Τις προβλέψεις της για τις προσωρινές αλλά και τις συνολικές επιπτώσεις που θα έχει το ξέσπασμα του κορωνοϊού στην παγκόσμια οικονομία και τις αγορές, δίνει η Goldman Sachs μέσα από δύο νέες της εκθέσεις. Όπως επισημαίνει, σύμφωνα με το βασικό της σενάριο, μετά το αρχικό “χτύπημα”” τόσο η οικονομία όσο και οι αγορές θα ανακάμψουν.
Σχεδόν στο 2% του ΑΕΠ το συνολικό “χτύπημα”
Όπως αναφέρει σε σχετικό ρεπορτάζ το capital.gr, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Goldman Sachs το ξέσπασμα του κοροναϊού αναμένεται να μειώσει την ανάπτυξη του κινεζικού ΑΕΠ στο πρώτο τρίμηνο του 2020 κατά 1,6% σε ετήσια βάση ή κατά 6,4% σε τριμηνιαία βάση. Το εκτιμώμενο “χτύπημα” στην κινεζική ανάπτυξη αφαιρεί άμεσα περίπου 1% από την παγκόσμια ανάπτυξη του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο (σε τριμηνιαία βάση). Επιπλέον, η αμερικάνικη τράπεζα εκτιμά ότι οι επιπτώσεις του ιού στον υπόλοιπο κόσμο θα αφαιρέσουν κοντά στο 1% από την παγκόσμια ανάπτυξη, έτσι το συνολικό “χτύπημα” του κοροναϊού στην παγκόσμια ανάπτυξη θα φτάσει σχεδόν το 2%. Οι επιπτώσεις σχετίζονται με τη μείωση των εξαγωγών προς την Κίνα (ύψους περίπου 0,3%) και τις μειωμένες δαπάνες από Κινέζους τουρίστες στο εξωτερικό (περίπου 0,6%).
Το βασικό σενάριο
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Goldman Sachs, η επιθετική αντίδραση από τις αρχές της Κίνα αλλά και σε άλλες χώρες θα μειώσει δραματικά το ποσοστό νέων κρουσμάτων έως το τέλος του α’ τριμήνου. Εάν υλοποιηθεί, η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα θα ομαλοποιηθεί στη συνέχεια και στα επόμενα τρίμηνα, με θετικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 1,5% περίπου στο δεύτερο τρίμηνο και 0,5% στο τρίτο τρίμηνο (σε τριμηνιαία βάση).
Για το σύνολο του έτους, αυτό θα σήμαινε ένα μικρό “χτύπημα” στην ετήσια αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 0,1-0,2%, έτσι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της G.S η παγκόσμια ανάπτυξη θα σημειώσει το 2020 ελαφρά ανάκαμψη της τάξης του 3,25% από 3,1% το 2019.
Το δυσμενές σενάριο
Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο της G.S ωστόσο, θα χρειαστεί να περιμένουμε έως το β’ τρίμηνο του έτους για να δούμε κορύφωση των νέων κρουσμάτων του κοροναϊού. Έτσι, η ανάκαμψη θα καθυστερήσει και το “χτύπημα” στην παγκόσμια ανάπτυξη του ΑΕΠ το 2020 θα αυξηθεί πιθανώς σε περίπου 0,3%. Συνεπώς, η επιτάχυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης η οποία αναμενόταν υπό το βασικό σενάριο εντός του 2020, θα μεταφερθεί στο 2021.
Πάντως η G.S σημειώνει ότι η επιδημία του κοροναϊού δεν αλλάζει τη βασική της εκτίμηση ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα κινηθεί υψηλότερα, με οδηγό τη μείωση του “βάρους” του εμπορικού πολέμου και τη χαλάρωση των οικονομικών συνθηκών στο προηγούμενο διάστημα. Εν μέρει για αυτόν τον λόγο, η αμερικάνικη τράπεζα εκτιμά ότι η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής στις μεγαλύτερες ανεπτυγμένες οικονομίες πιθανόν να βρίσκεται πίσω μας και οι μειώσεις των επιτοκίων το 2020 θα είναι σε μεγάλο βαθμό περιορισμένες και θα εφαρμοστούν από μια μειοψηφία κεντρικών τραπεζών των αναδυόμενων αγορών.
Αγορές
Σε ό,τι αφορά τις αγορές, η G.S σημειώνει ότι το ξέσπασμα του νέου στελέχους του κοροναϊού έχει δημιουργήσει έναν νέο κίνδυνο. Παρ’ όλο που κανένα προηγούμενο γεγονός δεν μπορεί να αποτελέσει τον τέλειο οδηγό για τις επιπτώσεις που θα έχει, η αμερικάνικη τράπεζα σημειώνει πως μπορούμε να αντλήσουμε μαθήματα από το πώς κινήθηκαν οι αγορές σε ξεσπάσματα ιών στο παρελθόν.
Συνήθως, ο αντίκτυπος στα risk assets ήταν πιο έντονος όταν η αβεβαιότητα ήταν στο πιο υψηλό επίπεδο, όταν δηλαδή η ταχύτητα, η κλίμακα και η σοβαρότητα του ξεσπάσματος του ιού δεν ήταν γνωστές. Οι αγορές γενικότερα, όπως παρατηρεί η Goldman Sachs, τείνουν να σταθεροποιούνται μετά από περίπου δύο εβδομάδες έως ένα μήνα κατά μέσο όρο, αντιστρέφοντας την αρχική πτώση.
Ενώ είναι πιθανό να υπάρξει ένα προσωρινό “χτύπημα” στα μακροοικονομικά στοιχεία, η ανάκαμψη στα risk assets συχνά έρχεται πριν εμφανιστούν οι πλήρεις επιπτώσεις στα υποκείμενα οικονομικά στοιχεία. Τα επιτόκια, αντίθετα, τείνουν να παραμένουν χαμηλά ακόμη και όταν τα οικονομικά στοιχεία ανακάμπτουν, λόγω της “στροφής” της πολιτικής των κεντρικών τραπεζών σε μία πιο ήπια (dovish) στάση.
Αυτό υποδηλώνει ότι οι μετοχές θα μπορούσαν να ανακάμψουν στο “άκουσμα” των ειδήσεων για σταθεροποίηση των κρουσμάτων. Αλλά η ροή οικονομικών δεδομένων θα μπορούσε να οδηγήσει τις κεντρικές τράπεζες, όπως η Τράπεζα της Αγγλίας, η Κεντρική Τράπεζα της Σκωτίας και η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας, να αλλάξουν την στάση τους χαλαρώνοντας ακόμη περισσότερο τη νομισματική τους πολιτική.