Θέλω να πιστεύω ότι συμφωνούμε όλοι στο ότι η χρήση του Τεμένους του Κιουτσούκ Χασάν ή Γιαλί Τζαμί έως σήμερα δεν ήταν η ενδεδειγμένη για ένα μνημείο. Οι εκθέσεις που πραγματοποιήθηκαν, με εξαίρεση τις εκθέσεις που διοργάνωσε η Δημοτική Πινακοθήκη και ίσως μερικές άλλες, ήταν μια δυσφήμηση για την πόλη και για τον πολιτισμό μας.
Εχοντας υπ’ όψιν την έως τώρα πολιτιστική προσφορά του νυν δημάρχου και μετά τις πρώτες σωστές αντιδράσεις του για την λειτουργία του μνημείου, όλοι περιμέναμε ότι η σημερινή Δημοτική αρχή θα έβαζε το “μαχαίρι στο κόκαλο” και θα τολμούσε αυτό που δεν τόλμησε να ολοκληρώσει η προηγούμενη Δημοτική αρχή, παρόλες τις καλές προθέσεις που είχε για το θέμα αυτό.
Διαβάζοντας τον νέο κανονισμό λειτουργίας του τεμένους παρατηρώ ότι είναι πανομοιότυπος με τους προηγούμενους, με δύο διαφορές μόνο.
Η μία είναι ότι το ημερήσιο κόστος για όποιον εκθέτει είναι αυξημένο κατά 20 € ημερησίως και αναρωτιέμαι πώς δικαιολογείται αυτή η αύξηση. Μήπως ξεπεράσαμε την κρίση, έγιναν αυξήσεις σε μισθούς ή συντάξεις, μειώθηκε η ανεργία, έγιναν νέες επενδύσεις και βελτιώθηκαν τα οικονομικά μας;
Η δεύτερη διαφορά είναι η θετική εξ αρχής παρουσία της Καλλιτεχνικής επιτροπής της Δ.Π.Χ. (Δημοτικής Πινακοθήκης Χανίων) ως γνωμοδοτικού οργάνου.
Υπάρχει και η απαγόρευση πώλησης αντικειμένων εντός του χώρου βέβαια, αλλά αυτό απ’ ό,τι γνωρίζω αφενός είναι προϋπόθεση που την έχει θέσει το ΚΑΣ και αφετέρου και στο παρελθόν έχουν παρθεί τέτοιες αποφάσεις από το Λ.Τ ( 14ο Πρακτικό 2017 Αρ. Πρωτ. 1826/28-12-2017) οι οποίες ατόνησαν ή καταστρατηγήθηκαν, κάτι που ασφαλώς θα ξαναγίνει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Η απαγόρευση αυτή βέβαια δεν έχει καμμία σχέση με την ποιότητα των αντικειμένων, είτε αυτά είναι έργα τέχνης είτε αντικείμενα τέχνης -γιατί άλλο καλλιτέχνης και άλλο χειροτέχνης, το ένα δεν προϋποθέτει απαραίτητα και το άλλο- σε αντίθεση με όλες τις γνωστές γκαλερί (Ζουμπουλάκη, Σκουφά, Ευριπίδης, Μυλωνογιάννη εδώ στα Χανιά, κ.λπ) οι οποίες διακινούν τα έργα των Ελλήνων καλλιτεχνών, που ενδιαφέρονται για την ποιότητα των εκτιθέμενων έργων.
Εδώ θέλω να τονίσω και το παράλογο αυτής της απόφασης, όπως εύστοχα έχει επισημάνει και σε σχόλιο στα “Χ.ν.” ο κ. Λυβιάκης. Ενώ ο Δήμος αντιμετωπίζει το μνημείο σαν “μαγαζί γωνία” (ακούστηκε μέσα στο Δημ. Συμβ.), ζητώντας ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό προσαυξημένο εφέτος κατά 20 € ημερησίως, απαιτεί από τους εκθέτες να μη γίνονται πωλήσεις. Ο εκθέτης δηλαδή δεν έχει δικαίωμα να επιβιώσει και έχει μόνο ο Δήμος. Και λέω ο Δήμος στο σύνολο του, γιατί με κάποιες εξαιρέσεις το Δ.Σ. δέχθηκε και ενέκρινε τον κανονισμό. Μα πού απευθύνονται, σε ιδιώτες που θα πληρώσουν μόνο και μόνο για να επιδείξουν την καλλιτεχνία τους; Φαντάζομαι ότι αν η συναλλαγή γίνει έξω από την πόρτα δεν θα υπάρχει παράβαση.
