Η συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ αφενός της κυβέρνησης, όπως αυτή εξουσιοδοτήθηκε και από άλλες εγχώριες πολιτικές δυνάμεις και αφετέρου των δανειστών είναι αποτέλεσμα ενός πρωτοφανούς για τα παγκόσμια δεδομένα εκβιασμού και θέτει τη χώρα σε εθνική ομηρεία για αρκετά επιπλέον χρόνια.
Μία εις βάθος ανάλυση θα αναδείκνυε αρκετά στοιχεία αυτής της, παγκοσμίου ενδιαφέροντος, περιπέτειας με κυρίαρχη την υπονόμευση της αλληλεγγύης και των άλλων αρχών ισότητας που αποτελούσαν ανέκαθεν τον ισχυρό πυλώνα των ευρωπαϊκών αξιών. Οι εν λόγω αξίες και αρχές υπονομεύθηκαν και δέχθηκαν ισχυρό πλήγμα με πρωταγωνιστές τις ακραίες νεοφιλελεύθερες δυνάμεις που επικρατούσαν και εξακολουθούν να επικρατούν εντός της Ευρωζώνης.
Η διαπραγμάτευση ανέδειξε δύο επιπλέον σημαντικά ζητήματα. Στο εσωτερικό της χώρας τη λανθασμένη στρατηγική της ταύτισης της παρούσας κυβέρνησης με τη “ρήξη και τη δραχμή” και στο ευρύτερο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περιβάλλον τις αντιφάσεις στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης και ιδιαίτερα της Ευρωζώνης. Η σχετική διαφοροποίηση ορισμένων χωρών από τη γερμανική ηγεμονία με αφορμή το “ελληνικό ζήτημα” αναδεικνύει πράγματι τις διεργασίες που αναπτύσσονται στο ευρωπαϊκό πολιτικό υπόστρωμα.
Ανεξαρτήτως των ανακατατάξεων που θα συμβούν τόσο στο κυβερνητικό σχήμα όσο και στο εσωτερικό του βασικού κυβερνητικού κομματικού σχηματισμού οι πολιτικές δυνάμεις θα πρέπει να περιφρουρήσουν το δημόσιο συμφέρον στη δημόσια περιουσία όπως επιτάσσει το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας και να μην εκποιήσουν Γη και Υδωρ.