Ο Γιώργος Βιτώρος δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Δημοφιλής και αγαπητός από την κοινωνία της Κρήτης, εδώ και δεκαετίες μελετά, αναδεικνύει και παρουσιάζει τη λαϊκή παράδοση και τον πολιτισμό του νησιού μέσα από τις τηλεοπτικές του εκπομπές, το ραδιόφωνο και την πένα του. Κι όμως παρά το γεγονός ότι είναι από τους ανθρώπους που έχουν εντρυφήσει στη λαογραφία της Κρήτης εξακολουθεί να νιώθει ακόμα μαθητής.
Και πάντα με τον ίδιο ενθουσιασμό, συνεχίζει να ταξιδεύει από άκρη σε άκρη όλο το νησί, για να μαζέψει καινούριες ιστορίες, να ανακαλύψει και να αναδείξει νέους καλλιτέχνες και να γευτεί την ανεξάντλητη ομορφιά που κρύβει μέσα της η παράδοση.
Με αφορμή την επιστροφή του στα τηλεοπτικά πλατό και την επανέναρξη των εκπομπών του από την ερχόμενη εβδομάδα, οι “διαδρομές” μίλησαν μαζί του για τα καλά αλλά και τα άσχημα της Κρήτης, για κάποιες ξεχωριστές ιστορίες αλλά και για το “σχολείο” ήθους, αισθητικής και σοφίας που μπορεί να αποτελέσει ο λαϊκός πολιτισμός.
Είχατε σταματήσει λόγω πανδημίας τις εκπομπές σας στην τηλεόραση. Σύντομα όμως επιστρέφετε, τι ετοιμάζετε;
Με τον κορωνοϊό είχαμε σταματήσει αλλά γράψαμε εκπομπές και ξαναρχίζουμε από την ερχόμενη εβδομάδα, όπου θα ανέβω σε ένα ορεινό χωριό στον Ψηλορείτη για να παρουσιάσω έναν νέο καλλιτέχνη, μετά πάμε Μεσαρά, Χανιά κ.λπ.
Μιλάμε πάντα για την εκπομπή “Δοξάρια και σκαρόφτερα”, που ασχολείται με την κρητική μουσική, τον χορό και τις μαντινάδες και προβάλλεται κάθε Παρασκευή βράδυ στις 10 στη “Νέα Τηλεόραση” και σε επανάληψη την Κυριακή με στόχο να προβάλλουμε σύγχρονους καλλιτέχνες και βέβαια την εκπομπή “Κρητών έργα”, που βραβεύτηκε το 2017 ως το καλύτερο ντοκιμαντέρ μεταξύ των περιφερειακών καναλιών της χώρας, η οποία αφορά τη λαογραφία της Κρήτης και προβάλετε κάθε Τετάρτη βράδυ στις 10 και σε επανάληψη κάθε Σάββατο. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τη “Νέα Τηλεόραση” που μου παρέχει τους ανθρώπους και την υλικοτεχνική υποδομή για να κάνω τις εκπομπές. Εκπομπές που έχουν αγαπήσει ιδιαίτερα οι νέοι αφού τους δίνει βήμα να παρουσιάσουν τη δουλειά τους.
Μετά από τόσα χρόνια επαφής με την παράδοση, υπάρχουν πράγματα που ακόμα σας ξαφνιάζουν;
Είναι απίστευτες οι πληροφορίες που φτάνουν στ’ αυτιά μου που δεν τις ήξερα. Οσο και να έχεις εντρυφήσει υπάρχουν πράγματα που σού προκαλούν έκπληξη. Δεν θα ξεχάσω, στα Αφράτα νομίζω, όταν ρώτησα έναν γέροντα τι του κάνει εντύπωση στον τόπο του. Με πήρε, περπατήσαμε παραλία – παραλία και με πήγε εκεί που έπαιρναν τις μυλόπετρες. Εκεί κάποιοι είχαν κόψει πάνω στον βράχο τεράστια κομμάτια βράχου, κομμάτια που μπορεί να ήταν και 5 τόνοι. Το ερώτημα που γεννιέται σε όποιον το βλέπει αυτό είναι πως τα μετέφεραν. Μου είπε, λοιπόν, από προφορικές μαρτυρίες που διασώζονταν, πως μετέφεραν τα κομμάτια αυτά χρησιμοποιώντας ασκιά που τα έσερναν καΐκια. Κι έτσι ακόμα είναι απορίας άξιο όμως πώς τα μετέφεραν μέχρι τη θάλασσα…
Φαντάζομαι ότι ιστορίες με ξεχωριστό ενδιαφέρον ακούτε πολλές.
Ναι, θυμάμαι τώρα άλλη μία που μού είπε ο μακαρίτης Μανωλεδάκης, όταν στην κατοχή συνέλαβαν οι Γερμανοί δύο αντάρτες. Τους πήγαν στους Λάκκους και τους παρέδωσαν σε κάτι Ιταλούς για να τους φυλάξουν μέχρι το επόμενο πρωί όπου θα γίνονταν η εκτέλεση. Οι χωριανοί μαζεύτηκαν και γνωρίζοντας ότι ο ένας από τους Ιταλούς φύλακες, ο Ντίνο Μποναβεντούρα, ήταν τρελά ερωτευμένος για την κόρη ενός Μανωλεδάκη, στήνουν ολόκληρη επιχείρηση για να πάρει ο Ιταλός την κοπελιά και να σωθούν οι αντάρτες. Τελικά αυτός έγραψε ένα γράμμα ότι λιποταχτεί κι ότι αυτός απελευθέρωσε τους αντάρτες -για να μην κινδυνέψει το χωριό από αντίποινα- και φεύγει για το βουνό. Μετά τον πόλεμο γύρισε για να πάρει την κοπελιά. Ο Μανωλεδάκης δεν ήθελε να τη δώσει γιατί φοβήθηκε ότι δεν θα την ξαναδεί κ.λπ. Με την επέμβαση των χωριανών όμως την έδωσε. Το ζευγάρι πήγε στην Ιταλία, έκαναν δέκα παιδιά και κάθε χρόνο επέστρεφαν για να επισκεφτούν τους Λάκκους. Ολες αυτές οι ιστορίες με γεμίζουν χαρά και πάντα αποτελούν μια έκπληξη για εμένα.
Η ερήμωση των χωριών σας θλίβει;
Είναι μαχαιριά στην καρδιά μου κάθε φορά που επισκέπτομαι δημοτικά σχολεία σε χωριά που έχουν παραχωρηθεί σε πολιτιστικούς συλλόγους και φιλοξενούν φωτογραφίες που δείχνουν τη ζωή που είχαν κάποτε αυτά τα σχολεία. Θα το πληρώσουμε αυτό. Φεύγει ο κόσμος και δεν ξαναγυρίζει.
Πού μπαίνει το όριο στο “πείραγμα” της παράδοσης από τους σύγχρονους;
Ο Καζαντζάκης λέει ότι η παράδοση είναι για να την ξεπερνάμε. Δεν γίνεται να μην υπάρξει ανανέωση και εμπλουτισμός της παράδοσης με καινούρια στοιχεία. Βέβαια θα πρέπει οι νέοι να διατηρούν τον κύριο κορμό αυτών που μας παρέδωσαν οι παλαιότεροι και από εκεί και πέρα να βάζουν τις δικές τους πινελιές. Ειδικότερα για τις μαντινάδες με ενοχλούν κάποιες “ελληνικούρες”. Είναι όμως σημάδι των καιρών. Μαζί με την εξαφάνιση παλιών αντικειμένων φεύγουν και κάποιες παλιές λέξεις.
Για παράδειγμα, παιδί με έστελνε η μάνα μου και μάζευα πλουμί, δηλαδή τον ανθό ενός θάμνου που τον έβαζε σε μαξιλάρια κ.λπ. Πλέον κανείς δεν το κάνει αυτό και μαζί με αυτή τη πρακτική χάθηκε και η λέξη.
Μήπως πρέπει η λαογραφία να μπει στην εκπαίδευση;
Ούτε λόγος. Κι ευτυχώς που κάποιοι δάσκαλοι το κάνουν αυτό από μόνοι τους. Για παράδειγμα αυτή την ώρα έχω μπροστά μου ένα βιβλίο του δασκάλου Κωστή Λαγουδιανάκη, ο οποίος με τη συνδρομή της Περιφέρειας Κρήτης, έγραψε με δεκαπεντασύλλαβο στίχο την κρητική ιστορία. Μιλάμε για 1,5 κιλό βιβλίο! Υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν πράγματα από μόνοι τους και δεν περιμένουν την Πολιτεία.
