Πέμπτη, 19 Δεκεμβρίου, 2024

H δισκοθήκη των… αναμνήσεων

■ Χανιώτες dj μιλούν και συγκρίνουν τη διασκέδαση του χθες και του σήμερα

Η ψηφιακή εποχή με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχει φέρει αλλαγές ακόμα και στη διασκέδαση στα Χανιά, όπως παντού! Πώς, ακριβώς, όμως, ήταν η διασκέδαση και το clubbing στα Χανιά παλαιότερα και πώς είναι σήμερα; Τι έχει αλλάξει στο πέρασμα των χρόνων;

Οι “διαδρομές” μίλησαν με dj, μουσικούς παραγωγούς της πόλης από τους οποίους οι περισσότεροι έχουν ξεκινήσει δεκαετίες πριν ως dj σε θρυλικά πλέον μπαρ και κλαμπ, όπως το Κανάλι, το Street, ο Μύθος και συνεχίζουν σε μπαρ και κλαμπ που λειτουργούν σήμερα στο κέντρο της πόλης και στο παλιό λιμάνι.
Θυμούνται και συγκρίνουν. Παράλληλα, ζητήσαμε τη γνώμη τους και για νέα μουσικά ρεύματα όπως η τραπ. Τους ζητήσαμε να μοιραστούν μαζί μας και αναμνήσεις τους.
Τότε, πριν τα κοινωνικά δίκτυα, όταν οι νέοι γνώριζαν νέες μουσικές μέσα από τη διασκέδασή τους και ήταν σε επαφή με τους dj τους οποίους, συχνά ρωτούσαν ποιο τραγούδι ακούγεται στα ηχεία. Τώρα, την επαφή με τον dj έχει αντικαταστήσει η… επαφή με το Shazam, τη δημοφιλή εφαρμογή που βρίσκει επιτόπου στο κινητό μας ποιο τραγούδι ακούμε.
Σήμερα, επίσης, ρόλο στη διασκέδαση παίζουν η… σέλφι και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στα οποία συχνά παρέες ανεβάζουν φωτογραφίες από τη διασκέδασή τους σε μπαρ και κλαμπ!

Χάρης Παντελάκης: «Ο Dj καθόριζε το μπαρ»

Εδώ και 38 χρόνια εργάζεται ως dj ο Χάρης Παντελάκης, με μερικά από τα πρώτα μαγαζιά στα οποία έβαζε μουσική να είναι το “Κλαμπ 61”, ο “Μύθος”, τα “Τέσσερα Τέταρτα”.
«Παλαιότερα», θυμάται, «χόρευε ο κόσμος περισσότερο γιατί υπήρχαν οι μουσικές “φυλές”. Ηταν εκείνοι που άκουγαν πιο πολύ χορευτική μουσική, είτε ροκ. Υπήρχαν και οι διαχωρισμοί στη ροκ μουσική. Η πιο κλασική ροκ, η new wave. Σαφώς και το λαϊκό πρόγραμμα ήταν πάντα στα δύνατά του. Τώρα, κατά βάση η διασκέδαση έχει να κάνει πάρα πολύ με το φαγητό. Δηλαδή, τα τελευταία αρκετά χρόνια η διασκέδαση συνδυάζεται με το φαγητό με αποτέλεσμα η μουσική να έχει έρθει σε δεύτερο ρόλο. Αυτό έχει να κάνει και με τις μουσικές τάσεις που δεν είναι τόσο δυνατές. Η δισκογραφία έχει πέσει. Δεν συναντάμε κυρίαρχα ρεύματα στη μουσική όπως παλαιότερα. Εννοώ κυρίαρχα που να έχουν και κοινωνικό, ακόμη, υπόβαθρο. Δεν είναι τόσο δυνατά. Σίγουρα, οι πολύ νέοι μπορεί να διασκεδάζουν σε κλαμπ τα οποία σε σχέση με παλιότερα είναι μικρότερα συγκριτικά σε χωρητικότητα».
Ο Χάρης σημειώνει ότι «παλιά, ο dj μπορούμε να πούμε ότι κατεύθυνε και ένα μαγαζί. Εδινε μία γραμμή με βάση τα γούστα του, σαφώς βλέποντας τον κόσμο αλλά σίγουρα υπήρχε και το υποκειμενικό στοιχείο. Οποιοσδήποτε dj καθόριζε λίγο το μπαρ, έδινε μία ταυτότητα. Τώρα είναι λίγο πιο mix η μουσική. Υπάρχει μεγαλύτερη έμφαση και στο κοκτέιλ στο μπαρ, είτε στο φαγητό, στο κρασί. Οι περισσότεροι εστιάζουν εκεί».
Σε περασμένες δεκαετίες οι νέοι άκουγαν ξένη χορευτική μουσική, ροκ και άλλα είδη, τώρα σε αρκετούς νέους έχει μεγάλη αποδοχή η τραπ. Πως βλέπει ο ίδιος τη μεταβολή αυτή αλλά και την ίδια την τραπ.
«Συγκεκριμένα, για την τραπ μουσική δεν μπορώ να πω τα καλύτερα, κάποια μπορεί να έχουν λίγο πλάκα, μπορεί να μειδιάζω ακούγοντάς τα αλλά γενικά δεν έχει καμία σχέση (η τραπ) με μία επαναστατική μουσική ή με το χιπ χοπ ή το ραπ το οποίο έχει όντως κοινωνικά στοιχεία».
Για το αν ο κόσμος πλέον ζητά συγκεκριμένα τραγούδια από τους dj, ο Χάρης απαντά:
«Δεν ζητάνε ή μάλλον σπάνια ζητάνε και δεν ρωτάνε (τι είναι αυτό που παίζει) γιατί υπάρχει και το shazam όπου σηκώνουν τα κινητά κοντά στα ηχεία για να μάθουν πιο τραγούδι ακούγεται. Εχει υποχωρήσει και αυτό το feedback και η συνδιαλλαγή με τον dj».
Πώς όμως ο ίδιος κρίνει το γεγονός ότι τα έχουμε όλα στο Διαδίκτυο;
«Με το να τα έχουμε όλα υπερβολικά εύκολα, το αποτέλεσμα είναι να μη δίνουμε και τόσο μεγάλη σημασία. Γιατί δεν το αγαπάμε. Γιατί να το αγαπήσεις; Ούτε το έχεις πονέσει (τον δίσκο μουσικής) πληρώνοντάς τον, ούτε ανοίγεις το εξώφυλλο να δεις ποιοι μουσικοί είχαν παίξει, ποιος έχει κάνει την παραγωγή, ποιος έχει βάλει τις φωτογραφίες του εξωφύλλου, που όλα έχουν την ουσία τους και την αισθητική τους. Όλα έχουν εξαφανιστεί».
Πάντως ο Χάρης επισημαίνει ότι η ποιότητα διασκέδασης αλλά και οι συνθήκες εργασίας για τους επαγγελματίες όπως οι dj, έχουν σημαντικά βελτιωθεί.
«Για εμάς τους επαγγελματίες υπάρχει μία βελτίωση στις συνθήκες εργασίας όπως και στα μαγαζιά συγκριτικά με τις παλαιότερες δεκαετίες. Και από θέμα υγειονομικής και από θέμα κλιματισμού, εξαερισμού. Ολα έχουν αναβαθμιστεί. Η παροχή υπηρεσιών είναι πολύ υψηλότερη. Εργασιακά πλέον υπάρχουν τα ένσημα. Δεν μπορείς να παίζεις μουσική χωρίς να είσαι δηλωμένος και τα ένσημα είναι κάτι πολύ σημαντικό».

Θοδωρής Ζουριδάκης: «Το καλοκαίρι η διάθεση διαφορετική»

Από το 1983 μέχρι και σήμερα παίζει μουσική σε μαγαζιά ο Θοδωρής Ζουριδάκης (η αρχή έγινε στο “Κανάλι”) ο οποίος επίσης έχει κάνει ραδιόφωνο ενώ είχε εργαστεί και σε δισκοπωλεία της πόλης.
«Το καλοκαίρι -μας λέει- η διάθεση του κόσμου είναι και ήταν διαφορετική. Ο κόσμος απολάμβανε τη μουσική. Είτε σε μπαρ, είτε σε κλαμπ, είτε οπουδήποτε. Τώρα, σε κάποια μαγαζιά την απολαμβάνουν. Νομίζω ότι σε κάποια μαγαζιά υπάρχει ακόμα η παλιά αύρα. Ερχεται κόσμος που απολαμβάνει τη μουσική για να ακούσει τις μουσικές του dj. Ξέρει ότι θα πάει να ακούσει μουσική».
Ο Θοδωρής σημειώνει ότι «παλιά δεν προέβαλε τον εαυτό του κανείς. Ήμασταν όλοι μια ωραία παρέα, περνούσαμε όμορφα και πηγαίναμε σπίτια μας. Τότε ο κόσμος και λόγω οικονομικής κατάστασης έβγαινε πιο συχνά. Τώρα έχουν περιοριστεί τα πράγματα.
Ο κορωνοϊός βοήθησε στο να μείνουν πιο πολύ μέσα οι άνθρωποι και νομίζω ότι σε κάποιο βαθμό το κουβαλάνε αυτό μαζί τους».
Ο ίδιος αναφέρει ότι τα πιο πολλά μαγαζιά σήμερα «παίζουν συγκεκριμένη μουσική και οι επιτυχίες εξαρτώνται από την προβολή στα σόσιαλ».
Ο Θοδωρής θυμάται όταν εργαζόταν στον “Μύλο” ένα καλοκαίρι, «είχα βάλει το τελευταίο κομμάτι και θυμάμαι να κατεβαίνω από την κονσόλα και να ακούω ζητωκραυγές και είδα κάποιοι είπαν ότι “αυτή τη μουσική δεν την ακούμε ούτε στα μέρη μας”. Πάρα πολύ ξένοι αντιλαμβάνονται πολύ εύκολα τη μουσική. Δεν τους νοιάζει ο χώρος αλλά τους ενδιαφέρει να ακούσουν μια ωραία μουσική ανεξαρτήτου είδους».
«Πάντα έβγαινε καλή μουσική και πάντα θα βγαίνει καλή μουσική. Η διαφορά με το τότε είναι ότι τώρα με το διαδίκτυο δεν έχεις τόσο χρόνο όσο θα ήθελες να είχες για να ακούσεις και να ψάξεις τη μουσική. Παλιά στο δισκάδικο ήξερες ότι θα ακούσουμε 50 κυκλοφορίες αυτή την εβδομάδα. Σού έλεγε ο κάθε πωλητής, έχω αυτά και άκουγες αυτό που ήθελες. Τώρα είναι πάρα πολλά. Είναι αυτή μια πάρα πολύ μεγάλη παγίδα του διαδικτύου. Σου δίνει δέκα καλά, σου δίνει και δέκα κακά».

Γιώργος Βλαζάκης: «Οι νέοι χόρευαν περισσότερο»

«Παλαιότερα, κυρίως ο νέος κόσμος χόρευε περισσότερο. Δεν καθόταν με ένα ποτό να συζητά. Μια άλλη διαφορά είναι ότι παλαιότερα ακούγανε περισσότερο ξένη μουσική», λέει ο Γιώργος Βλαζάκης, ο οποίος έχει παίξει μουσική ως dj επί σειρά ετών ενώ έχει κάνει μουσικές εκπομπές σε ραδιοφωνικούς σταθμούς, όπως στην ΕΡΤ Χανίων.
«Παλιότερα, ενδιαφερόντουσαν πιο πολύ να μάθουν για τη μουσική ενώ σήμερα απλά ακούνε. Δεν τους ενδιαφέρει ούτε τι είναι, ούτε τι παίζει. Και παλιότερα, λόγω του ότι, επειδή ο κόσμος χόρευε στα μπαράκια, ο dj ήταν υπ’ ατμόν γιατί έπρεπε να τους κρατάει όλους σε κέφι ενώ σήμερα ένας dj παίζει οτιδήποτε μουσική θέλει και είναι πιο χαλαρός. Όσο πάμε πιο πίσω στον χρόνο αυτό ήταν και πιο έντονο. Χόρευε πάρα πολύ ο κόσμος στα μαγαζιά. Ερχόταν και ζητούσε τραγούδια. Ρωτούσε να μάθει για ένα τραγούδι που του άρεσε. Αγόραζε το δίσκο».
Γιατί, όμως, αυτή η μεγάλη διαφορά στη διασκέδαση;
«Τη μουσική τότε, για να την αποκτήσεις έπρεπε να πληρώσεις και κάποια χρήματα. Σήμερα είναι ελεύθερη. Όταν κάτι είναι ελεύθερο, δεν τους δίνεις και πολύ σημασία. Παλιότερα, για να δεις μια ταινία έπρεπε να πας στον κινηματογράφο και να πληρώσεις ενώ σήμερα κατεβάζεις ταινίες και μπορεί να μη δεις και καμία. Το ίδιο συμβαίνει και με τη μουσική. Οταν για να αποκτήσεις κάτι έπρεπε να τρέξεις και να το πληρώσεις, του έδινες και μεγαλύτερη σημασία».
Ποια είναι η γνώμη του Γιώργου για τα νέα μουσικά ρεύματα όπως η τραπ;
«Αν πω ότι δεν αξίζουν θα είναι πολύ κοινότυπο. Προσπαθώ να συγκρίνω τα σημερινά παιδιά με τα παιδιά εκείνης της εποχής. Έχω σκεφτεί ότι και εμείς στην ηλικία τους, δεν ακούγαμε αυτά που ακούγαν οι γονείς μας. Οπότε, το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Και τώρα τα νέα παιδιά δεν ακούνε τη μουσική που ακούμε εμείς. Και είναι εντελώς φυσιολογικό. Οπότε δεν μπορούμε να πούμε αν είναι καλή η κακή η σημερινή μουσική. Με τα δικά μας δεδομένα είναι κακή. Με τα σημερινά δεδομένα τα παιδιά τη θεωρούν καλή. Και θεωρούν κακή την παλιά μουσική. Όπως θεωρούσαμε και εμείς τη μουσική των γονιών μας».
«Σε ένα μικρό ποσοστό -σημειώνει ο ίδιος- πάντα υπάρχουν τα παιδιά που ψάχνουν κάτι ιδιαίτερο στη μουσική και σώζουν την κατάσταση. Παλαιότερα ήταν μεγαλύτερο αυτό το ποσοστό. Τότε που έπρεπε να το ψάξεις και να το πληρώσεις και κάτι που πληρώνεις έχει μεγαλύτερη αξία αντί να το βρεις με ένα κλικ. Το ότι τα έχουμε όλα έτοιμα, για εμένα που είμαι συλλέκτης με βοηθάει γιατί έχω την ευκαιρία τώρα να έχω οτιδήποτε που έψαχνα παλαιότερα και δεν μπορούσα να το βρω ή αν το έβρισκα ήταν πανάκριβο. Ενώ τα σημερινά παιδιά έχουν τα πάντα με ένα κλικ, είτε σε εικόνα, είτε σε ήχο αλλά δεν μπορούν να το αξιολογήσουν».
Ο Γιώργος έχει σήμερα πάνω από 5.000 βινύλια-άλμπουμ με μουσική του 20ου αιώνα. Ο ίδιος ακούει κλασική μουσική, όπερα, τζαζ αλλά «η μουσική με την οποία μεγάλωσα και είναι στο αίμα μου είναι η ροκ», τονίζει.

Νεκτάριος Πετροδασκαλάκης: «Δεν υπάρχει το αυθόρμητο»

Σε μαγαζιά σε Αθήνα και Χανιά έχει εργαστεί ο Νεκτάριος Πετροδασκαλάκης με το πρώτο του μεροκάματο, πριν 32 χρόνια, να είναι στον Πλατανιά. Λίγο αργότερα δούλεψε στο “Κανάλι” και μετά στην “Ουτοπία”. Ο ίδιος παίζει και σήμερα μουσική σε γνωστά μαγαζιά στα Χανιά.
Ο Νεκτάριος θυμάται ότι παλαιότερα «κάθε μέρα είχαν τα μαγαζιά πάρα πολύ κόσμο. Βεβαίως, ήταν αλλιώς τα πράγματα και οικονομικά. Είχες 5.000 δραχμές στην τσέπη και επέστρεφες με ρέστα στο σπίτι, είχες χρήματα και για την επόμενη βόλτα. Ο κόσμος χόρευε πάρα πολύ. Δεν υπήρχε το “φαίνεσθαι”. Δεν ένοιαζε τον κόσμο τι θα πει ο διπλανός του αν σηκωθεί να χορέψει. Τώρα όμως το σκέφτονται πάρα πολύ. Τώρα, η μεγάλη διαφορά είναι πως πλέον δεν αφήνεται ο κόσμος. Πριν ξεκινήσει κάποιος να κάνει κάποια κίνηση, σκέφτεται τι θα πει ο άλλος. Οπότε, αυτό το αυθόρμητο που υπήρχε παλιότερα, δεν υπάρχει τώρα».
Ο Νεκτάριος θυμάται, καθώς έκανε και μουσικές εκπομπές στο ραδιόφωνο ότι τη δεκαετία του ’90 εν ώρα εκπομπής στον “Κρήτη Fm” ακροατές του ζητούσαν κομμάτια στο τηλέφωνο, παρακαλώντας τον να μη μιλάει, καθώς τα ήθελαν για παιδικό πάρτι!
«Μια που άνοιξα το ντουλάπι των αναμνήσεων θέλω να μοιραστώ μαζί σου μια ακόμη: Αρχές δεκαετίας ’90 έπαιζα μουσική στην Αθήνα στο bar Στάδιο με την διάσημη βεράντα. Τότε ήταν υπουργός Δημόσιας Τάξης ο Παπαθεμελής με τον περίφημο νόμο περί ωραρίου. Η αντίδραση τότε όσων δούλευαν σε bar και club όπως επίσης και θαμώνων των μαγαζιών αυτών ήταν να ξεκινήσουν μεταμεσονύχτιες “διαδηλώσεις” έξω από την Βουλή και σε όλη την πλατεία Συντάγματος. Είχε γίνει όλη περιοχή ένα τεράστιο υπαίθριο βραδινό μαγαζί που με την βοήθεια των ηχείων από τα αμάξια που είχαν καλά στερεοφωνικά συστήματα άκουγες όλα τα είδη της μουσικής όπως επίσης έβλεπες και όλες της φυλές της βραδινής διασκέδασης».
Για νέες μουσικές τάσεις, όπως η τραπ, ο Νεκτάριος θα μας πει:
«Όλα κάνουν ένα κύκλο. Θα τα βρούμε μπροστά μας διάφορα είδη μετά από αρκετό καιρό. Ήδη και το τραπ έχει κάποιες ρίζες από τη δεκαετία του ’70. Τώρα, τεράστιες επιτυχίες βασίζονται σε συγχορδίες από γνωστά κομμάτια των δεκαετιών ’60, ’70, ’80. Όλα είναι κύκλος».
Κλείνοντας ο Νεκτάριος κάνει μια ευχή: «Μακάρι, να μπορούμε να βγαίνουμε, να διασκεδάζουμε χωρίς τη σκέψη τι θα πει ο ένας και ο άλλος. Να βγαίνουμε και να περνάμε καλά».

Δημήτρης Κανακάκης: «Ολοι χόρευαν»

Από το 1987 είναι στη μουσική μέχρι σήμερα ο Δημήτρης Κανακάκης. Το ξεκίνημά του ήταν στο “Κλαμπ 61” στο ενετικό λιμάνι ενώ για πολλά χρόνια ήταν στον “Μύθο” παίζοντας ροκ. Σήμερα βάζει, επίσης, μουσική σε μπαρ στην παλιά πόλη.
«Τότε ήταν πολύ πιο απλά τα πράγματα. Χόρευαν όλοι. Πήγαινες για να χορέψεις και να ακούσεις μουσική, λιγότερο για να πιεις. Περισσότερο για τη μουσική και το χορό. Αυτό σταδιακά μετά, περνώντας τα χρόνια, κάθε χρόνο άλλαζε. Και έχουμε φτάσει στο σημείο, μόνο με ελληνική μουσική να χορεύει κόσμος. Τότε χόρευε ο κόσμος παντού και σε κάθε μουσικό είδος».
Πριν το διαδίκτυο, για νέες μουσικές ενημερώνονταν από τις εκπομπές του Γιάννη Πετρίδη και του Άκη Εβενη στο ραδιόφωνο και από ερασιτεχνικούς σταθμούς.
Τι γίνεται όμως σήμερα;
«Και τώρα χορεύει ο κόσμος αλλά κυρίως λαϊκά. Τα παιδιά έχουν πολλά ακούσματα, αλλά διασκεδάζουν με λίγα».
Για τις αλλαγές στη μουσική και τις νέες τάσεις, όπως η τραπ, μας λέει:
«Δεν τη βλέπω (την τραπ), ούτε ασχολούμαι. Αδυνατώ να την παρακολουθήσω».
Ο ίδιος είναι πιο κοντά στη new wave rock.
«Η μουσική δεν έχει όρια», μας λέει.

Μαρία Παπιδάκη: «Οι συνθήκες αλλάζουν»

Μεγάλη καριέρα στην Αθήνα κάνει η Χανιώτισσα, Μαρία Παπιδάκη, η οποία είναι μουσική παραγωγός και dj.
Ρωτήσαμε τη Μαρία για τη διασκέδαση και τις αλλαγές που βλέπει:
«Η διασκέδαση είναι πάντα η ίδια! Οι εποχές και οι συνθήκες αλλάζουν. Το σημερινό πρόβλημα είναι η διασκέδαση την εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που όλοι ασχολούνται με το κινητό προκειμένου να ποστάρουν τη διασκέδαση ενόσω “διασκεδάζουν”. Κατά τα άλλα η ίδια ανάγκη μας ωθεί στο “έξω” διαχρονικά».

MilleR (Χρήστος Ηλιάκης): «Ολοι γίνονταν μια παρέα»

«Φέτος αισίως κλείνω 38 χρόνια στη μουσική σαν επάγγελμα, αφού ξεκίνησα να παίζω το 1986 στη θρυλική disco Αριάδνη, στο παλιό λιμάνι, εκεί που μέχρι πριν λίγο καιρό βρισκόταν το Nama.
Ένα βράδυ Σεπτεμβρίου ο Λάκης Ζωιόπουλος – dj τότε στην Αριάδνη, μου λέει ανέβα να παίξεις. Ανεβαίνω, πιάνω και το μικρόφωνο που ήταν πολύ στη μόδα τότε και μετά από λίγο μου λέει “την άλλη βδομάδα” ξεκινάς. Και κάπως έτσι όλα πήραν το δρόμο τους», θυμάται ο Χρήστος Ηλιάκης (MilleR).
«Στα 80s και τα 90s η διασκέδαση ήταν πολύ διαφορετική απ’ ό,τι σήμερα.
Τότε βγαίναμε για να περάσουμε καλά, να δούμε και να κάνουμε φίλους, να φλερτάρουμε και να γυρίσουμε “γεμάτοι” από όμορφες στιγμές στα σπίτια μας μέχρι την επόμενη βραδιά.
Αν δεν πήγαινε 4 τα ξημερώματα το σπίτι δε μας έβλεπε. Και τα σαββατοκύριακα η ώρα επιστροφής ήταν μετά τις 7 το πρωί. Αλλά ο κόσμος κάθε μέρα έβγαινε, διασκέδαζε, περνούσε καλά, αλλά το πρωί ήταν στη δουλειά του. Σήμερα η διασκέδαση έχει περιοριστεί σε μια – δυο εξόδους την εβδομάδα, περισσότερο για να πούμε ότι βγήκαμε. Η διασκέδαση έχει χάσει το νόημά της, η τεχνολογία και η σφιχτή οικονομική κατάσταση έχουν αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το clubbing. Τώρα πια θα βγούμε για ένα ποτό ή για φαγητό και το πολύ μέχρι τα μεσάνυχτα θα έχουμε επιστρέψει στα σπίτια μας, χωρίς να έχουμε την προσμονή για την επόμενη βραδιά διασκέδασης».
Ο Χρήστος έχει επίσης «αναμνήσεις πολλές, με ανθρώπους που είχαν την “τρέλα” και παρέσυραν και τους υπόλοιπους ώσπου όλοι γίνονταν μια παρέα. Είσοδοι σε club καβάλα σε άλογο, μαρσάρωντας με μηχανή, τεράστιες τούρτες γενεθλίων με ανθρώπους να πετάγονται απ’ αυτές, τόσες πολλές αναμνήσεις που μπορούμε να μιλάμε για μέρες, ένα ατελείωτο πάρτι η διασκέδαση τότε».

Αρης Σταματάκης: «Ο κόσμος έχει ανάγκη να βγει»

Από το 1990 εργάζεται ως dj o Άρης Σταματάκης με μερικά από τα πρώτα μαγαζιά της διαδρομής του να είναι το Κανάλι, οι “4 Εποχές” και το Street.
«Και το ’90 και τη δεκαετία του 2000, ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα. Ίσως και τα μαγαζιά ήταν κάπως διαφορετικά στημένα. Ήταν πιο μπαρ, κλαμπ. Ενώ τώρα πολλά μαγαζιά είναι all day. Και με καφέ και με φαγητό. Οπότε είναι πολλά μαγαζιά προς το πιο καθιστό. Ο κόσμος θέλει να βγει, να κουβεντιάσει, να ακούσει και μια μουσική χωρίς μεγάλη ένταση. Τότε, ήταν και τα ωράρια πιο “άγρια”. Τότε, χόρευε ο κόσμος αλλά ήταν και θέμα ήχου, φωτισμού. Υπήρχαν τη δεκαετία του ‘80 πολύ μεγάλες ντισκοτέκ. Τη δεκαετία του ‘90 και του 2000 πολύ μεγάλα κλαμπ».
Ο ίδιος μας λέει ότι «αυτό που έχει αλλάξει την τελευταία δεκαετία από τη μία είναι ότι ο χώρος της εστίασης αντιμετωπίζει τεράστια κόστη και οι επιχειρηματίες κάνουν τεράστια προσπάθεια για να κρατήσουν τα μαγαζιά ζωντανά και να στηρίξουν και το προσωπικό τους και από την άλλη και ο κόσμος δεν έχει την άνεση που είχε παλιά, που μπορεί να έβγαινε και δυο και τρεις φορές την εβδομάδα, οπότε ήταν πιο χαλαρός. Όταν βγαίνει μια φορά την εβδομάδα, τα πράγματα είναι ίσως και πιο πιεσμένα. Αλλά, επειδή είμαστε σε μία τουριστική περιοχή και το καλοκαίρι βοηθάει και ο καιρός, βλέπω ότι και τώρα ακόμα, ο κόσμος έχει την ανάγκη να βγει, έστω και για ένα χαλαρό ποτό και ένα καφέ».
Ο Άρης θυμάται ότι έπαιζε ένα τραγούδι και ήταν στο μαγαζί ως πελάτης ο ίδιος ο καλλιτέχνης που τον είχε ευχαριστήσει. Αυτό είχε συμβεί σε vip πάρτι με επισκέπτες από Λονδίνο όπου έβαζε μουσική όταν κάποιος του είχε συστηθεί ως παραγωγός της Ριάνα και του έδωσε ένα κομμάτι το οποίο μετά από μήνες έγινε Νο1.
Για την τραπ, ο Άρης λέει ότι «δεν την έχω παρακολουθήσει. Ακούω και κάποιους στίχους ακραίους. Αλλά θέλω να πιστεύω ότι δεν είναι όλη η σκηνή έτσι. Μου έχουν πει νέα παιδιά ότι υπάρχουν και κάποιοι καλλιτέχνες οι οποίοι δεν είναι τόσο ακραίοι. Δεν την ξέρω τη σκηνή και δεν θέλω να φαινόμαστε σαν τους γέρους του Μάπετ που γκρινιάζουν για όλους και όλα. Νομίζω ότι και κάποια παιδιά που τώρα ακούνε τραπ, μπορεί σε μερικά χρόνια να ακούνε κάτι άλλο. Και το 1991 θυμάμαι, είχε ξεκινήσει το οποίο ήταν πολύ ακραίο για την εποχή. Τώρα, το ακούς και νομίζεις ότι είναι κάτι πολύ παρωχημένο, το τέκνο εκείνης της εποχής».
Ακόμα ο Άρης θυμάται ότι «πιο παλιά ρωτούσαν πολλοί για τραγούδια που άκουγαν. Τώρα, αν παίξεις κάτι καινούργιο, το βρίσκουν όλοι στο Shazam.
Τώρα, έχει τύχει να παίξω μια καινούργια διασκευή και να σηκώσουν όλοι το κινητό για να το βρουν στο Shazam».

Νίκος Κουνδουράκης: «Ζευγάρια γνωρίστηκαν στο μπαρ και παντρεύτηκαν»

Τη διασκέδαση στα Χανιά αλλά και στην Αθήνα έχει ζήσει στο πέρασμα των χρόνων ο Νίκος Κουνδουράκης ο οποίος έχει εργαστεί ως μπαρμαν σε αρκετά μπαρ και κλαμπ και στις δύο πόλεις. Η αρχή έγινε το 1985 στον “Μαύρο Γάτο”, ένα καφέ -μπαρ που υπήρχε στην οδό Ραδαμάνθυος στην παλιά πόλη ενώ είχε εργαστεί στον “Μύθο”, στη “Μινιατούρα” και σε άλλα μαγαζιά.
«Στα 90’s ερχόμουν σαν επισκέπτης γιατί ζούσα στην Αθήνα και εργαζόμουν παράλληλα. Τότε διασκέδαζαν όλοι. Χόρευε ο κόσμος, μίλαγε. Είχε αλληλεπίδραση ο ένας στον άλλον. Τώρα, δεν χορεύουν. Έτσι και χορέψεις σε μπαράκι σε κοιτάνε. Σε μεγάλα κλαμπ χορεύουν. Ο κόσμος διασκέδαζε. Και δεν είχε και νευρά. Τώρα, έχει νεύρα. Δεν χορεύει να φύγει η κακή ενέργεια.
Οι πιο νέοι δεν βγαίνουν, όπως βγαίναμε εμείς. Βγαίνουν πιο πολύ σαν ραντεβού, όχι να διασκεδάσουν. Οι φοιτητές μένουν περισσότερο τη νύχτα στα μαγαζιά».
Ο Νίκος είναι και λάτρης της μουσικής. Ωστόσο για την τραπ, μας λέει ότι θεωρεί ότι «δίνει λάθος μηνύματα και την ακούνε πιτσιρικάδες» και ότι είναι απλά «μόδα».
Ο Νίκος θυμάται και ιστορίες από τα μαγαζιά που έχει δουλέψει.
«Ωραία ιστορία είναι ότι έχουν γνωριστεί πολλά άτομα στη μπάρα μου και έχουν παντρευτεί. Και σήμερα έρχονται τα παιδιά τους, που είναι 20 χρονών, στο μπαρ που δουλεύω», μας λέει.
Στη Σούγια όπου δούλεψε σε κλαμπ, «“πάντρεψα” ένα ζευγάρι μέσα στα ξημερώματα», θυμάται!


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα