Η συζήτηση περί πιθανής εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη συνεχίζει και σήμερα να απασχολεί το σύνολο του γερμανικού Τύπου, με αφορμή και το προχθεσινό δημοσίευμα του περιοδικού Der Spiegel, το οποίο, επικαλούμενο κύκλους της γερμανικής κυβέρνησης, υποστήριζε ότι το Βερολίνο θεωρεί πλέον διαχειρίσιμο το ενδεχόμενο «Grexit».
«Το σοκ του Grexit», είναι ο τίτλος του δημοσιεύματος της εφημερίδας Bild, η οποία στον υπότιτλο κάνει λόγο για «αγωνία για νέα κρίση στην Ελλάδα» και για «δραματική πτώση του ευρώ» στα χρηματιστήρια. «Το κοινό νόμισμα υποχώρησε στο χαμηλότερο σημείο των τελευταίων εννέα ετών. Στις πρώτες ώρες συναλλαγών της νέας εβδομάδας βρέθηκε μέχρι και στα 1,1864 δολάρια – τόσο χαμηλά όσο τον Μάρτιο του 2006. Οι χρηματιστές αποδίδουν την πτώση του ευρώ στην νομισματική πολιτική της ΕΚΤ και στην κατάσταση στην Ελλάδα. Τρεις εβδομάδες πριν από τις εκλογές εκεί, η πιθανή έξοδος της χώρας υπό κρίση από την Ευρωζώνη προφανώς δεν αποτελεί πλέον ταμπού. Η αντιπαράθεση για το θέμα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη» επισημαίνει η εφημερίδα και παραθέτει το σχετικό δημοσίευμα του Spiegel, ενώ προσθέτει ότι «εάν οι Έλληνες στις εκλογές στις 25 Ιανουαρίου εκλέξουν μια αριστερή κυβέρνηση και μετά εγκαταλείψουν την πορεία λιτότητας, δεν θα λαμβάνουν πλέον ευρώ από την ΕΕ».
Το δημοσίευμα συνεχίζει παραθέτοντας δηλώσεις Γερμανών αξιωματούχων:
Ο χριστιανοκοινωνιστής υπουργός Οικονομικών της Βαυαρίας, Μάρκους Σέντερ, με δηλώσεις του στην «Sueddeutsche Zeitung» προειδοποιεί κατά «υπερβολικών» και «βιαστικών» βημάτων και βλέπει μικρή χρησιμότητα στο «να απειλούμε τους Έλληνες». Αποκλείει ωστόσο κατηγορηματικά το ενδεχόμενο απομάκρυνσης της Ελλάδας από την πορεία εξυγίανσης. «Για μένα είναι ξεκάθαρο, δεν υπάρχει καμμία άφεση χρέους, καμμία έκπτωση, μόνο και μόνο επειδή έρχεται μια νέα κυβέρνηση» δηλώνει.
Ο αντιπρόεδρος των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών(SPD) Ραλφ Στέγκνερ προειδοποιεί κατά των «ανθελληνικών υπονοούμενων» και της ανάμιξης στον προεκλογικό αγώνα στην Ελλάδα. Σε δηλώσεις του στην Bild σημειώνει: «Η Ελλάδα είναι μια πολύ παλιά δημοκρατία και πραγματικά δεν χρειάζεται τώρα καμμία γερμανική ανάμιξη στον ελληνικό προεκλογικό αγώνα. Ανεξαρτήτως του ποια κυβέρνηση εκλέξουν οι Έλληνες, θα συνεχίσουν να ισχύουν όλες οι συναφθείσες συμφωνίες, οπότε η διαμορφωθείσα συζήτηση με τα ανθελληνικά υπονοούμενα και το αν η Ελλάδα ανήκει στην Ευρωζώνη είναι αλαζονική και υπερβολική».
Η εφημερίδα, θέτει ακόμη το ερώτημα «εάν μια έξοδος από το ευρώ θα ήταν εφικτή», για να σημειώσει ότι «σύμφωνα με την Συνθήκη της Λισαβόνας, η συμμετοχή μιας χώρας στην Ευρωζώνη είναι αμετάκλητη και δεν υπάρχει ρήτρα εξόδου, ως εκ τούτου το να εκδιωχθεί από την Ευρωζώνη η Ελλάδα είναι σχεδόν αδύνατο. Θεωρητικά θα μπορούσε η Ελλάδα να δηλώσει η ίδια την έξοδό της. Αυτό θα αποτελούσε ωστόσο κάτι καινούργιο για ολόκληρο το ευρωσύστημα».
