πετούν στην καρότσα ενός από τα αυτοκίνητα, το οποίον φεύγει προς τα Χανιά, ακολουθούμενο από το αυτοκίνητο του επισκόπου. Οι κραυγές συνεχίζονται. Εμάς μας γυρίζουν στο Κελλί μας. Μας συνοδεύει φόβος και τρόμος.
Τις επόμενες ημέρες κυκλοφορεί ως πληροφορία, ότι πλησιάζει η εκτέλεσή μας. Δεν ξέρω πού βρήκα το κουράγιο να πάρω την Ιωάννα, κόρη του δασκάλου μας Δημητρίου Παπαδερού, τον Στέλιο Τζατζιμάκη και την αδελφή του Γεωργία (όλα μικρότερης ηλικίας από τη δική μου) και πήγαμε στο Διοικητή. Περιέργως μας δέχτηκε.
Ο διερμηνέας μετέφρασε το αίτημά μας: «Είμαστε μόνα, είπα στο Διοικητή. Κανείς άλλος από τις οικογένειές μας δεν είναι εδώ. Δεν ξέρουμε αν ζουν και πού είναι. Δεν ξέρουν για μας. Θέλουμε να φύγουμε, να τους βρούμε…».
Κάπως έτσι διατύπωσα το αίτημα. Κράτησαν τα ονόματά μας και μας οδήγησαν στο Κελί, όπου με δυσκολία είπαμε στις γυναίκες τι συνέβη.
***
Η κράτησή μας συνεχίσθηκε.
Βράδυ της 25ης Οκτωβρίου 1943. Ώρα για ύπνο, κατάχαμα στο Κελλί. Δεν ήταν τόσον η πείνα και το ψιλοτρέμουλο του ημίγυμνου, σκελετωμένου κορμιού που με κρατούσαν άγρυπνο για ώρα πολλή. Ήταν οι αναμνήσεις και οι σκέψεις. Ξημερώνει του Άη Δημήτρη αύριο… Πού να βρίσκεται ο αδερφός μου ο Δημήτρης; Να ζει, άραγε; Αν δεν είχε γίνει η καταστροφή των χωριών θα πηγαίναμε στο πανηγύρι, στον Άη Δημήτρη, εκεί στην έξοδο του Φαραγγιού της Αγίας Ειρήνης. Και όταν θα γυρίζαμε στο σπίτι, θα τρώγαμε τα πρώτα σύκα από τη χειμωνιάτικη συκιά στην αυλή του σπιτιού μας, όπως κάναμε κάθε χρόνο.
Οι σκέψεις έγιναν παράπονο και το παράπονο προσευχή. Άγιε Δημήτριε…, άρχισα να ψελλίζω, δεν ήξερα όμως τι να πω, τι να ζητήσω. Ήταν μάλλον η πείνα η φοβερή, που έφερε πάλι στο νου μου το ξεροκόμματο. Μπέρδεψα τα πράγματα. Και είπα από μέσα μου ξανά συμπληρωμένη τώρα την παράκληση: Άγιε Δημήτριε, μη με αφήσεις να φάω το ψωμί στη φυλακή!… Χαράματα την άλλη μέρα, εορτή του Άη Δημήτρη, άνοιξε απότομα η σιδερόπορτα του Κελιού μας. Πρώτη φορά συνέβαινε αυτό τέτοια ώρα. Ταραχή μεγάλη και ύστερα θανατερή σιωπή. Ένας από τους στρατιώτες διάβασε τα ονόματα των παιδιών που είχαμε πάει στον Διοικητή. Διέταξε να μαζευτούμε στην πόρτα. Αστραπιαία συναντήθηκε η σκέψη όλων μας στην ίδια κατεύθυνση: Αρχίζουν τις εκτελέσεις. Και ξεκινούν με παιδιά! Οι γυναίκες βάζουν τα κλάματα… Με τα «ράους… ράους» (έξω, έξω!) οι στρατιώτες έδειχναν πως δεν είχαν καιρό. Την τελευταία στιγμή θυμήθηκα και άρπαξα το ξεροκόμματο. Σίγουρα όχι για να πάω στην εκτέλεση χορτάτος! Το πήρα. Δεν ξέρω γιατί… Έξω από την κυρία είσοδο της φυλακής περίμενε ένα αυτοκίνητο. Μας έσπρωξαν στο πίσω κάθισμα. Και με μεγάλη έκπληξη αναγνωρίσαμε στη θέση του συνοδηγού τον ίδιο τον Bock, Διοικητή της Φυλακής. Γύρισε, μας κοίταξε με γελαστό πρόσωπο και λέγοντας σ π ί τ ι, άφησε να καταλάβουμε, πως θα μας άφηναν ελεύθερους. Φτάσαμε στα Χανιά, στο Ορφανοτροφείο. Ήταν τότε στην Οδό Νεάρχου, απέναντι από το τωρινό αλσύλλιο με το αγρίμι. Βγήκε ο οδηγός, ανέβηκε στη σκάλα, χτύπησε φαίνεται το κουδούνι, τίποτε. Κατέβηκε ο Διοικητής, πήγε εκεί, έδωσε μια κλωτσιά και έσπασε η πόρτα. Φάνηκε τότε ένας άνθρωπος με πιτζάμες.
Μάθαμε αργότερα πως ήταν ο Διευθυντής Λάμπρος Λαμπρικίδης ήταν, νομίζω, το όνομά του. Ήρθε ο οδηγός, μας πήρε, πήγαμε στην πόρτα, ο Διοικητής μας παρέδωσε στον Διευθυντή και έφυγε. Ο Διευθυντής ρώτησε και έμαθε… Κράτησε μόνον εμένα. Τα άλλα παιδιά τα έστειλε στον συνταξιούχο αξιωματικό Εμμανουήλ Παπαδερό, σε κοντινή απόσταση. Εγώ πλύθηκα, φόρεσα τη στολή του Ορφανοτροφείου, μου έβαλλαν και πηλίκιο. Στην τραπεζαρία το μεσημέρι έφαγα και πάλι κανονικό φαγητό. Ήταν μελιτζάνες γιαχνί με πατάτες και μπόλικη σάλτσα. Μούσκεψα το ταλαιπωρημένο ξεροκόμματο και το έφαγα. Επιτέλους!
ΜΕΓΑΝ ΕΥΡΑΤΟ ΕΝ ΤΟΙΣ ΚΙΝΔΥΝΟΙΣ, ΣΕ ΥΠΕΡΜΑΧΟΝ Η ΟΙΚΟΥΜΕΝΗ,… ΑΓΙΕ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΔΗΜΗΤΡΙΕ ….
Οι δικοί μου, που είχαν επιβιώσει όλοι, ήταν στο χωριό Κακοδίκι, στο Σέλινο, ξεσπιτωμένοι πρόσφυγες, αποκαλούμενοι «ΚΑΜΕΝΟΙ», πρόθυμα φιλοξενούμενοι από τους δυο αδελφούς της μητέρας μου.
Ο πατέρας μου συνέχισε την αντιστασιακή του δραστηριότητα ως μέλος της εκεί ομάδας της ΕΟΚ. Πληροφορήθηκε τα της εξόδου μου από τη φυλακή και έστειλε έναν αντάρτη, ο οποίος διευκόλυνε τη μετάβασή μου στο φιλόξενο εκείνο χωριό, όπου μείναμε μέχρι το τέλος του πολέμου. Τα αδέλφια μου Δημήτρης, Ευτύχης και εγώ βοηθούσαμε όπου μπορούσαμε στον αντιστασιακό αγώνα του πατέρα μας. Αλησμόνητες μένουν οι μνήμες από τη σκληρή εργασία μου στο γερμανικό ασβεστοκάμινο κοντά στο χωριό Κάλαμος, όπου με έστειλε ο αδελφός της μητέρας μου Ευτύχιος και δούλεψα με το όνομά του στην αγγαρεία που είχε επιβληθεί. Από το Δημοτικό Σχολείο του Κακοδικίου έλαβα το πιστοποιητικό ολοκλήρωσης της στοιχειώδους εκπαίδευσης. Εκεί ζήσαμε τη μεγάλη εορτή της αποχώρησης των Γερμανών από το Σέλινο. Σπεύσαμε στην Παλιόχωρα και φορτώσαμε το γάιδαρο με γερμανικά τουφέκια, φυσέκια και άλλα πολεμοφόδια.
Τον Οκτώβριο του 2016 διατύπωσα την πρόταση, το συγκρότημα της Αγροτικής Φυλακής Αγιάς να κηρυχθεί Διατηρητέο Εθνικό Μνημείο και στον περίγυρό του να οικοδομηθεί το Μουσείο της Μάχης της Κρήτης, της Κατοχής και της Αντίστασης.
Η πρόταση έλαβε δημοσιότητα και ύστερα από προτροπή του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου, οδήγησε το 2018 στη σύσταση της ΑΣΤΙΚΗΣ ΜΗ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΙΔΡΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα