Δευτέρα, 20 Ιανουαρίου, 2025

H καινούργια δασκάλα…

Στα παιδικά μου χρόνια  τίποτα δεν μπορούσε να συγκριθεί με την στεναχώρια που ένοιωθα κάθε χρόνο με το τέλος του καλοκαιριού, όταν έπρεπε να αφήσουμε την θάλασσα και να γυρίσουμε στο χωριό!
Δεν μου άρεσε καθόλου η ιδέα ότι θα επέστρεφα στις σχολικές τάξεις και στις σχολικές υποχρεώσεις.
Σε πιο μεγάλη Τάξη αυτή τη φορά.  Και με…καινούργιο δάσκαλο!
Όπως συνήθως, το μεταφορικό μας μέσο των καιρών εκείνων, το καλάθι της μοτοσικλέτας του πατέρα, γέμιζε με τον ρουχισμό μας, μα ο δρόμος της επιστροφής δεν ήταν πια ευχάριστος και κανείς δεν είχε διάθεση να ανηφορίσει με τα πόδια στο χωριό.
Εκείνο το φθινόπωρο λοιπόν, εγώ με τη μαμά μείναμε στην διασταύρωση και περιμέναμε το παλιό  ΙΧ, ένα υποτυπώδες ταξί που εξυπηρετούσε τα χωριά. Το αμάξι ερχόταν φορτωμένο από την πρωτεύουσα, αλλά μας λυπήθηκαν και μας στρίμωξαν στο πίσω κάθισμα. Κάθισα δίπλα σε μια άγνωστη κοπέλα. Ήταν μια όμορφη νεαρή  που δεν έμοιαζε για αγρότισσα, γιατί ήτανε ντυμένη με την τελευταία λέξη της μόδας.
Μου άρεσε, με μάγεψε η κοπέλα αυτή!
Τα μάτια της παιχνίδιζαν,  το πρόσωπό της ήτανε δροσερό και νεανικό κι έδειχνε αρκετά χρόνια πιο μικρή απ’ την μητέρα μου. Την κοίταζα,  θαύμαζα το μοντέρνο, κλαρωτό φουστάνι της με τη φαρδιά φούστα, τα ψηλοτάκουνα μυτερά παπούτσια της, τη μεγάλη ψάθινη τσάντα που κρατούσε, κι ευχόμουνα με όλη μου την ψυχή να γινόμουν κι εγώ σαν κι αυτήν όταν μεγάλωνα!
Μετά από λίγο, κι ενώ το αυτοκίνητο είχε πάρει την ανηφόρα κι αγκομαχούσε σε κάθε στροφή, η ξένη κοπέλα μου έπιασε την συζήτηση:
«Πώς σε λένε;», ρώτησε.
«Νανά!», απάντησα
«Πας σχολείο;»
«Μάλιστα.», είπα εγώ, «Θα μπω στην Τρίτη τάξη»
«Α!», είπε η κοπέλα, «Η Τρίτη, είναι δύσκολη…»
«Και η Πέμπτη!», απάντησα.
Ύστερα, κοίταξε την κούκλα  μου, που την κουβαλούσα μαζί μου γιατί δεν άντεχα να την δω πεταμένη στο βάθος του καλαθιού  με τ΄ άλλα πράγματα και είπε: «Ωραία η κούκλα σου! Έχει και μαλλιά…Πώς την λένε;»
Βάλθηκα να εξηγήσω στην καινούργια φίλη μου πως δεν την έχουμε βαφτίσει ακόμα κι ότι μου την είχε στείλει η γιαγιά μου από την Αμερική. Ήταν από μαλακό πλαστικό, κουνούσε χέρια και πόδια και μπορούσες να την χτενίσεις γιατί είχε πραγματικά μαλλιά!
Μέχρι να φθάσουμε είχε μπει στη συζήτηση και η μαμά, κι έτσι  με κρυφή χαρά πληροφορήθηκα πως το κορίτσι θα ζούσε στο χωριό μας! Όταν βγήκαμε στην πλατεία, πριν φύγουμε προς την πάνω γειτονιά  χαιρετίσαμε την ξένη κοπέλα.
«Έλα  όποτε θες να πιούμε καφέ», είπε η κοινωνική και πάντα φιλόξενη μαμά μου. «Με λένε Χρυσούλα και μένω δίπλα στην εκκλησία. Θα μας βρεις εύκολα…»
«Ευχαρίστως!», είπε η κοπέλα. «Με λένε Αλκμήνη. Είμαι από τη χώρα και είμαι η…καινούργια δασκάλα!»
Ποιος θυμάται με νοσταλγία κι αγάπη  τον μεσήλικα, αυστηρό δάσκαλο που κρατούσε στο χέρι τη βίτσα κι όταν δεν την χρησιμοποιούσε στις παλάμες μας, την ανέμιζε  δεξιά  κι αριστερά  με νευρικότητα  και θυμό; Κανείς! Όλοι μας θυμόμαστε τη χαριτωμένη, νέα δασκάλα η οποία μας έδινε σημασία, μας μάθαινε καινούργια πράγματα  και μας αγαπούσε σαν μαμά.
