Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Για τα γερατειά και πάλι…

«Περνούσα αµέριµνος προχθές από τις διαβάσεις, όταν ένας 35άρης µηχανόβιος, µε µεγάλου κυβισµού µηχανή, κόντεψε να µε παρασύρει.   Οργισµένος µάλιστα, µου φώναξε σχεδόν βρίζοντάς µε:

-Πέρα, ρε γέρο!

Ώσπου να συνέλθω απ’ τον τρόµο, ο νεαρός ξαναγύρισε µε τη µηχανή του και µου πέταξε δήθεν προστατευτικά:

-Πρόσεχε, γιατί την επόµενη φορά µπορεί να µην υπάρχεις!

Κι όµως, εγώ περνούσα τις διαβάσεις σύµφωνα µε το νόµο και τα σήµατα της τροχαίας. Αλλά, η δύναµη της νεανικής ηλικίας επιβάλλεται στην αδυναµία των υπερηλίκων ξεπερνώντας νόµους και κανόνες.

Τον κοίταξα ήρεµα και του είπα:

-Κι εγώ υπήρξα νέος και ξέρω τι σηµαίνουν τα νιάτα… Μακάρι, λεβέντη µου, κι εσύ να φτάσεις στα χρόνια µου, για να µάθεις τί σηµαίνουν και τα γηρατειά…». (Ένας σόκαιρος, Ιούλ. 2024)

ΝΑΙ! Τα νιάτα -τα “νιότα” όπως τα θέλει ο µεγάλος Στειακός ποιητής Κωστής Φραγκούλης (1905-2005) (1), είναι σφριγηλά, αστόχαστα, δυναµικά, µα εφήµερα κι αυτά. Τα γηρατειά από την άλλη, µετατοπίζονται ηλικιακά ανάλογα µε το εκάστοτε αποδεκτό προσδόκιµο ζωής. Έτσι, σύµφωνα µε έναν βρετανό καθηγητή (Maley, 1960-) στην ελληνορωµαϊκή εποχή το προσδόκιµο ζωής -λόγω των συχνότατων  πολέµων- ήταν τα 20 χρόνια. Το 1000 µ.Χ. έγιναν 30, στα µέσα του 19ου αιώνα έφτασαν τα 39, το 1911 τα 46 και το 1930 τα 55 χρόνια. Σήµερα στις αναπτυγµένες χώρες, οι µεν γυναίκες ζουν 83-85 χρόνια, οι δε άντρες 77-79 χρόνια.

 

ΣΗΜΕΙΟ τριβής λοιπόν, για κυβερνήσεις και χορήγηση… συντάξεων, παραµένει από ποια ηλικία και µετά θεωρείται κανείς «γέρος». Η έννοια των γηρατειών και η λεγόµενη “σύνταξη γήρατος” ποικίλουν: Η εφηµερίδα “Εστία” στα τέλη τού 19ου αιώνα έγραφε πως, «γηραιός κύριος, ετών 40, παρεσύρθη υπό αµάξης!». Η είδηση επαναλείφθηκε στη δεκαετία του 1950: “γέρων, ετών 45, παρεσύρθη υπό αυτοκινήτου και µετεφέρθη εις νοσοκοµείον”. Αλλά και τα λαϊκά τραγούδια της µεταπολεµικής περιόδου µιλούσαν για νέους που ζούσαν τη ζωή τους “µέχρι τα 40 τους” (2) κι έπειτα ξοφλούσαν! 

ΣΗΜΕΡΑ βλέπουµε στις µικρές αγγελίες των εφηµερίδων “νέους 50, 60, 70 ετών”, να αναζητούν γνωριµίες γυναικών δια “γάµον”, “δια καλόν σκοπόν”, για “παρέα” µε πρόσθετες παροχές, ή και για “ό,τι ήθελε προκύψει”. Η ηλικιακή µετατόπιση και των δυο φύλων συνεχίζεται, όσο η επιστήµη, µε φάρµακα ή µε νέες επινοήσεις τής γηριατρικής, το επιτρέπει. Στην εποχή µας τα περισσότερα υπερήλικα άτοµα φρντίζουν να έχουν εναλλακτικές απασχόλησης (“Το ψωµί του γέρου, ζυµώνεται στα νιάτα του”) αλλά κι ένα µικρό κοµπόδεµα για τα γηρατειά, ώστε αυτά να είναι “ανώδυνα” και “ανεπαίσχυντα”.

 

ΑΛΛΑ, να πως έβλεπε τα γ η ρ α τ ε ι ά, πριν από περίπου 60-65 χρόνια ο ποιητής Κωστής Φραγκούλης, τότε που ακόµη δεν υπήρχε σοβαρή κοινωνική ασφάλιση για τους εργαζόµενους, ούτε καν “αγροτική σύνταξη”. Ήταν βαριά τα γηρατειά και οι γέροι (“γεροντήδες”) ξωµάχοι της ζωής αναθίβαναν νοσταλγικά το “άπραγο” παρελθόν και τον “στέρφο καιρό” τους. (Μέσα σε παρένθεση, γίνεται προσπάθεια για απόδοση των κρητικών λέξεων στη νεοελληνική):

“Όντε γεράσει ο άνθρωπος, καλιά ντου να ποθαίνει,

παρά να ζει να τήγεται (=λιώνει), απ’ όλους ξεχαηµένος.

Περνούν οι µέρες τ’ άπραγες και στέρφος (=άκαρπος) ο καιρός του,

κι ύπνος γλυκύς δεν του κολλά τη νύχτα στην πεζούλα

ν’ αναθιβάνει τα παλιά, να φέρνει µε το νου ντου,

τσι περασµένες του χαρές, τση νιότης τα τσαλίµια (=σκέρτσα)

τσι κόρες που λογόστεσε (=πρόδωσε), τς αγάπες όπ’ αρνήστη

τσι προξενειές που γύρισε -µετανοιωµούς που τς έχει! (….)

∆εν ήτονε άλλος άξος του στα κοντοχώργια νά ’χει

τη λεβεντιά, τσι χάρες του, τς αντρειάς του τον αέρα

και δέτε πως απόδωκε (=κατάντησε): των κοπελιώ περγέλιο (=περίγελο),

κι ο κακουρές (=ξεπεσµένος) τω χωριανώ -ψεύτης πού’ ναι ο κόσµος!

Οι-γ-εδικοί του γούζουνται (=λυπούνται), οι ξένοι δεν του στρέφουν,

και τόνε τρώει η µοναξιά του γέρου το σαράκι,

να κάθεται στην παραστιά, να µύσει (=βαριανασαίνει), να παλεύγει

τσης νιότης του τς αφανταξές (=όνειρα), ν’ ανεχεντρώνει ο νους του,

να γραίνονται τα µάτια ντου, να λουχτουκιά (=γοργοχτυπά) η καρδιά ντου,

καθώς γροικά στη γειτονιά τση λύρας τα µαϊδια (=χτύπους),

τση νιότης το συντάλλαχο (=βαβούρα) αψύ στα καντιρίµια.

Κι ανε προβάλει, ίντα δα πουν οι νιοι για όνοµής του;

Εκουζουλάθη ο γεροντής κι εχάσε ντα αλαβάρι (=την πραγµατικότητα)…

και κάθεται και τήγεται κι αποζητά το Χάρο.”

ΤΑ ΓΗΡΑΤΕΙΑ θεωρούνται ένας άλλος κόσµος: Αποξενωµένος, αποκοµµένος από τη σύγχρονη ζωή, ακατανόητος από τις άλλες γενιές-ειδικά τις νεότερες, περιθωριοποιηµένος από “εχθρικές” κυβερνήσεις και κόµµατα. Όταν θέλει κάτι η κάθε κυβέρνηση, αποκόπτει από τις συντάξεις των γερόντων, τις οποίες δεν επαναφέρει ποτέ (οικονοµική κρίση) στο αρχικό τους ύψος. Κι αυτό γιατί πιστεύει πως “οι γέροι τρώνε χαράµι το ψωµί”, αφού δεν δουλεύουν! Το να µιλήσει κανείς για ιδιαίτερη φροντίδα ή κρατική µέριµνα για τη λεγόµενη “τρίτη ηλικία”, µάλλον µαταιοπονεί. Και καλά δεν φροντίζει τους γέρους. ∆εν φροντίζει ούτε τις γενιές που είναι σε αναπαραγωγική ηλικία: ήδη προ πολλού στη χώρα µας, οι θάνατοι είναι πολύ περισσότεροι από τις γεννήσεις. Το  δ η µ ο γ ρ α – φ ι κ ό (υπογεννητικότητα) βρίσκεται προ των πυλών και σε λίγα χρόνια “οι γεροντήδες” θα είναι περισσότεροι από τους “νεοντήδες”, όπως περιπαιχτικά ονοµάζει τους νέους ο Κ.Φρ.

∆ΥΣΤΥΧΩΣ, τα γηρατειά παραµένουν απωθηµένα από τις κοινωνίες στις οποίες κυριαρχεί ένα είδος “ηλικιακού ρατσισµού”, όσο κι αν αλλάζουν οι καταστάσεις, όσο κι αν θέλουµε να πούµε ότι “εκπολιτιζόµαστε”. Όπως µάλιστα έγραφε γύρω στα 1970 για το θέµα των γηρατειών  η Simone de Bauvoir (3), “…ο τρόπος µε τον οποίο η κοινωνία συµπεριφέρεται στους γέρους της αποκαλύπτει πέραν πάσης αµφιβολίας και την αλήθεια -που συχνά αποκρύπτεται επιµελώς- για τις αρχές και τους σκοπούς της.” (11-7-24)


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα