Την περασμένη Κυριακή, 15 τρέχοντος, γιορτάστηκε με κατάνυξη, όπως κάθε χρόνο, η χάρη των Αγίων Πάντων στο Λιβαδά του Ανατολ. Σελίνου.
Φέτος ήλθαν στη χάρη των Αγίων του χωριού μας περισσότεροι προσκυνητές απ’ όλα τα τελευταία χρόνια και όλοι οι Λιβαδιανοί νιώσαμε πολύ μεγάλη χαρά που ξαναζωντάνεψε έστω και για λίγες ώρες το χωριό μας. Τη χαρά μας αυτή θελήσαμε να εκδηλώσουμε, φροντίζοντας να κάνουμε ό,τι μπορούσαμε για να τους ευχαριστήσουμε. Μετά το τέλος της λειτουργίας είχα την ευκαιρία να πω λίγα λόγια για την ιστορία της εκκλησίας των Αγίων Πάντων αλλά και για την ιστορία του Λιβαδά.
Η εκκλησία των Αγίων Πάντων αποτελούσε και αποτελεί ακόμη το “σήμα κατατεθέν” του Λιβαδά και μόνιμο σημείο αναφοράς για τους Λιβαδιανούς. Γι’ αυτό και οι Λιβαδιανοί τη φρόντιζαν με περισσή φροντίδα και φιλοκαλία. Η παράδοση αυτή εξακολουθεί να εφαρμόζεται και σήμερα από τον άξιο εφημέριο και το δραστήριο εκκλησιαστικό επίτροπο αλλά και από τους εναπομείναντες λίγους κατοίκους.
Με τούτο το κείμενο δεν σκοπεύω να περιγράψω τις λεπτομέρειες του πανηγυριού που επακολούθησε αλλά κυρίως να τονίσω και να επαναλάβω τη δραματική έκκληση που, υπό το κράτος έντονης συγκίνησης, απηύθυνα προς τους νέους του χωριού, να ευαισθητοποιηθούν και να σταματήσουν την εντεινόμενη κατάρρευση του Λιβαδά.
Επειδή νέοι του Λιβαδά ζουν και εργάζονται σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, κρίνω σκόπιμο να επαναλάβω εδώ την ίδια δραματική έκκληση με την ελπίδα ότι θα βρεθούν Λιβαδιανάκια που θα τείνουν ευήκοον ους και θα δραστηριοποιηθούν ώστε να σταματήσει αυτός ο κατήφορος του χωριού, πριν να είναι πολύ αργά.
Είπα λοιπόν, περίπου τα εξής: Αν θυμηθεί κανείς τα περασμένα, ιδιαίτερα εμείς οι μεγαλύτεροι, αισθάνεται μελαγχολία και απογοήτευση για τη σημερινή κατάσταση του χωριού μας, για τα περασμένα μεγαλεία του που χάθηκαν. Τότε που γίνονταν πανηγύρια, γάμοι, βαφτίσεις… Τότε που ο Λιβαδάς είχε πολλούς κατοίκους, πολλά παιδιά στο Σχολείο του, πολλούς και δραστήριους νέους, πολλές άξιες κι όμορφες κοπελιές.
Στο σημείο αυτό έδειξα μια φωτογραφία των κατοίκων του Λιβαδά που τραβήχτηκε από τον αείμνηστο γιατρό Γ. Τσουρή, τη μέρα των Αγίων Πάντων του έτους 1938, στην ιστορική πλατειούλα της Κείθε Βρύσης. Στη φωτογραφία αυτή φαίνεται πόσο πολυάνθρωπος ήταν ο Λιβαδάς. Η σύγκριση με τη σημερινή κατάσταση του χωριού είναι καταλυτική.
Η ύπαρξη του χωριού μας ανάγεται στο απώτερο παρελθόν, στα χρόνια που ο Νικηφόρος Φωκάς απελευθέρωσε την Κρήτη από τους Σαρακινούς το 961 μ.Χ.. Αλλά και μεταγενέστερα, στους χρόνους της Ενετοκρατίας στην Κρήτη, αναφέρεται από τον Ενετό συμβολαιογράφο Αντώνιο Τριβαν, ο οποίος μνημονεύει τα χωριά που υπήρχαν στο Σέλινο το έτος 1645, δηλαδή πριν από 360 χρόνια και ανάμεσα σ’ αυτά αναφέρει ονομαστικά και το Λιβαδά.
Και αν έλθουμε στο πρόσφατο παρελθόν στην καταστροφή του Λιβαδά από τους Γερμανούς στις 29-9-1943, πρέπει να πούμε ότι τότε ο Λιβαδάς είχε 174 κατοίκους. 71 κατοίκους είχε η συνοικία Παπαδερά, 81 είχε η συνοικία Σειραδιανά και 23 είχε η συνοικία Αντωνιανά. Και ξέρουμε όλοι πόσο βαρύ τίμημα πλήρωσε το χωριό μας και σε αίμα και σε υλικές καταστροφές.
Και όμως η ζωτικότητα των κατοίκων του και η έμφυτη αγάπη τους για το χωριό τους, έκαμαν το θαύμα τους: Ο ξεθεμελιωμένος από τους Γερμανούς Λιβαδάς, αναγεννήθηκε από τις στάχτες του και έγινε πάλι ζωντανό και δραστήριο χωριό, με πολύ πλούτο, με αξιόλογους ανθρώπους, με πλούσια πνευματική παράδοση.
Ό,τι όμως δεν πέτυχε ο Γερμανός κατακτητής, το πέτυχε ένας άλλος εχθρός, πιο ύπουλος και επικίνδυνος, ένας εχθρός που ακούει στο όνομα ερήμωση, εγκατάλειψη.
Θλίβεται βαθύτατα ο σημερινός επισκέπτης του Λιβαδά από την εικόνα της ερημιάς και της εγκατάλειψης, που βέβαια, δε θυμίζει τίποτε από την ιστορία του Λιβαδά. Έρημα σπίτια, χορταριασμένες αυλές, σιωπηλά σοκάκια και καλντερίμια, αμπέλια ξεραμμένα, χωράφια ακαλλιέργητα, ελιές που καρπίζουν αλλά δεν κατεύονται και κάτοικοι που μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού…
Και ευλόγως ανακύπτει το ερώτημα: Και τι θα γίνει λοιπόν; Θα καθίσουμε να κλαίμε τη μοίρα μας; Όχι, βέβαια. Αντιθέτως πρέπει να σκεφτούμε και να δούμε τι μπορεί να γίνει για να ξαναζωντανέψει ο Λιβαδάς. Και το έργο αυτό, την προσπάθεια αυτή πρέπει να την αναλάβουν τα Λιβαδιανάκια, τα νέα δηλαδή παιδιά του Λιβαδά.
Και έχει ο Λιβαδάς πολλά και αξιόλογα νέα παιδιά που διακρίνονται σ’ όλους τους τομείς της ζωής: Και στην επιστήμη και στην τέχνη και στην επιχειρηματική δραστηριότητα και στον καθημερινό μόχθο και τη βιοπάλη. Και όταν λέω Λιβαδιανάκια εννοώ τα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, που έλκουν την καταγωγή τους από τούτο το χωριό, που έχουν πατέρα ή μητέρα ή παππού ή γιαγιά Λιβαδιανούς και κατοικούν όπου γης.
Σ’ αυτά τα παιδιά θέλω να κάμω έκκληση και παράκληση ν’ αρχίσουν να ενδιαφέρονται για το χωριό των γονιών ή των παππούδων τους. Να έρχονται στο Λιβαδά, ν’ ανοίγουν τα σπίτια των γονιών τους και -τέλος πάντων- να κάμουν κάτι για το Λιβαδά.
Σαν πρώτο βήμα, ας πούμε, θα μπορούσαν να οργανώσουν κάποια στιγμή μια συνάντηση εδώ στο Λιβαδά, μεταξύ τους, να μιλήσουν, να κουβεντιάσουν και να δουν τι μπορούν να κάμουν εκείνα για τα να ζωντανέψει πάλι ο Λιβαδάς. Δεν μπορεί, κάποια λύση θα βρουν, κάτι θα σκαρφιστούν κάτι θα ονειρευτούν, κάτι θα σχεδιάσουν, με τον ενθουσιασμό και τα οράματα που έχουν τα νιάτα.
Και μη θεωρηθεί αυτό ακατόρθωτο. Κάθε άλλο. Θέληση και όραμα χρειάζεται και τα δυο αυτά δε λείπουν από τα Λιβαδιανάκια.
Παιδιά του Λιβαδά, αγόρια και κορίτσια, «ιδού στάδιον δόξης λαμπρόν»… Από σας εξαρτάται η μελλοντική πορεία του Λιβαδά. Μην αδρανήσετε. Μην επιτρέψετε να ολοκληρωθεί στις μέρες σας η πλήρης κατάρρευσή του. Το χρωστάτε, άλλωστε αυτό στους πατεράδες σας και στους άλλους προγόνους σας που για 10ετίες ή και αιώνες αγωνίστηκαν για να στηθεί τούτο το χωριό, που πότισαν το χώμα του με τον ιδρώτα και το αίμα τους. Αγόρια και κορίτσια του Λιβαδά, μην αδρανείτε. Αγωνιστείτε για να αναστηθεί πάλι ο Λιβαδάς. Κοπέλια και κοπελιές του Λιβαδά, βάλτε φραγμό στην εγκατάλειψη και στην παρακμή του χωριού μας. Μην στέρξετε να δείτε στις μέρες σας την περαιτέρω φθορά του ή ίσως και την ολοκληρωτική εξαφάνισή του. Μπορείτε!!!
*Δάσκαλος