Φαντασθείτε την χαρά μου, όταν μετά από λίγες μέρες, την πρώτη μέρα στο σχολείο, καθισμένη στο μπροστινό θρανίο της τάξης μου με τα χέρια σταυρωμένα σαν καλό παιδί, είδα τον Διευθυντή να μας φέρνει την…Αλκμήνη!
«Παιδιά!», μας είπε με σοβαρό ύφος «Να σας γνωρίσω την καινούργια σας δασκάλα.  Κατάγεται απ’ τα μέρη μας και θέλω να την προσέχετε…»
Αυτά κι άλλα, πολλά κι επαινετικά  είπε, έκλεισε την πόρτα πίσω του και  η δύσκολη Τρίτη Τάξη με δασκάλα την Αλκμήνη, ξεκίνησε μ’ αισιοδοξία.
Με τον Σήφη είχαμε πολλές δουλείες. Αγοράσαμε μπλε κόλλα του μέτρου και ετικέτες από το μικρό ψιλικατζίδικο του χωριού και κάτσαμε μια ολόκληρη μέρα να ντύσουμε τα τετράδια  και να καθαρογράψουμε τις ετικέτες.
Ξεσκονίστηκαν και γέμισαν τετράδια και  βιβλία οι τσάντες.
Καινούργια μελανοδοχεία, γόμες, ξύστρες και πένες προστέθηκαν στα βάσανά μας.
Μόνο που θα ήταν λιγότερα αυτή τη φορά…
Και το σχολείο άρχισε με μια φοβερή…αφοσίωση στην καινούργια δασκάλα, που με τους άριστούς της τρόπους μέρα τη μέρα μετέτρεπε τ΄ αγρίμια της ζωηρής μας τάξης σε  καλούς μαθητές κι ακόμα καλύτερους  χαρακτήρες!
Ωστόσο ο καιρός χαλούσε, ο χειμώνας ερχόταν.
Βροχές, κρύο, διάβασμα…και ούτω καθ’ εξής.
Έβγαλε η μαμά τ’ ασήκωτα παπλώματα μας, τα γεμάτα βαμβάκι  -ροζ για μένα, μπλε για το Σήφη- και τα καπλάντισε γύρω-γύρω με άσπρα σεντόνια για να μην λερώνονται. Άρχισαν οι κρύες νύχτες στον πάνω όροφο του σπιτιού μας! Δεν ήταν εύκολο  με τα μέσα της εποχής να θερμάνει κανείς ένα ψηλοτάβανο, μεγάλο σπίτι. Έτσι, ο πάνω όροφος είχε συνήθως ένα τσουχτερό κρύο τις χειμωνιάτικες νύχτες. Όμως δεν κρυώναμε! Δεν  ξέραμε τι σημαίνει κεντρική θέρμανση, ούτε ηλεκτρικό, αλλά κι ούτε τρεχούμενο νερό όλη τη μέρα μέσα στο σπίτι. Δεν νοιώθαμε την έλλειψή τους. Εξάλλου, ζούσαμε σ’ ένα ορεινό χωριό κι όλα αυτά δεν ήτανε μέσα στην καθημερινότητά μας.
Και το κυριότερο!
Η όμορφη δασκάλα έγινε φίλη με τη μαμά  και μας επισκεπτόταν τακτικά, κάνοντας με την καλή της διάθεση  την δύσκολη Τρίτη την ευκολότερη Τάξη!
Χάριζοντάς μου επίσης μπόλικες γνώσεις κι αξέχαστες  αναμνήσεις.
Μια απ’ αυτές και η πρώτη  επαφή μου με το…ηλεκτρικό ρεύμα!
Ένα κοινό πορτατίφ ήταν το παράξενο λαμπάκι που τοποθέτησε δίπλα στο κρεββάτι μου, εκείνο το  Σαββατοκύριακο στις διακοπές των εορτών, που με φιλοξένησε στο σπίτι της στην πρωτεύουσα!
Μα είδε κι έπαθε να με πείσει  να πατήσω το κουμπί  του -αν φοβηθώ τη νύχτα- για ν’ ανάψει λέει το φως!
Τόση ξαφνική φωταψία ποιος την άντεχε, αλήθεια!
Ήταν άλλοι οι καιροί τότε! Καθετί καινούργιο φάνταζε εξωπραγματικό…
Κι εκείνη τη σκοτεινή βραδιά μου είχε φανεί…σκέτη μαγεία, να γίνεται -μ΄ ένα μόνο πάτημα κουμπιού- η νύχτα…μέρα. Να χάνονται οι ίσκιοι και τα πάντα ολόγυρα να λαμποκοπούν σαν βαρύτιμα πετράδια!
Η μαγεία των άδολων χρόνων μας…
Καλά αγκιστρωμένη μέσα μας, συχνά-πυκνά αναδύεται απ’ τα βάθη των χρόνων  για να  μας  ταρακουνήσει, να μας θυμίσει, να μας κάνει ξανά παιδιά!


