Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Γιάννης Μαρκόπουλος (1939 – 2023)

» Αποχαιρετισμός στον μεγάλο συνθέτη που το έργο του «βάζει φωτιές, καρδιές φλογίζει»

«Θεωρούσα κι εγώ ότι η μουσική κατάγεται από τους φυσικούς ήχους και ότι πηγές της ήταν τα βουητά των χειμάρρων, τα κελαηδήματα των πουλιών, η ομιλία των ανθρώπων, οι μουσικές των λαών αλλά και οι σύγχρονες αρμονίες από τα ακούσματα των μεγάλων πόλεων. Αναζητούσα μια αισθητική που δε θα εξαιρούσε από την τέχνη της μουσικής την προσέγγισή της στην έκφραση ζωής των ανθρώπων μέσα στις κοινωνίες».

Ο Γιάννης Μαρκόπουλος, που με το έργο του «προσκύνησε τη χάρη του λαού μας» και έδωσε πνοή, δύναμη και κουράγιο «στα μαρτύριά του» στα «χρόνια τα δίσεκτα», ο δημιουργός που με τα μουσικά του έργα, πλημμυρισμένα με «χρώματα και αρώματα», κουβάλησε τη μνήμη και τη δύναμη της ελληνικής μουσικής, ο συνθέτης που διαμόρφωσε, από την αρχή κιόλας της δημιουργικής του πορείας, μια εντελώς προσωπική ηχητική φωνή κι άποψη, ξέχωρη από τις άλλες μέχρι τότε, δεν «μένει» πια εδώ. «Έφυγε» το Σάββατο 10 Ιούνη, σε ηλικία 84 ετών, μετά από μάχη με τον καρκίνο.
Η εξόδιος ακολουθία θα ψαλεί την Πέμπτη 15 Ιούνη στις 5 το απόγευμα στη Μητρόπολη Αθηνών. Η σορός του θα βρίσκεται εκεί λίγες ώρες νωρίτερα όπου και θα τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα. Θα ακολουθήσει η ταφή στο Νεκροταφείο Παπάγου.

Κρήτη, Αθήνα και Λονδίνο

Ο Γιάννης Μαρκόπουλος γεννήθηκε, το 1939, στο Ηράκλειο της Κρήτης, από μητέρα σφακιανής καταγωγής και πατέρα από την Ιεράπετρα, γόνοι και οι δύο παλαιών κρητικών οικογενειών.
Η παραδοσιακή μουσική της Κρήτης, η συμφωνική μουσική που ακούει στο ραδιόφωνο, η μουσική της κοντινής Αιγύπτου συνθέτουν τα ακούσματα της παιδικής του ηλικίας και τον καθορίζουν. Παράλληλα, από μικρή ηλικία ξεκινά μαθήματα βιολιού και κλαρίνου.
Το 1956, έρχεται στην Αθήνα και περνά την πόρτα του Ωδείου Αθηνών, ενώ εισάγεται και στην Πάντειο. Ερχόμενος στην πρωτεύουσα κουβαλά στις «αποσκευές» του και εφηβικές του συνθέσεις. Αυτές οι μελωδίες θα γίνουν η βάση για τραγούδια που έγραψε πολλά χρόνια αργότερα, όπως η μελωδία για τα «Μαλαματένια λόγια» που πρωτογράφτηκε από τον Μαρκόπουλο στα 13 του χρόνια, όταν προσπαθούσε να βάλει άλλη μουσική σε κάλαντα.
Οι γνώσεις του πάνω στη μουσική διευρύνονται και του προσφέρουν στοιχεία για τη διαμόρφωση του προσωπικού του ύφους. Με την επιβολή της χούντας αναχωρεί για το Λονδίνο. Εκεί, εμπλουτίζει τις γνώσεις του με την Αγγλίδα συνθέτρια Elisabeth Lutyens, ενώ η φιλία του με τον πρωτοποριακό συνθέτη Γιάννη Χρήστου παίζει σημαντικό ρόλο στην επαφή και τη βαθύτερη γνωριμία του με τις πλέον πρωτοποριακές μουσικές μορφές. Στο Λονδίνο συνθέτει, ανάμεσα σε άλλα, τον «Ήλιο τον πρώτο» σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, τους πρώτους Πυρρίχιους Α, Β, Γ, Δ για ορχήστρα εγχόρδων που πρωτοπαρουσιάστηκαν το 1968 στο Elizabeth Hall στο Λονδίνο, οι οποίοι γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό.
Άλλωστε, για τον Γ. Μαρκόπουλο από την αρχή κιόλας της δημιουργικής του διαδρομής, είναι σαφές ότι «το αληθινό τραγούδι ξεκινά από μια φοβερή ανάγκη και βυθίζεται στον κόσμο που ομαδικά το στερεώνει, αλλάζοντάς το, ερμηνεύοντάς το ή ακούγοντάς το την ώρα που ζει (…) Το πρώτο υλικό ξεκινά από τον κόσμο και τελειώνει πάλι σ’ αυτόν».

