«Απόδοτε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι
και τα του Θεού τω Θεώ»
[Ματθ. κβ’ 21, Μαρκ. ιβ’ 17 και Λουκ. κ’ 25]
ΠΡΙΝ από 6 χρόνια, προσήλκυσε την προσοχή μας μια εντυπωσιακή εικόνα της «Δίκης του Χριστού». Βρίσκεται στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Εισοδίων Χανίων. Είχαμε γράψει τότε ένα «Περι-Διαβάζοντας» (1). Ο προβληματισμός μας αφορμιζόταν από τον έντονα παράξενο και «πολιτικά» ενδιαφέροντα τίτλο της εικονογραφίας: «Κρίσις Αιμοβόρος των Ιουδαίων κατά Ιησού Χριστού Σωτήρος του Κόσμου»!
ΑΝΑΛΟΓΕΣ εικονογραφήσεις με θέμα τη Δίκη του Χριστού, με τον Πιλάτο ή τον Καϊάφα, περιστοιχιζόμενους από Δικαστές να αποφασίζουν, υπάρχουν πολλές: βυζαντινών σχολών ή δυτικότροπων. Όμως, μια λεπτομερής καταγραφή των λεχθέντων, κυρίως των καταδικαστικών «αποφάσεων» όπως στην παραπάνω κρητική εικόνα, απεικονίζεται σπάνια.
ΤΥΧΑΙΑ συναντήσαμε στο διαδίκτυο (lakonistas.gr) μια παρόμοια εικονογράφηση. Βρίσκεται στον «Άγιο Νικόλαο» του χωριού Αναβρυτή Λακωνίας. Η εικονογραφία κι εδώ (2) είναι μάλλον επηρεασμένη από τους Ελλαδίτες Χιονιοδίτες αγιογράφους. Με στοιχεία, δηλαδή, της ηπειρωτικο-θηβαϊκής σχολής, αλλά και άλλων: Επτανησιακής, Ρώσικης, Αγ. Ορους καθώς και χάρτινων λιθογραφιών της εποχής.
ΕΠΕΙΔΗ δεν υπάρχει επίσημη καταγραφή της Δίκης του Χριστού από τους Ευαγγελιστές (όπως, ας πούμε, η δίκη του Σωκράτη στην πλατωνική «Απολογία»), το τι ακριβώς ελέχθη στη Δίκη (ή τις δίκες) παραμένει αναπάντητο. Αυτό επιτρέπει στον κάθε καλλιτέχνη να εικονογραφεί τη δική του παραδοσιακή εκδοχή. Και βέβαια η Δίκη -και καταδίκη- του Χριστού είναι καταγραμμένη στο υποσυνείδητό μας: ως παράνομη και άδικη, ως μια δίκη καθαρά εξυπηρετούσα πολιτικές σκοπιμότητες και τέλος ως αναπόφευκτη για τη Θεία Οικονομία.
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ, λοιπόν, παρούσα τότε, τώρα και πάντοτε… Αλλά πόσο «πολιτικός» ήταν ο Ιησούς; Την Κυριακή των Βαΐων μπαίνει στα Ιεροσόλυμα ταπεινά («επί πώλου όνου» καθήμενος) για να γιορτάσει τις μέρες του εβραϊκού Πάσχα με τους μαθητές του.
Όμως, η υποδοχή που του επιφυλάσσει ο λαός γίνεται με όρους καθαρά πολιτικούς: ενθουσιασμός, «Ωσαννά», «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Η εικόνα της «μετά βαΐων και κλάδων» (Ματθ., ΚΑ.8, και Ιω., ΙΒ.13) υποδοχής του από ένα πλήθος παραληρούντων «οπαδών» (;) θα αποτελούσε για τα Μ.Μ.Ε. -αν υπήρχαν τότε- ένα πρώτης τάξης θέμα πολιτικής εκμετάλλευσης, σε μια εποχή που-όπως σήμερα- τα πάντα ήταν ρευστά! Τον αποκαλούν «Μεσσία» (=Σωτήρα), επειδή σ’ Αυτόν οι Ιουδαίοι έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους, για την αποτίναξη του ρωμαϊκού ζυγού (3). Όμως, ο Ιησούς/Θεάνθρωπος έρχεται στη γη και θυσιάζεται για τη σωτηρία ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους.
Σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί «πολιτικά» στις προσδοκίες ενός μόνου λαού. Δεν ήταν ένας πολεμοχαρής αρχηγός που θα άλλαζε -όπως Τον ήθελαν- την κοινωνικοπολιτική κατάσταση των συμπολιτών του με τα όπλα. Ούτε βέβαια ήταν ένας επαναστάτης που θα εξήγειρε το λαό εναντίον των Ρωμαίων. Μιλούσε πάντα αλληγορικά, ενώ οι κατήγοροί του «ερμήνευαν» τα λόγια και τις πράξεις του με δικονομικά παγιδευτικά ερωτήματα, τον Μωσαϊκό Νόμο και τις σκοπιμότητες της εποχής.
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ την εποχή του Χριστού βρισκόταν σε αρκετά ψηλό επίπεδο. Το Ρωμαϊκό Δίκαιο που ισχύει και σήμερα στη διεθνή νομική ορολογία, σε λίγα θέματα υπολειπόταν από το τωρινό ευρωπαϊκό δίκαιο. Από την άλλη, το εβραϊκό δίκαιο ήταν ιεροκρατικό στηριζόμενο στο Μωσαϊκό Νόμο που, σύμφωνα με τους κατηγόρους επικριτές του Ιησού (Γραμματείς και Φαρισαίους), ο Θεάνθρωπος δεν τηρούσε.
ΓΙΑ τον λόγο αυτό χρησιμοποιήθηκαν πολλές λεκτικές παγίδες εναντίον του, με κυρίαρχη την περίφημη φράση/απάντησή Του που έχουμε και ως παράθεμα (4). Μια φράση που θα μπορούσε κάλλιστα να ορίσει και «πολιτικά» τα όρια στις σχέσεις Πολιτείας – Εκκλησίας: πρόβλημα άλυτο ακόμη.
ΑΛΛΑ ο πλούτος των παροιμιακών εκφράσεων και των «πολιτικών» παραθεμάτων που ακούγονται κυρίως κατά τη Μ. Εβδομάδα, είναι αμύθητος. Η παράθεσή τους δεν είναι θέμα του παρόντος. Πολλές ευαγγελικές φράσεις έχουν ταυτισθεί με την καθημερινότητά μας. Χρησιμοποιούνται ασυνείδητα, χωρίς καμιά φορά να ξέρουμε την πραγματική σημασία τους. Ακόμη και απλές προτάσεις των ημερών περιέχουν πολιτικούς υπαινιγμούς. Κατά το δοκούν, φυσικά…
Καλή Μεγάλη Εβδομάδα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
– (1) «Χανιώτικα νέα», (Αφιέρωμα) «Πάσχα 2008», σελ. 4. «Περι-διαβάζοντας», με τίτλο «Κρίσις Αιμοβόρος…», 24/4/2008
– (2) Παναγιώτης Αλατσάς, ο αγιογράφος.
– (3) Είναι λιτή η διήγηση της προσαγωγής του Ιησού στον Πιλάτο (στο κατά Μάρκο Ευαγγέλιο, 15, 2-15). Η βασική κατηγορία που του απαγγέλλεται είναι πολιτική: «Εσύ είσαι ο Βασιλιάς των Ιουδαίων;» τον ρωτάει ο Πιλάτος. Ο Ιησούς αρνείται να απαντήσει ή απαντάει διπλωματικά λέγοντας, «Σύ είπας» («αυτό το λες εσύ»). Ακολουθεί σιωπή και το «νίπτω τας χείρας» του Πιλάτου: μια απαράδεκτη (extra ordinem) πολιτική θέση για Ρωμαίο άρχοντα.
-(4) Στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (22,15-23,39) έχουμε μεν ελάχιστες, αλλά κρίσιμες «δικονομικές» ερωτήσεις παγίδες που του έκαναν οι «άνομοι Εβραίοι». Πλησιάζοντάς Τον, τον ρωτούν υπαινικτικά: «- Δάσκαλε, ξέρουμε ότι λες πάντα την αλήθεια του Θεού και δεν υπολογίζεις κανένα. Πες μας λοιπόν, πρέπει να πληρώνουμε φόρους στο δημόσιο;». Σαφώς υποβολιμαία η ερώτηση, αφού μια ζωή οι λαοί του κόσμου υποφέρουν από φόρους, όπως καληώρα εμείς με τα μνημόνια. Αν ό Χριστός απαντούσε ότι πρέπει να πληρώνονται οι φόροι, θα εθεωρείτο αμέσως ως «εχθρός του λαού». Δεν θα ήταν ο «αναμενόμενος» Μεσσίας, όπως πίστευε ο κόσμος, αλλά ένας «λαοπλάνος» πολιτικάντης που υπηρετούσε το κατεστημένο της εποχής! Αν πάλι έλεγε να μην πληρώνονται οι φόροι, τότε οι «μισούντες Αυτόν» θα έσπευδαν να Τον καταγγείλουν στις αρχές ως εχθρό της ρωμαϊκής εξουσίας. Συνεπώς και του Καίσαρα. Ο Χριστός όμως, με την αποστομωτική απάντηση που δίνει, αποδεικνύεται ένας ικανότατος διπλωμάτης: «- Δείξτε μου ένα νόμισμα», λέει. Του έδειξαν ένα δηνάριο. «- Τίνος είναι ή εικόνα και ή επιγραφή πού φέρει;», ρωτά. «- Του Καίσαρα», απαντούν. Ο Χριστός τους απαντά: «- Αποδώστε, λοιπόν, στον Καίσαρα ό,τι του οφείλετε και δώστε στο Θεό ό,τι του χρωστάτε».