Ο Μπιλ Γκέιτς (Gates Frontier) και ο Τζεφ Μπέζος (Bezos Expeditions) περιλαμβάνονται στη λίστα των επενδυτών που θα χρηματοδοτήσουν με 75 εκατομμύρια δολάρια την αμερικανική νεοφυή επιχείρηση Synchron η οποία αναπτύσσει εγκεφαλικά εμφυτεύματα, σύμφωνα με δελτίο Τύπου που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη (15/12).
Όπως αναφέρει το δελτίο Τύπου, η νεοφυής εταιρεία έχει συγκεντρώσει συνολικά 145 εκατομμύρια δολάρια. Μεταξύ των άλλων επενδυτών ήταν και οι εταιρείες Reliance Digital Health Limited, Greenoaks, Alumni Ventures, Moore Strategic, Khosla Ventures, NeuroTechnology Investors, καθώς και το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης.
Η Synchron έχει αναπτύξει τη συσκευή Synchron Switch, η οποία έχει σχεδιαστεί για ασθενείς με παράλυση ώστε να μπορούν να ελέγχουν με τη σκέψη, ηλεκτρονικές συσκευές. Σε αντίθεση με το πειραματικό εμφύτευμα της Neuralink του Ίλον Μασκ, το οποίο εισάγεται χειρουργικά στον εγκέφαλο, η συσκευή Synchron Switch εισάγεται με καθετήρα μέσω της σφαγίτιδας φλέβας στον λαιμό, μέσω μιας ελάχιστα επεμβατικής ενδαγγειακής διαδικασίας.
«Το πρόβλημα της παράλυσης είναι πολύ μεγαλύτερο από ό,τι αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι. Εκατό εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως πάσχουν από παράλυση των άνω άκρων», δήλωσε ο Τομ Όξλεϊ, διευθύνων σύμβουλος και ιδρυτής της Synchron.
Τον Ιούλιο του 2021, η Synchron έλαβε το πράσινο φως από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) για τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών σε ανθρώπους. Εκείνη την εποχή, η εταιρεία ανέπτυσσε την συσκευή Stentrode η οποία θα επέτρεπε σε παράλυτους ασθενείς να χειρίζονται ψηφιακές συσκευές με τη σκέψη.
Οι προηγούμενες δοκιμές αποδείχθηκαν επιτυχείς
Σύμφωνα με την ΕΡΤ, η Synchron έχει ήδη δοκιμάσει τη συσκευή σε τέσσερις ασθενείς στην Αυστραλία, δύο από τους οποίους, μπόρεσαν να ελέγξουν τον υπολογιστή τους με την σκέψη, χάρη στη μεταφορά δεδομένων από τον κινητικό φλοιό στις ψηφιακές συσκευές. Τον περασμένο Ιούλιο, η εταιρεία προχώρησε στην πρώτη εμφύτευση της συσκευής σε Αμερικανό ασθενή.
Η Synchron έχει επίσης μια εν εξελίξει κλινική δοκιμή στις ΗΠΑ η οποία αξιολογεί τον αντίκτυπο σε καθημερινές εργασίες, όπως: αποστολή μηνυμάτων, διαδικτυακές αγορές και υπηρεσίες τηλεϊατρικής. Επιπλέον, ο FDA χορήγησε στην νεοσύστατη εταιρεία τον Αύγουστο του 2020, τον χαρακτηρισμό Breakthrough Device.