Επιστροφή στην Ελλάδα και «Επιστροφή στις ρίζες»

Το 1969 επιστρέφει στην Ελλάδα.
Με την είσοδο της δεκαετίας του ‘70, υλοποιεί το μουσικό του όραμα: Καταθέτει μουσικά έργα που χαρακτηρίζονται στο σύνολό τους ως νέα πρόταση και τομή για τη μέχρι τότε ελληνική μουσική πραγματικότητα. Με την «Επιστροφή στις ρίζες» της λαϊκής και παραδοσιακής μας μουσικής, έδειξε πώς μπορεί κανείς να αξιοποιήσει τα εξελίξιμα στοιχεία της παράδοσης, πώς μπορεί κανείς να ερμηνεύσει γόνιμα τις κληρονομημένες αξίες. Άλλωστε, βαθιά του πεποίθηση ήταν ότι «το τραγούδι, αν είναι γνήσιο και αληθινό, γίνεται από ιθαγενές αυτόματα και διεθνές».
Χαρακτηριστικά, πλάι στα κλασικά όργανα της ορχήστρας έβαλε λαϊκά, παραδοσιακά όργανα (λύρα, σαντούρι, ηπειρώτικο κλαρίνο), ενώ «ανέστησε» θαμμένες μουσικές μορφές της ελληνικής παράδοσης, τους πολύτροπους ρυθμούς απ’ όλες τις περιοχές της χώρας και μας τα παρουσίασε μέσα από την έντονη προσωπική του τέχνη, ατόφια και σύγχρονα, εκφράζοντας ταυτόχρονα σημερινά προβλήματα και καταστάσεις.
«Επιστροφή στις ρίζες σημαίνει σχεδιασμός του μέλλοντος», ανέφερε σε συνέντευξή του στον «Ριζοσπάστη» το 1977, προσθέτοντας ότι «ρίζες σημαίνει το παντοτινό, το αιώνιο, όπως π.χ. οι έννοιες ισότητα και ελευθερία». Και πάλι στον «Ριζοσπάστη», αυτήν τη φορά το 2006, σημείωνε: «Όταν χρησιμοποίησα στη μουσική μου τη λύρα, το σαντούρι, το λαϊκό κλαρίνο, μέσα στα συμφωνικά όργανα, είχα μια κατεύθυνση εξ αρχής. Να συντελέσουν τα ηχοχρώματα αυτής της νέας ορχήστρας στα μουσικά μου έργα, στη συνοχή, στην αλληλεγγύη και στην ανάδειξη των άγραφων νόμων, που διαθέτει στην ψυχή του ο ελληνικός κόσμος».
Η δεκαετία του ‘70 είναι ιδιαίτερα γόνιμη για τον συνθέτη. Είναι τα χρόνια που κυκλοφορεί δίσκους – ορόσημα στην ελληνική μουσική δισκογραφία, «Χρονικό» σε στίχους Κ. Χ. Μύρη (1970), «Ριζίτικα» και «Ιθαγένεια» σε στίχους Κ. Χ. Μύρη (1971), «Ο Στρατής Θαλασσινός» σε ποίηση Γ. Σεφέρη (1973), «Θητεία» σε στίχους Μ. Ελευθερίου, «Μετανάστες» σε στίχους Γ. Σκούρτη (1974), «Θεσσαλικός κύκλος» σε στίχους Γ. Σκούρτη (1975), «Ανεξάρτητα» (1976).
Σε όλα αυτά τα έργα γίνεται φανερή η διάθεση του Γ. Μαρκόπουλου μέσα από την Τέχνη του να συμβάλει στην ανύψωση του λαού μας. «Προσπαθώ κι εγώ να είμαι από τους ανθρώπους που αγωνίζονται με το έργο τους να συνειδητοποιήσουν τους θεατές – ακροατές (…) Να βρεθεί από τους ίδιους η μέθοδος που από την ομαδική συνειδητότητα θα περάσει στην πραγμάτωση», δήλωνε στον «Ριζοσπάστη», το 1977.

