Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Γιατί μόνο οι Ελληνες να πληρώνουν;

Θυμάσαι αλήθεια πριν δυο χρόνια;
Είχαμε διπλοποδίσει με το Μιχαλιό στη ζεστή την άμμο, γύρισα το χταπόδι που τσίκνιζε στα κάρβουνα από θαλασσόξυλα που είχαμε ανάψει, κόψαμε δυο πλοκάμους, σκορπίσαμε κάμποσες αλατσολιές σε μια πλατσουδερή πέτρα, ξετρυπώσαμε ένα κομμάτι γραβιέρα, μια φέτα ψωμί ροδισμένη κι αυτή στην πυρά, γιόμισα δυο ποτηράκια ούζο, τσουγκρίσαμε, ήπιαμε κάμποσες κοφτές γουλιές, ρουφούσαμε τη θαλασσινή αλισάχνη και φτεροκοπούσανε κουβέντες ανέμελες, του αγέρα.
Ίσα που είχε τελέψει, βλέπεις, μια δύσκολη μέρα κι είχα ανάγκη τούτη τη γαλήνη.
Κι εκεί που πόρθησε η ευθυμία, απρόσμενα, τινάχτηκε ο Μιχαλιός, λες και τον πέρασε ηλεκτρισμός, σα μας χτύπησε πορφυρό του ήλιου το αντιφέγγισμα από το παναθύρι της απεναντινής βίλας, ίσαμε χίλια μέτρα αλάργα, χτισμένη στην πλαγιά του βουνού από τον Ίντο τον Εβραίο που ήρθε σε τούτον τον παρθένο τόπο προφασιζόμενος πως είναι Γάλλος, (μην τον πάρουμε στο κυνήγι φοβήθηκε) κι ερχότανε λίγες μέρες τα καλοκαίρια για διακοπές. Μοναχός του τα πρώτα χρόνια, με τη γυναίκα του και τα δυο κουτσούβελα που έκανε αργότερα, τον αγαπήσανε οι ντόπιοι κι όλο τραπεζώματα απολάμβανε. Μα σαν ανάριεψαν τα πήγαινε-έλα με τη φαμιλιά του κι όλους τους μήνες, καλοκαίρι φθινόπωρο άνοιξη μπορεί και χειμώνα, ερχόντουσαν αλλόθρησκοι λογιώ-λογιώ, κι ακόμα σα μάθανε οι χωριανοί πως δεν ήτανε Γάλλος μα Εβραίος, όχι πως τους ένοιαξε αν ήτανε απ’ αυτή τη ράτσα (άθρωποι του Θεού, μαθές, είναι κι οι Οβριοί, λέγανε) μα τους πείραξε η κοροϊδία τόσα χρόνια, κι ευτύς τα πράματα αλλάξανε. Τον παραμέρισαν.
Γι’ αυτό κι ως είχαμε χαλαρώσει απόψε, πετάχτηκε ο Μιχαλιός, στήθηκε ορθός κι αρχίνηξε να στέρνει ελληνοπρεπέστατα φάσκελα προς το σπίτι κι αόριστα προς Νότο.
«Τους κερατάδες, τους κλέφτες, τους τάδε τους δείνα… Που τρώνε το ψωμί των παιδιών μας».
Τα είχε βάλει με τους ξένους. Γερμανούς Εβραίους Ιταλούς, που…
«Αγοράσανε οικόπεδα στον τόπο μας, στην Ελλάδα μας, απολαμβάνουν τον ήλιο, τη γαλάζια θάλασσα, τα περήφανα βουνά μας κι όλες τις ομορφιές της φύσης και μας εκμεταλλεύονται», φώναζε.
«Μα είναι δικαίωμα τους αφού νόμιμα και με χαρτιά παστρικά κάνανε τις αγορές τους,» προσπάθησα να τους δικαιολογήσω, θηρίο ανήμερο εγίνηκε πάλι.
«Δε τα ξέρεις καλά».
«Γιατί; σε πειράζει που έρχονται και μένουν στο σπίτι τους;».
«Δεν με πειράζει αυτό».
«Αμ τι;».
«Που τρώνε τον ιδρώτα μου. Που τα νοικιάζουν εις βάρος μας. Αυτό με πειράζει, αυτό πρέπει να πειράζει κι εσένα κι όλους τους Έλληνες».
«Φίλοι τους, λένε, έρχονται και μένουν όταν οι ίδιοι λείπουν».
«Τον κακό τους τον καιρό» φώναξε πιο δυνατά, κι άντε πάλι φάσκελα.
«Δηλαδή;».
«Τι δηλαδή. Όλοι αυτοί που έρχονται και μένουν στα σπίτια τους, δε λέω σε ολωνών, όχι ο Δανός, είναι κύριος, κι ο Εγγλέζος τζέντλεμαν. Κι ο Ιταλός ο Αντρέας. Αυτοί δεν τα νοικιάζουν. Οι άλλοι όμως, ώ ανάθεμά τους. Μας κλέβουν!».
«Πειράζει που τα νοικιά…».
Δεν πρόλαβα να τελειώσω, μου ξαναχίμηξε.
«Ούτε και μένα θα με πείραζε αν πληρώνανε όπως πληρώνουν οι νομοταγείς δικοί μας. Αλλά παίρνουν τα λεφτά κι όχι μόνο δεν πληρώνουν εφορία κι ό,τι άλλο πρέπει αλλά τα εξάγουν παράνομα στη χώρα τους. Τουλάχιστον δεν τα ξοδεύουν στη δικιά μας πατρίδα».
«Και πώς τα ξέρεις;».
«Ούλοι τα ξέρουν. Άντε να ρωτήξεις την Έλσα που καθαρίζει τα σπίτια προτού έρθουν οι νοικάρηδές τους και τη Δεσποινιά που σφουγγαρίζει τα οβρέικα κάτουρα για νάρθουνε οι άλλοι. Άντε σου λέω να μορφωθείς».
«Και πελάτες; Πού βρίσκουν».
Κείνη την ώρα έσκασε στα γέλια.
«Εγώ θα στα πω; Στα ιντερνέτια. Αφού ξέρεις καλλιά από μένα».
Έπεσα σε συλλογή μα αυτός συνέχιζε.
«Ξέρεις πόσο τα νοικιάζουνε; Εκατό μέχρι διακόσια ευρώ τη βραδιά! Κι ο κακομοίρης ο Αντώνης ο πολύτεκνος, κι ο Γιώργης που είναι καταχρεωμένος, τους ξέρεις δα, κι όλοι οι άλλοι, έχουν κανονικά άδεια με σφραγίδες κι υπογραφές. Τους ελέγχουν και πληρώνουν τα μαλλιά της κεφαλής τους. Γιατί λοιπόν αυτοί όχι; Ούτε άδεια, ούτε φορολογία. Εε; δεν τους φτάνει που ρουφάνε τον ήλιο μας, θέλουν να πίνουν και το αίμα μας οι αλλόθρησκοι;».
Μπορώ να μη συμφωνήσω με το Μιχαλιό; Κι ας έχασα την ηρεμία μου.
Γιατί εσύ κύριε Πρωθυπουργέ κι οι παραστεκάμενοί σου δε συμφωνείτε; Για κάντε λοιπόν κάτι. Άντε να χαρείτε. Να μη πληρώνουνε μόνο οι νομοταγείς Έλληνες.

*gkamvysellis@yahoo.gr


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα