Του ναυαγού είσαι στεριά, τ’ απελπισμέν’ ελπίδα,
Αστείρευτη γνώσης πηγή, ζεστή ψυχής κοιτίδα.
Της θλίψης γλυκό ίαμα, βάλσαμο στην καρδιά,
Απαλό φως, ανέσπερο, αλήθεια στην ψευτιά.
Όνειρο μες τον λογισμό, πολύ αγαπημένο,
Και λιμανάκι απάνεμο, πάντα γαληνεμένο.
Στης αγκαλιά σου τον μπαξέ, ψυχές αναθαρρεύουν,
Και μ’ ένα χάδι τρυφερό, τα δάκρια στερεύουν.
Την παγωμένη μοναξιά, όποιοι σκληρά βιώνουν,
Σαν Παναγία σε θωρούν, κ’ οι πόνοι μαλακώνουν.
Μες το αλώνι τσ’ ανθρωπιάς, το χέρι σου απλώνεις,
Με το τραγούδι της ζωής και τ’ άγρια μερώνεις.
Γυναίκα, μάνα, αδελφή, γλυκοθωρούσα κόρη,
Στην στράτα όπου περπατάς, σ’ έχουν ανάγκη όλοι.
Να τους προσφέρεις αφειδώς, τη συμπαράστασή σου,
Τη στήριξη στα δύσκολα, μα και τη συμβουλή σου!