Στον νέο κανονισμό, ενώ περιγράφονται αναλυτικά τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν όλοι, δηλ. αίτηση, κλήρωση κ.λπ., δεν αναφέρεται πουθενά σε ποιο σημείο της διαδικασίας θα εκφράζει τη γνώμη της η Καλλιτεχνική Επιτροπή αλλά μόνο ότι αυτή θα έχει γνωμοδοτικό χαρακτήρα και την τελική απόφαση θα την παίρνει το Λ.Τ. (Λιμενικό Ταμείο). Και βέβαια έτσι πρέπει να είναι, αφού πρόκειται για μη θεσμοθετημένο όργανο, αλλά αν δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα η γνώμη της, προς τι η ύπαρξη της; Από εμπειρία 15 χρόνων στη Κ.Ε. (Καλλλιτεχνική Επιτροπή) της Πινακοθήκης είμαι σίγουρος ότι, αν η Κ.Ε. λειτουργήσει σωστά και χωρίς εκπτώσεις, τους 11 από τους 12 μήνες του χρόνου το Γιαλί Τζαμί θα είναι κλειστό. Επομένως υπάρχει ο κίνδυνος ή να την ακυρώσει το Λ.Τ. ή να αυτοακυρωθεί, αφού αποτελείται από εθελοντές και κάποιοι από αυτούς, είτε επειδή δεν μπορούν να σηκώσουν ένα τέτοιο κοινωνικό βάρος -μικρή πόλη είμαστε και γνωριζόμαστε όλοι- είτε για να είναι αρεστοί στη δημοτική αρχή, θα κάνουν εκπτώσεις.
Χώροι σαν το Γιαλί Τζαμί δεν είναι κατάλληλοι για ζωγραφική, γιατί δεν διαθέτουν επιφάνειες για ανάρτηση ζωγραφικών έργων. Τα σταντ που χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα αφ’ ενός αλλοιώνουν τον μνημειακό χώρο και αφ’ ετέρου είναι αντιαισθητικά και άθλια με τη λινάτσα που τα έχουν επενδύσει. Για το λόγο αυτό οι εκθέσεις που οργάνωσε μέχρι τώρα η Πινακοθήκη ήταν γλυπτικής και κατασκευών. Ο φωτισμός είναι ακατάλληλος, με αποτέλεσμα οι εκθέτες να βάζουν ό,τι σποτάκια έχουν στο σπίτι τους, η δε ζέστη είναι ανυπόφορη.
Η Πινακοθήκη πλήρωνε το Λ.Τ. Ο Δήμος Χανίων δηλαδή επιχορηγούσε την Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων για να πληρώνει το Λ.Τ του Δήμου Χανίων – τραγέλαφος. Με μειωμένο τιμολόγιο βέβαια, αλλά πλήρωνε κανονικά. Οχι γιατί είχε κάποιο κέρδος αλλά γιατί κάποιοι ντρεπόμασταν για την κατάντια του μνημείου και θέλαμε να δώσουμε ένα παράδειγμα σωστής χρήσης του αλλά και προσφοράς στον πολιτισμό. Αλλά ψιλά γράμματα θα μου πείτε, άλλωστε ποιος τα προσέχει αυτά; Δεν βλέπετε πώς έχει καταντήσει όλη η παλιά πόλη;
Οσο λοιπόν ο Δήμος αντιμετωπίζει το Γιαλί Τζαμί σαν μαγαζί, τόσο αυτό θα παραμένει μαγαζί. Με ημίμετρα δεν αλλάζει τίποτα.
Εκτός όμως από το οικονομικό κέρδος υπάρχει και το πολιτιστικό κέρδος που μπορεί να δώσει προστιθέμενη αξία στην κοινωνία αλλά και στον τουρισμό.
Σε μια τέτοια κατεύθυνση προτείνεται ή να διαχειρίζεται το Γιαλί Τζαμί η Πινακοθήκη, που έχει εμπειρία σε θέματα πολιτισμού, ή αυτό να γίνει ένα έξυπνο μουσείο της πόλης των Χανίων που θα προβάλει τη διαχρονικότητα της αλλά και θα πληροφορεί επισκέπτες και μη για ό,τι αφορά την πόλη αλλά και τον Νομό ολόκληρο.
Τα Χανιώτικα Νέα συμμετέχουν στην Πρωτοβουλία Journalism Trust Initiative (JTI) των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα, έχοντας συμπληρώσει και δημοσιεύσει την Αναφορά Διαφάνειας. Η Πρωτοβουλία JTI είναι ένα διεθνές πρότυπο για την και έχει ως στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στα ΜΜΕ μέσω της ανάδειξης και προώθησης της αξιόπιστης δημοσιογραφίας,
Συμμετέχοντας στην πρωτοβουλία αυτή, αναλαμβάνουμε την ευθύνη να συμβάλλουμε στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και να προάγουμε την αξιοπιστία και την ηθική στη δημοσιογραφία. Με αυτόν τον τρόπο, στηρίζουμε τις βασικές αρχές της ελευθερίας του τύπου και της δημοκρατίας, προσφέροντας στους πολίτες έναν αξιόπιστο πυλώνα πληροφόρησης.
Αναγκαία και εύστοχη η κριτική του Κου Αυγέρου.
το Γιαλί Τζαμί οφείλει να μετατραπεί στον ομφαλό της Πόλης των Χανίων, στεγάζοντας μόνιμη, κυκλικά ανανεούμενη έκθεση φωτογραφιών απο την μακραίωνη και πολυπολιτισμική ιστορία της Πόλης μας. Ούτε τουριστικά φυλλάδια, ούτε ταμειακές μηχανές, ούτε λινάτσες και stand για πανηγύρια.
Κατανοώ την ανάγκη πολλών να δουν “χρήμα” στις τσέπες τους, αλλα για να γίνει κάποιος/α πλούσιος/α, πρέπει πρώτα να γεμίσει την ψυχή του.
Με εκτίμηση,
Μάρκος Δασκαλάκης