Της φυλακής τα σίδερα είναι για τους… λεβέντες,
Έτσι λέγαμε κάποτε και γελούσαμε, αλλά τρέμαμε στο άκουσμα και μόνο της λέξης, φυλακή.
Κι αν ακούγαμε Αλκατράζ έτρεμε το φυλλοκάρδι μας σκευόμενοι το τι τραβούσαν οι εκεί φυλακισμένοι.
Τότε, πριν 50-60 χρόνια δηλαδή, στρατιωτική θητεία, σήμαινε αγγαρεία, σκοπιά, γυμνάσια, εκπαίδευση, πειθαρχία, καψόνια και λαχτάρα να καταφέρουμε το λοχαγό μας να μας δώσει καμιά 24ωρη άδεια να πάμε σπίτια μας, να μας ξελαχταρίξουν οι γονείς μας να φάμε και κανένα σουτζουκάκι μυρωδάτο ή κάνε κεφτέ,να φχαριστηθούμε και μια βραδιά ύπνου χωρίς το θαλαμοφύλακα και την ποδαρίλα διάχυτη. Δυο χρόνια γεμάτα υπηρέτησα όπως κι όλοι οι όμοιοί μου στο στρατό. Αν πήγαινα ανθυπολοχαγός, περισσότερο..
Άδειες; Μια –δυο το χρόνο, κι αυτές 24ωρες. Όχι πολυήμερες σαν τους φυλακισμένους σήμερα τρομοκράτες και μεγαλοφονιάδες, τα …καλά παιδιά, δηλαδή.
Θα μου πεις κουραστήκαμε στο στρατό, υποφέραμε.. Μπαα! Ιδέα σου είναι. Η στρατιωτική ζωή μας, ξένοιαστη κι όλο άσκηση και γυμναστική εποικοδομητική, ήταν ενέσεις για τη σκληραγώγησή μας στα επερχόμενα δύσκολα χρόνια ζωής μας. Κι η πατρίδα μας ήταν περήφανη για τα φανταράκια της. Και σήμερα είμαστε περήφανοι για τους στρατιώτες μας.
Αλλά, πάλι ξέφυγα. Οι φυλακισμένοι, που λέτε, τότε, καταλαβαίνανε τι πράγματι σημαίνει φυλακή, κι όχι παιδικές εξοχές όπως έχουν καταντήσει σήμερα. Το ξέρω, μπορεί εσύ, ο κάποιος, να στραβομουτσουνιάζεις και να με στολίζεις με διάφορα κοσμητικά επίθετα. Δεν με πειράζει. Όλα πέφτουν στο κενό και συνεχίζω να δουλεύω σκληρά, εθελοντικά και να λέω αυτά που πιστεύω. Ακούω βέβαια γνώμες και άλλων σοφότερων συνανθρώπων μου.
Στην Αμερική, που λες, όταν σπούδαζα εκεί, μια παγωμένη νύχτα, ένας φυλακισμένος βρήκε λάσκα, την κοπάνισε. Πήρε δρόμο έτρεχε, αλλά πού να πάει. Πείναγε, έπεφτε κάτω, κρύωνε, δεν πήγαινε άλλο, έπεσαι σε συλλογή:
«Ρε, δε ξαναγυρίζω στο κελί μου που και ζεστά είναι και φαγητό έχω;»
Τούτο παραφρασμένο το λένε και εδώ κάτι «καλά παιδάκια», που δυσκολεύονται να ζορίσουν τη μέση τους και να δουλέψουν.
«Δεν πάω να κάνω μια ψευτοληστειούλα, λένε, να με βάλουν φυλακή; Δε θα μου λείπει τίποτα. Κι ούτε καν θα περιμένω ουρά να πάρω το, όποιο, επίδομα ανεργίας. Θα έχω και κάτι τις κλεμμένο για απόθεμα.» Και τη σκέψη τους την κάνουν πράξη.
Βέβαια να ήταν μόνο ψευτοληστειούλες, τρώγεται. Αμ έλα ντε που έχουνε προοδεύσει και πηγαίνουν με χρήσιμα εργαλεία, όπως μαχαίρια και πιστόλια και κουκούλες και δε διστάζουν να βασανίζουν και να σκοτώνουν για λίγα ή έστω πολλά λεφτά.
Και βλέπουμε ρε παιδιά, να δικάζονται, να καταδικάζονται, ας πούμε, σε ισόβια,.. σιγά τ’ αυγά, που λένε. Έχουνε ψηφιστεί, λέει, κάτι …ωραίοι νόμοι και άμα είναι στη φυλακή ήσυχος κι εργατικός, σε καμιά δεκαριά χρόνια,… όξω. Δεν καταλαβαίνω τι θα πει ισόβια. Και αν με την ένοπλη ληστεία βούτηξε κάμποσα, σκέφτεται το έξυπνο αυτό παιδί. (γιατί πράγματι πρέπει να είσαι εκτός από πωρωμένος εγκληματίας, αιμοβόρος και ικανός να κάνεις τέτοια πράγματα) σκέφτεται, λοιπόν: «Ρε πόσα χρόνια θα πρέπει να δουλεύω, και τι δουλειά να κάνω που θα εισπράξω τόσα λεφτά;. Καλλίτερα φυλακή μερικά χρονάκια, καθισιό, τσάμπα φαγητό και ύπνος, καλά είμαι εκεί.»