Ισως με αυτό τον τρόπο μπορούν να αντιμετωπιστούν και κάποιες αρνητικές συμπεριφορές. Μιλάω για την υποκουλτούρα της κούπας, της μπαλωθιάς κι ενός ψεύτικου τσαμπουκά που δυστυχώς έχουν υιοθετήσει πολλοί νέοι…
Αυτά και όλα τα αρνητικά που φέρνουν συχνά μαζί τους, όπως ναρκωτικά, “προστασία” κ.λπ. Με θλίβουν βαθύτατα αυτές οι συμπεριφορές. Μάλιστα κλείνω πάντα την εκπομπή μου με την προτροπή να μην πίνει ο κόσμος κούπες και βέβαια να μην οδηγεί μεθυσμένος. Μέσα σε όλα αυτά, είδαμε πρόσφατα να αναβιώνει στο δικαστήριο και η ιστορία με τους μαγκουροφόρους στο Αντισκάρι που σκότωσαν έναν άνθρωπο. Πρέπει να παλέψουμε όλοι μαζί για να σταματήσουν αυτά. Είναι πράγματα που δεν έχουν καμία σχέση με την παράδοσή μας. Χρειάζεται όμως παιδεία.
Για να έρθουμε στα καλά, είναι εντυπωσιακό που στην Κρήτη η παράδοση παραμένει ζωντανή. Οι νέοι διασκεδάζουν με κρητικά και χορεύουν τους χορούς μας…
Πρόσφατα ο Σπύρος Παπαδόπουλος είχε έναν καλλιτέχνη από τα Γιάννενα, τον Υφαντή. Ενας υπέροχος τραγουδιστής που ερμηνεύει και μοιρολόγια της Ηπείρου. Ξέρετε όλα τα πανηγύρια στην Ήπειρο αρχίζουν με ένα μοιρολόι και μετά μπαίνουν στα χορευτικά. Ενα μοιρολόι που το λένε για να τιμήσουν τους νεκρούς τους και αυτούς που λείπουν στην ξενιτιά. Ελεγε λοιπόν αυτός ο άνθρωπος ότι του αρέσει η Κρήτη γιατί συνεχίζεται η σύνθεση καινούριων κομματιών. Ενώ δηλαδή η υπόλοιπη Ελλάδα έχει παραμείνει στα κλασικά παραδοσιακά κομμάτια, στην Κρήτη κάθε μέρα βγαίνουν καινούρια πράγματα. Είναι ωραίο που οι νέοι κάνουν το δικό τους καλιμέντο στη μουσική παράδοση.
Η παράδοση διδάσκει ήθος;
Δεν θα ξεχάσω μια γηραιά κυρία, 100 χρονών, στη Χερσόνησο που είχα πάει για συνέντευξη. Οταν πήγα σπίτι της, μού είπε ευχαρίστως να σου μιλήσω αλλά θα πάμε στην κόρη μου. Εγώ επέμενα «γιατί αφού στην αυλή σας είναι πολύ ωραία». «Οχι, όχι, να πάμε στην κόρη μου», επέμενε. Σκέφτηκα ότι ίσως να ένιωθε αμήχανα με δύο άντρες. Μου λέει λοιπόν δείχνοντάς μου ένα μπαλκόνι στο απέναντι σπίτι: «Εκεί απέναντι, παιδί μου, είναι μια γυναίκα που έχασε σε ένα τροχαίο τον άντρα της και δυο της παλληκάρια και μπορεί να γελάσουμε καθώς θα μιλάμε και δεν κάνει». Κι αναρωτιέσαι ποιο πανεπιστήμιο δίδαξε αυτό τον πολιτισμό σ’ αυτή τη γυναίκα; Ποιος δίδαξε τους ανθρώπους στις Μαδάρες, τον Ψηλορείτη και τα Λασιθιώτικα βουνά να σφάζουν ένα πρόβατο και να ξέρουν ότι το μισό πρέπει να πάει στη γειτονιά; Ηθος, αισθητική και σοφία λοιπόν υπάρχει στην παράδοση.
Μπορείτε να κλείσετε σε μια μαντινάδα τι είναι για εσάς η παράδοση;
«Λαός χωρίς παράδοση μοιάζει με το καράβι / απ’ ου και οι τέσσερις καιροί το δέρνουν και βουλιάζει».