«Πόσα χρόνια δίσεχτα»

«Όλα τα τραγούδια έχουν πολιτικό αντίκρισμα. Από το πιο απλό τραγουδάκι μέχρι το πιο σύνθετο. Και πάντοτε εξυπηρετούν κάποιες ομάδες…», έλεγε ο Γ. Μαρκόπουλος και σε αυτό το μικρό μας αφιέρωμα δεν μπορούμε να μη σταθούμε σε δύο δίσκους του που είχαν το δικό τους μερτικό στην ενδυνάμωση του λαού μας στα μαύρα χρόνια της δικτατορίας.
Ο πρώτος δίσκος είναι το «Χρονικό» σε στίχους του Κ. Χ. Μύρη (Κώστα Γεωργουσόπουλου), που ήρθε ως νέα πρόταση μέσα στο σύνολο της μέχρι τότε ελληνικής τραγουδοποιίας και αποτέλεσε τομή στη μουσική πραγματικότητα της χώρας.
«Το 1966 ξεκινάμε με το Μύρη τη δημιουργία ενός μουσικού έργου κι εκείνος αρχίζει να γράφει τον ποιητικό χάρτη του “Χρονικού”, με στίχους εμπνευσμένους από την επώδυνη πορεία του ελληνισμού στον εικοστό αιώνα». Με την επιστροφή του στην Ελλάδα ο Μαρκόπουλος ξεκινά τη διαδικασία για την κυκλοφορία του έργου. Με τεχνάσματα καταφέρνουν να ξεπεράσουν τον σκόπελο της λογοκρισίας και το έργο ηχογραφείται στο στούντιο της ΕΡΑ. «Η ορχήστρα με βιολί, βιολοντσέλο, κόντρα μπάσο, κλαρίνο, φλάουτο, κιθάρα, πιάνο, κρητική λύρα, ποντιακή λύρα, λαούτο, μπαγλαμά, νταούλι – ντέφι και ντραμς, ήταν πανέτοιμη από τις πρόβες και ο Ξυλούρης με την Δημητριάδη γνώριζαν κάθε λεπτομέρεια του έργου. Πολλοί νέοι και νέες μαθητές του Ωδείου Αθηνών και φοιτητές πανεπιστημίων παρακολουθούσαν την ηχογράφηση (…)». Άλλωστε, όπως θυμόταν ο συνθέτης, οι φοιτητές κάθε βράδυ γέμιζαν την μπουάτ «Στούντιο Λήδρα», όπου παρουσιαζόταν ολόκληρο το έργο.
Ο δεύτερος δίσκος είναι τα «Ριζίτικα». Τα «Ριζίτικα», παραδοσιακά τραγούδια της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Κρήτης, τα είχε διασκευάσει και ενορχηστρώσει ο συνθέτης με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποτελέσουν μια ενιαία μορφή διήγησης. Ιδιαίτερα το «Πότε θα κάνει ξαστεριά», με το εύγλωττο βαθύτερο νόημά του, βρίσκεται στα χείλη των φοιτητών τις μέρες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
Οι αγώνες της νεολαίας επηρεάζουν βαθιά τον συνθέτη και για τη δημιουργία ενός άλλου του σπουδαίου έργου, των «Ελεύθερων Πολιορκημένων», σε ποίηση Διονυσίου Σολωμού.
Αλησμόνητη σε όσους την έζησαν θα μείνει και η μεγάλη του λαϊκή συναυλία τον Ιούλη του 1974, μετά την πτώση της χούντας, στο γήπεδο του Παναθηναϊκού και καταγράφηκε από τον Νίκο Κούνδουρο για «Τα Τραγούδια της Φωτιάς» μαζί με εκείνη του Μίκη στο γήπεδο «Γ. Καραϊσκάκης».

Ακμαίος και δημιουργικός

Ο Γ. Μαρκόπουλος συνεχίζει και τα επόμενα χρόνια τη δημιουργική του διαδρομή. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τα έργα «Σειρήνες», «Φίλοι που φεύγουν», «Κονσέρτο – Ραψωδία για λύρα και ορχήστρα» τη δεκαετία του ‘80, καθώς και τη «Λειτουργία του Ορφέα», την «Αναγέννηση, Κρήτη ανάμεσα σε Βενετιά και Πόλη», την όπερα «Ερωτόκριτος και Αρετούσα» τη δεκαετία του ‘90.
Ο Γ. Μαρκόπουλος, ακόμα, γράφει μουσική για το θέατρο συνεργαζόμενος με το Εθνικό Θέατρο, το «Θέατρο Τέχνης» του Κάρολου Κουν, το «Αμφιθέατρο» του Σπύρου Ευαγγελάτου και με τους σκηνοθέτες Μίνωα Βολανάκη και Λεωνίδα Τριβιζά, ενώ συνέθεσε και μουσική για κινηματογραφικές ταινίες, όπως «Μικρές Αφροδίτες» (Βραβεία Μουσικής Θεσσαλονίκης και Βερολίνου) και «Vortex και Byron» του Νίκου Κούνδουρου, «Κραυγή γυναικών» και «Πρόβα» του Ζυλ Ντασσέν, «Επιχείρηση Απόλλων» του Γιώργου Σκαλενάκη.
Παράλληλα, ο Γιάννης Μαρκόπουλος ιδρύει την ορχήστρα Παλίντονος Αρμονία, με την οποία πραγματοποιεί πολλές συναυλίες στην Ελλάδα, αλλά και σε πόλεις της Ευρώπης, του Καναδά, των ΗΠΑ και της Αυστραλίας.
Σε όλη την πορεία του συνεργάστηκε με μερικούς από τους σπουδαιότερους στιχουργούς και ποιητές. Έργα του έχουν τραγουδήσει οι Νίκος Ξυλούρης, Μαρία Δημητριάδη, Βίκυ Μοσχολιού, Παύλος Σιδηρόπουλος, Λάκης Χαλκιάς, Γιώργος Νταλάρας, Βασιλική Λαβίνα, Λιζέτα Νικολάου, Χαράλαμπος Γαργανουράκης, Ηλίας Κλωναρίδης, Γιώργος Νικηφόρου Ζερβάκης κ.ά., αλλά και νεότεροι ερμηνευτές αναμετρήθηκαν με το έργο του, όπως οι Αλκίνοος Ιωαννίδης, Μίλτος Πασχαλίδης, Νατάσσα Μποφίλιου, Κώστας Μακεδόνας.
Ξεχωριστή πτυχή της πολυποίκιλης δημιουργίας του Γ. Μαρκόπουλου ήταν και η ενασχόλησή του με το παιδικό τραγούδι. Οι μελωδίες του στη θρυλική «Ντενεκεδούπολη» της Ευγενίας Φακίνου, αλλά και σε όλες τις παραστάσεις του κουκλοθεάτρου του «Μπάρμπα – Μυτούση» έχουν μεγαλώσει γενιές και γενιές παιδιών.

 

Το αληθινό τραγούδι είναι συνδεδεμένο με τους αγώνεε την ηθική, τη συνειδητοποίηση των ανθρώπων

«Με τη σημερινή συναυλία θέλουμε, από μέρους της ΚΕ του ΚΚΕ, να εκφράσουμε ένα μεγάλο, ολόθερμο “ευχαριστώ” στον Γιάννη Μαρκόπουλο για την πολιτιστική και κοινωνική προσφορά του μέσα από την τέχνη του. Μια τέχνη που, όπως στο παρελθόν έτσι και σήμερα, εξακολουθεί να συναντιέται με τους στόχους, τις επιδιώξεις και τις αξίες του Κόμματός μας για έναν ανώτερο ανθρώπινο πολιτισμό σε όλες του τις εκφάνσεις».
Τα παραπάνω σημείωσε ο Ν. Σοφιανός, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, στην εκδήλωση τιμής στον συνθέτη που πραγματοποίησε η ΚΕ του Κόμματος, το 2016, στην Αίθουσα Συνεδρίων στον Περισσό.
Άλλωστε, όλα αυτά τα χρόνια η σχέση του Γ. Μαρκόπουλου με το ΚΚΕ ήταν ιδιαίτερα γόνιμη. Τιμά, διαχρονικά, με την παρουσία του και τη συμμετοχή τα Φεστιβάλ της ΚΝΕ, από τη δεκαετία του 1970. «Αυτό το τραγούδι δεν το έγραψα εγώ, το γράψατε εσείς», τόνιζε από τη σκηνή του 4ου Φεστιβάλ της ΚΝΕ, ενώ ακουγόταν το «Εμείς είμαστε το αίμα / εμείς είμαστε η φωτιά / εμείς είμαστε οι εργάτες / χτίζουμε εμείς τη λευτεριά». Στη μνήμη όλων μας θα μείνουν και οι συναυλίες που οργάνωσε το ΚΚΕ στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής και πέρσι στο «Ολύμπια».
Ήδη στο 4ο Φεστιβάλ ΚΝΕ – “Οδηγητή”, το 1978, ο Γιάννης Μαρκόπουλος βρίσκεται στη σκηνή του Φεστιβάλ στο Περιστέρι, μαζί με τον Γιάννη Ρίτσο, τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Θάνο Μικρούτσικο, τον Χρήστο Λεοντή, τον Νίκο Ξυλούρη και άλλους μεγάλους καλλιτέχνες.
Στο 6ο Φεστιβάλ της ΚΝΕ, το 1980, στο Άλσος Περιστερίου, ο Γιάννης Μαρκόπουλος παρουσίασε το νέο έργο του, “Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου”, αφιερώνοντάς το στην ΚΝΕ.
Σταθερή ήταν η παρουσία της μουσικής του στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ, ενώ ξεχωρίζει από την πρόσφατη ιστορία του το 42ο Φεστιβάλ ΚΝΕ – “Οδηγητή”, το 2016, όπου στην κορύφωση των εκδηλώσεών του πραγματοποιήθηκε μεγάλη συναυλία αφιερωμένη στο έργο του, την οποία διηύθυνε ο ίδιος.
Όπως λέει ο στίχος του τραγουδιού που αφιέρωσε στην ΚΝΕ πριν από 43 χρόνια, “και θαυμάζω λαέ μου τα έργα σου”, έτσι μέσα στα θαυμαστά έργα του λαού μας ανήκει και η μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου.
Το κυριότερο, όμως, όλων είναι ότι τα τραγούδια του Γ. Μαρκόπουλου θα συνεχίσουν να μας συντροφεύουν στους αγώνες μας, αλλά και εκείνη τη μέρα την «αναστάσιμη», που «ο λαός θα παίζει τα πολλά τραγούδια του για τη λευτεριά…».
Και ο λόγος είναι ότι ο Γ. Μαρκόπουλος γνώριζε καλά πως «το γνήσιο ελληνικό τραγούδι, ποτισμένο με το αίμα της γης και των ανθρώπων αυτού του τόπου, είναι το φως, είναι το αμετακίνητο, είναι το πιο σπουδαίο πολιτιστικό επίτευγμα της νεοελληνικής ιστορίας μας.
Σήμερα, το αληθινό τραγούδι είναι συνδεδεμένο με τη φιλοσοφία, τους αγώνες, τη συνειδητοποίηση των ανθρώπων για τη θέση τους, την ελευθερία τους, τη δύναμή τους, την ηθική τους. Η μουσική στον τόπο μας είναι η πολιτική και πολιτιστική βάση για την οργάνωση μιας νέας ζωής και η λαϊκή συναυλία είναι ο μαγευτικός πολιτικός λόγος που διαμορφώνει το χρώμα της εποχής».

Πηγή: Αρχειακό υλικό εφημερίδα Ριζοσπάστης

*Ο Σπύρος Δαράκης είναι πρόεδρος μαρτυρικής ΜΑΛΑΘΥΡΟΥ
Πρώην Δήμαρχος Μηθύμνης και μέλος του Δ.Σ του Δικτύου Μαρτυρικών πόλεων και χωριών της Ελλάδος περιόδου 40΄- 45΄
(ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΑ)


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα