Από τις 21 Μαρτίου, 2018, ο πρώην Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας κ. Nicolas Sarkozy, ανακρίνεται από τις Γαλλικές δικαστικές αρχές για «παθητική διαφθορά».
Ο λόγος είναι ότι υπάρχουν «πληροφορίες» και στοιχεία, ως φαίνεται, ότι η προεκλογική εκστρατεία για την προεδρία της Γαλλίας του 2007 του κ. Σαρκοζί χρηματοδοτήθει από τον Καντάφι και με λιβυκά κεφάλαια. Οι άλλες λεπτομέρειες για τις κατηγορίες κατά του κ. Σαρκοζί είναι «παράνομη χρηματοδότηση της προεκλογικής εκστρατείας» και «απόκρυψη υπεξαίρεσης λιβυκών κρατικών κεφαλαίων». Ο κ. Σαρκοζί αρνείται εμφαντικά αυτές τις κατηγορίες.
Είναι γνωστό ότι ο αποθανών ηγέτης της Λιβύης Καντάφι χρηματοδοτούσε πολλές ξένες κυβερνήσεις και κινήματα. Είχε κατηγορηθεί, από την άλλη μεριά, σαν λαμβάνοντας μέρος σε τρομοκρατικές ενέργειες και για ειδικές περιπτώσεις, όπως π.χ. την υπόθεση της πτήσης της Panamerican της Lockerbie το 1988.
Λέγεται ότι ο Καντάφι χρηματοδότησε τη προεκλογική εκστρατεία του κ. Σαρκοζί με 50 εκατομμύρια ευρώ. Η υπεράσπιση του κ. Σαρκοζί αποκαλεί αυτές τις πληροφορίες σαν ανυπόστατες. Λέγεται επίσης ότι οι πολύ στενοί φίλοι και συνεργάτες του κ. Σαρκοζί Claude Gueant και Brice Hortefeux ήσαν αναμεμειγμένοι σε αυτή την υπόθεση, είχαν επισκεφθεί πολλές φορές τη Τρίπολη και συνάντησαν συνεργάτες του Καντάφι. Αναφέρονται επίσης τα ονόματα του γαλλο-λιβανέζου Takieddine και του γνωστού «μεσάζοντα» Bechir Saleh.
Φαίνεται ότι οι δικαστές έχουν κρίνει ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις εναντίον του πρώην προέδρου που αφήνουν να νοηθεί ότι η προεκλογική εκστρατεία του 2007 είχε χρηματοδοτηθεί από το καθεστώς Καντάφι. Από την άλλη μεριά ο πρώην πρόεδρος αρνήθηκε τις κατηγορίες εναντίον του ως «ψεύδη» και «συκοφαντίες», ισχυρίζεται ότι «κατηγορείται χωρίς αποδείξεις» και πιστεύει ότι έχασε τις προεδρικές εκλογές του 2012 λόγω αυτής της «πολεμικής» (βλ. Le Monde, 23 Μαρτίου, 2018, σελ. 9).
Η υπόθεση συνεχίζεται. Το πόρισμα αναμένεται στο μέλλον. Εκείνο που μπορεί να παρατηρήσει κάποιος είναι οι πολλαπλές τέτοιες υποθέσεις σε πολλές χώρες ενώπιον της δικαιοσύνης εναντίον πολιτικών προσώπων, ακόμη και αυτών που έφτασαν στα ανώτατα αξιώματα της χώρας τους.