Στη γερμανική Ραδιοφωνία, ο αντιπρόεδρος της ΚΟ Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) Μίχαελ Φουκς παραδέχθηκε ότι ένα από τα σενάρια είναι και το να εγκαταλείψει η Ελλάδα την Ευρωζώνη. «Δεν θέλουμε και δεν μπορούμε να αποβάλουμε την Ελλάδα από την ευρωζώνη- δεν επιτρέπεται και νομικά. Θα πρέπει να το αποφασίσει μόνη της» δήλωσε ο κ. Φουκς και επισήμανε ότι ένα τέτοιο σενάριο είναι πολύ πιθανό, αν αναλάβει την κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και προσπαθήσει να ανατρέψει τις συμφωνίες με τους πιστωτές και το μεταρρυθμιστικό έργο των τελευταίων ετών. Παραδέχθηκε δε ότι ένα πιθανό Grexit θα έπληττε πιθανότατα και τους δανειστές της Ελλάδας, αλλά υποστήριξε ότι το κοινό νόμισμα δεν θα κινδύνευε, καθώς υπάρχει πλέον ο ΕΜΣ και η Τραπεζική Ένωση.
Ο ίδιος πολιτικός, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα “Die Welt”, τονίζει ότι εάν οι Έλληνες δεν είναι διατεθειμένοι να συνεχίσουν την πορεία λιτότητας και τις μεταρρυθμίσεις, θα πρέπει να εγκαταλείψουν την Ευρωζώνη. «Συμμερίζομαι απόλυτα την άποψη της Καγκελαρίου και του υπουργού Οικονομικών» πρόσθεσε, αναφερόμενος στο δημοσίευμα του Spiegel, ωστόσο, όπως επισημαίνεται από την εφημερίδα, η γερμανική κυβέρνηση δεν επιβεβαίωσε το σχετικό δημοσίευμα, αλλά δήλωσε ότι θεωρεί πως η Ελλάδα θα συνεχίσει να τηρεί τις συμφωνίες.
«Όχι ακόμη Grexit», είναι ο τίτλος άρθρου γνώμης που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της εφημερίδας «Die Zeit» και αναφέρει: «Η Ελλάδα θα παραμείνει στην Ευρωζώνη και μετά τις εκλογές. Όχι επειδή δεν υπάρχει εναλλακτική. Οι κίνδυνοι όμως από μια έξοδο από το ευρώ είναι υπερβολικά μεγάλοι».
Ο αρθρογράφος επισημαίνει ότι η γερμανική κυβέρνηση διέψευσε τις πληροφορίες που μετέδωσε το Spiegel «μόνο με μισή καρδιά» και προσθέτει: «Η δήλωση (ενν. την αρχική διαρροή) είναι πρώτα από όλα πολιτικώς υποκινούμενη: Δεν επιτρέπουμε να μας εκβιάζετε, αφήνει το Βερολίνο να καταλάβουν οι αριστεροί του Αλέξη Τσίπρα. Η τακτική της γερμανικής κυβέρνησης δεν είναι καινούργια. Ήδη τέλος του 2012, ο Β. Σόιμπλε είχε εκφραστεί με παρόμοιο τρόπο. Τότε η απειλή είχε δείξει επίδραση: μέχρι σήμερα οι Έλληνες δεν έχουν φύγει από τη νομισματική ένωση και τήρησαν, παρόλες τις διαμαρτυρίες, τις συμφωνημένες με την τρόικα επιταγές λιτότητας και μεταρρύθμισης. Δεν μπορεί λοιπόν να μιλάει κανείς για αλλαγή της στάσης της γερμανικής κυβέρνησης. Η συζήτηση ωστόσο έχει αλλάξει. Μεταξύ οικονομολόγων πληθαίνουν οι φωνές που θεωρούν μια έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ ως λιγότερο επικίνδυνη. Είναι όμως πράγματι έτσι; Τι ισχύει: η ευρωκρίση δεν είναι πλέον τόσο επικίνδυνη όσο ήταν ακόμη το 2012. Τα κράτη που βρίσκονται σε κρίση έχουν σταθεροποιηθεί: η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ισπανία έχουν εγκαταλείψει την ομπρέλα προστασίας. Στις χρηματαγορές δεν υπάρχει πια οξεία νευρικότητα. Χάρη στον ΕΜΣ και στην Τραπεζική Ένωση, η ΕΕ είναι θεσμικά καλύτερα τοποθετημένη. Η κρίση όμως δεν έχει τελειώσει με αυτό. Η ηρεμία στις αγορές είναι κυρίως επιτυχία της ΕΚΤ, με την υπόσχεση του Μ. Ντράγκι να κάνει τα πάντα για την ασφάλεια του κοινού νομίσματος. Αν κανείς κοιτάξει τα οικονομικά στοιχεία μεμονωμένων κρατών πιο προσεκτικά, δεν βλέπει και πολύ από τέλος της κρίσης».
«Είναι εντελώς ασαφές το πώς η Ελλάδα θα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη. Στις ευρωπαϊκές συνθήκες δεν προβλέπεται τέτοια περίπτωση. Εάν ο Α. Τσίπρας, ως νέος Έλληνας Πρωθυπουργός, σταματούσε τις πληρωμές τόκων και τερμάτιζε τη συνεργασία με την τρόικα, η χώρα γρήγορα θα χρεοκοπούσε, αλλά θα ήταν ακόμη μέλος της Νομισματικής Ένωσης και της ΕΕ. Και πάλι θα ακολουθούσαν μήνες γεμάτοι ανασφάλεια, κατά τους οποίους η Ελλάδα θα προσπαθούσε να εισαγάγει ένα δικό της εθνικό νόμισμα. Η χώρα θα έπεφτε έτσι σε βαθιά κρίση. Αυτό το γνωρίζει και η ριζοσπαστική αριστερά στην Ελλάδα. Πιθανόν να γίνεται και κάπως διαφορετικά – μαλακά και ηθελημένα: ήδη το 2011 φέρεται ο Β. Σόιμπλε να παρουσίασε με ελκυστικό τρόπο την επιστροφή στην δραχμή στον τότε ομόλογό του Ευ. Βενιζέλο. Μια “φιλική” έξοδος με αμοιβαία συμφωνία είχε τεθεί προς συζήτηση, δήλωσε ο Βενιζέλος σε ελληνική εφημερίδα. Οι εταίροι του ευρώ ήθελαν να βοηθήσουν την Αθήνα να καταφέρει την μετάβαση στο παλιό νόμισμα, ο Βενιζέλος όμως έπεισε τον Σόιμπλε ότι η Ελλάδα πρέπει να κρατήσει το ευρώ. Και σήμερα πώς να είναι μια μαλακή μετάβαση δυνατή, εάν οι Έλληνες, εν αναμονή μιας δραχμής μαλακής σαν κερί, τρέξουν στις τράπεζες για να βάλουν τις αποταμιεύσεις τους κάτω από το μαξιλάρι, σε συγκριτικά σκληρά ευρώ; Τα πρώτα δείγματα για αυτό υπάρχουν ήδη. Επιπλέον θα έπρεπε η Ευρώπη, σε περίπτωση μιας εξόδου από το ευρώ, να παραιτηθεί από ένα μεγάλο μέρος των δανείων. Από τα 322 δισεκ. χρέος, τα 260 ανήκουν σε δημόσιους δανειστές, πρώτα από όλα στο ευρωπαϊκό ταμείο διάσωσης. Η Ελλάδα, με μια αδύναμη δραχμή, θα ήταν ακόμη λιγότερο σε θέση να εξυπηρετήσει το χρέος. Ένα κούρεμα θα ήταν αναπόφευκτο – και λόγω του αδύναμου νομίσματος με σημαντικά υψηλότερες απώλειες για τους δανειστές, από ό,τι εάν γινόταν στην Ευρωζώνη. Την ευθύνη ώστε μια έξοδος της Ελλάδας να μην οδηγήσει σε μια αλυσιδωτή αντίδραση στην Ευρώπη θα είχε βραχυπρόθεσμα και πάλι η ΕΚΤ. Θα έπρεπε να ξεκινήσει με την αγορά κρατικών ομολόγων – θα αποφασίσει για το αντίστοιχο πρόγραμμα (Quantative Easing) μόλις τρεις μέρες πριν από τις εκλογές. Πιθανώς θα έπρεπε, σε περίπτωση μιας εξόδου, να παρέμβει στις αγορές πολύ πιο δυναμικά από ό,τι το σχεδιάζει ως τώρα. Είναι αυτό προς το γερμανικό συμφέρον; Όχι, η Ελλάδα μάλλον δεν θα εγκαταλείψει την Νομισματική Ένωση ούτε αυτή τη φορά. Όχι επειδή μια παραμονή είναι χωρίς εναλλακτική. Αυτό δεν ίσχυε ποτέ. Αλλά διότι μια Ελλάδα στο ευρώ είναι στο τέλος το μικρότερο κακό. Οι κίνδυνοι ενός Grexit για την Ευρωζώνη και για την ίδια την Ελλάδα θα ήταν ακόμη υψηλοί και δύσκολο να υπολογιστούν. Αυτό στο τέλος μάλλον θα το βλέπει έτσι και ο Αλ. Τσίπρας» καταλήγει ο αρθρογράφος.