Θυμάσαι το Δημήτρη Χορν, στη φυλακή που όλη μέρα τραγουδούσε «μια ζωή την έχουμε…» στην ομώνυμη ταινία; Και ο δεσμοφύλακας, ο Αυλωνίτης, μια μέρα τον ρώτησε.
―Μα χριστιανέ μου πού βρίσκεις το κέφι και τραγουδάς όλη την ώρα;
―Γιατί να μην τραγουδάω; Τι μου λείπει; Τρώγω κοιμάμαι τσάμπα, καλά περνάω…
Νομίζεις ότι ο Κοσκοτάς (πού τον θυμήθηκα αλήθεια κι αυτόνε) ή ο Άκης θα μπορούσε εργαζόμενος σκληρά όσο διάστημα λέει το βούλευμα να κάνει φυλακή, να κερδίσει τόσα λεφτά, όσα έκλεψε; Όχι βέβαια. Για κάντε ένα λογαριασμό κι έλα να σου λύσω την απορία.
Είναι και το άλλο που με βασανίζει.
Γιατί, μαθές, τους χρεοφειλέτες κι όσους κλέβουν με χαρτιά κι από την πολυθρόνα τους, αυτοί εννοώ που δεν πιάνουν μαχαίρι παρά μόνο για να κόψουν ψωμί κι ούτε σκέφτονται να χτυπήσουν τη μύγα μην τη σκοτώσουν, αυτούς ,λέω, γιατί ρε παιδιά τους βάζουν τόσα χρόνια φυλακή και τους πληρώνουμε κι από πάνω; Έ; Αφού δεν είναι εγκληματίες κι επικίνδυνοι για σένα και για μένα, τι αδειάσουμε τα ισχνά μας πορτοφόλια να τους φιλοξενούμε σε ¨υψηλής προστασίας¨ φυλακές, με τις τηλεοράσεις και τις πολυτέλειες (έτσι ακούω, δεν έχω περάσει ούτε έξω από φυλακή) κι ολάκερο διαμέρισμα κι ένα σωρό ανέσεις, όπως τουλάχιστον λένε.
Πού είσαι ρε Περικλή; Στρίμωξέ τον, πάρε του την περιουσία που έκανε με κλεμμένα δικά μας λεφτά, και άσε τον άνεργο χωρίς επίδομα. Κι αν δεν έχουν (που συνήθως δεν έχουν) περιουσία στ’ όνομά τους να πάρεις απ’ της φαμίλιας των. Κι αν ούτε αυτοί έχουν, δώσε του μια φόρμα πληρωμένη απ’ τον ίδιο και ρίξε τον στα ορυχεία να δουλεύει μη αμειβόμενος έτσι για το Κράτος (το ποιο Κράτος;) να δούμε θα το ξανακάνει;
Έτσι θα αδειάσουν οι φυλακές, θα μπούνε τα καλά παιδιά να κάνουν διακοπές. Κατάλαβες;
Οι Εθνοπατέρες, ακούνε; .
Ναι. Προς Θεού, αλλάξτε το νόμο και να εκτίει φυλακή τα χρόνια που του επιβάλει το δικαστήριο. Λένε πως ο κακομοίρης ο Χρυσοχοΐδης αγανακτεί και διαμαρτύρεται. «Εμείς πιάνουμε τους κακοποιούς κι οι άλλοι τους αφήνουν σε λίγα χρόνια να ξανακάνουν τα ίδια και χειρότερα.» Ανθρώπινα δικαιώματα δηλαδή έχουν μόνο αυτοί, κι όχι εμείς οι φιλήσυχοι που ζούμε σε μια ανασφάλεια;
Κάπου διάβασα πως στις Ολλανδικές, λέει, φυλακές, ζητήθηκε οι φυλακισμένοι να πληρώνουν κάπου 16 ευρώ την ημέρα για μέρος των εξόδων του Κράτους. Δεν είμαι σίγουρος, αλλά το διάβασα δε θυμάμαι πού.
Λέγεται πως κάθε κρατούμενος κοστίζει περί τα 200 ευρώ ημερησίως. Και διαμαρτύρονται να παίρνουν άδειες. Γιατί; Οι σκοτωμένοι; Ξαναγυρίζουνε; Τους ξεχάσαμε;
Ευελπιστώ πως κάτι θα αλλάξει να τιμωρούνται οι ληστές και κακοποιοί με δικαιοσύνη.
Πεντακόσιοι, λέει, μεγάλοι κακοποιοί κυκλοφορούν σήμερα στη χώρα μας. Αυτοί που βγήκαν από τη φυλακή. Για να αρχίσουν συνήθως καινούργια καριέρα.