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

1 Comment

  1. Χαιρόμαστε και θαυμάζομε τα υπέροχα κι άκρως νοσταλγικά κείμενα της ευγενικής και χαρισματικής κ. Αθηνάς Κανιτσάκη: Θαρρείς, η ψυχή της [συναισθήματα-ηθική], ίδια γεννήτρια υπέροχων και δυνατών συναισθημάτων, κυκλώνει τα δρώμενα με πρωταρχικά αυτά της αγνής ξεγνοιασιάς, της χαράς της δημιουργίας, της αληθινής αγάπης και συντροφικότητας, αλλά και μιας αλλόκοτης νοσταλγίας για την απλή, τη φυσική και παραδοσιακή ζωή μιας αλλοτινής εποχής, που, δυστυχώς, δεν μπορεί να μεταβολιστεί στη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα. Εμείς οι άλλοι να δοξολογούμε τον Θεάνθρωπο Χριστό, που στην Χανιώτικη κοινωνία συμβιώνουμε με τέτοια αληθινά ανθρώπινα πρόσωπα. Όσες φορές είπα να γράψω κάτι και να εκφράσω τον θαυμασμό και την εκτίμησή μου στο έργο και το πρόσωπο της κ. Α. Κανιτσάκη, πάντα με προλάβαιναν οι πολλοί κι έξοχοι Χανιώτες φίλοι και γνωστοί!! Πάντα με καλή υγεία και δημιουργική διάθεση. Με φιλική εκτίμηση Γιώργος Καραγεωργίου, συντ/χος νομικός, κοινωνιολόγος ΧΑΝΙΑ.

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα