Φτωχομάνα, γειτονιά των Μικρασιατών, των χειρωνακτών της εποχής. Πληγωμένη αφάνταστα από τους ναζιστικούς βομβαρδισμούς, την μεταπολεμική εγκατάλειψη, η Σπλάντζια αποτελούσε πάντα την “ψυχή” της πόλης. Μεταπολεμικές μνήμες μας διηγούνται κάτοικοι της περιοχής.
ΤΑ ΑΠΛΥΤΑ ΣΤΗ ΦΟΡΑ!
«Το πιο μεγάλο πρόβλημα, πέρα από τη φτώχεια τη μεγάλη της εποχής εκείνης δεκαετίες ΄50-΄60 ήταν το νερό! Υποφέραμε! Ο Δήμος εκεί στα τέλη της δεκαετίας του ΄50 είχε νερουλάδες που έρχονταν και άνοιγαν με ένα “Τ” τη παροχή του νερού για τις βρύσες που βρίσκονταν μπροστά στην πλατεία εκεί που είναι σήμερα το σουβλατζίδικο του “Κώστα”» θυμάται ο κ. Κυριάκος Μπαλής, γέννημα θρέμμα της γειτονιάς.
Οι γυναίκες αποβραδύς έβαζαν τους τενεκέδες για να κρατήσουν σειρά. Το νερό έτρεχε με ελάχιστη πίεση, για δύο ώρες 10-12 και η αναμονή ήταν μεγάλη. «Εκεί να δεις φασαρίες! Να τσακώνονται οι γυναίκες μεταξύ τους, να τα λέει η μια στην άλλη στη Μικρασιάτικη διάλεκτο, σπαστά ελληνικά. Εκεί να δεις να βγαίνουν τα άπλυτα στη φόρα» αναφέρει ο συνομιλητής μας. Έτσι πολλοί ήταν αυτοί που πήγαιναν στις βρύσες που βρίσκονταν μέσα στη Δημοτική Αγορά. «Έρχονταν ο αγωγός από τα Μπουτσουνάρια, τις πηγές εκεί, στις βρύσες που ήταν στις 4 εισόδους της Αγοράς. Πηγαίναμε τότε εμείς παιδιά με τενεκέδες και σιδερένιους κουβάδες, “συγκλιά” τα λέγαμε τα γεμίζαμε και τα αδειάζαμε σε μεγάλα πιθάρια που είχε το κάθε σπίτι! Από κει παίρναμε νερό για να πιούμε, για να πλύνουν οι γυναίκες τα ρούχα, για την τουαλέτα. Με φειδώ βέβαια, όχι πολύ χρήση. Nερό κανονικό στη Σπλάντζια ήλθε μετά το 1970. Μέχρι τότε ύδρευση είχαν μόνο οι πλούσιες συνοικίες, η Χαλέπα» λένε οι συνομιλητές μας. Τυχεροί βέβαια ήταν και οι Σπλαντζιανοί που είχαν κάποιο πηγάδι στην περιουσία τους αλλά αυτοί ήταν ελάχιστοι. Όσο για άλλες πολυτέλειες όπως το ρεύμα…«όλοι είχαμε λάμπες με πετρέλαιο, οινόπνευμα. Αυτό ήταν το φως μας».
ΒΟΥΤΙΕΣ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ
ΚΑΙ… ΠΟΙΝΕΣ
Ολη η “μαρίδα”… η νεολαία της εποχής για μπάνιο και κολύμβηση πήγαινε στο Ενετικό Λιμάνι. Βουτιές και ψάρεμα. Το κολύμπι βέβαια απαγορεύονταν για λόγους ασφαλείας μην μπλεχτεί κανείς στα σκοινιά των ψαράδικων. «Τότε στο λιμεναρχείο υπηρετούσαν και πολλοί ναύτες, δεν ήταν όλοι μόνιμοι. Μας κυνηγούσαν τότε να μην κολυμπάμε και όταν μας έπιαναν μας πήγαιναν στους κοιτώνες τους και μας έβαζαν να καθαρίζουμε τους θαλάμους και τις τουαλέτες για να μας αφήσουν! Βέβαια παίρναμε και εμείς τα μέτρα μας. Πηγαίναμε στο “καμαράκι” (σ.σ. τη δεύτερη μικρή είσοδο του λιμανιού κοντά στο Moro). Έστελναν συνήθως τους καινούργιους να μας συλλάβουν και εμείς τρέχαμε προς το Φάρο. Μας ακολουθούσαν οι ναύτες, σου λέγανε “που θα πάνε, θα τους πιάσουμε”. Είχαμε όμως πάντα ένα σπάγκο μαζί και δέναμε το παντελόνι και το κασκοσέ στο κεφάλι μας και πέφταμε στη θάλασσα και περνούσαμε απέναντι στο Φιρκά και ξεφεύγαμε! Οι παλιοί λιμενικοί το ξέρανε και αν θέλανε να κάνουν καψόνι σε καινούργιο δικό τους τον στέλνανε να μας συλλάβει για να τρέξει μέχρι το Φάρο και να τους ξεφύγουμε».
ΤΗΣ “ΜΙΝΩΟΣ” ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Σήμα κατατεθέν της γειτονιάς και η Μίνωος με τις γυναίκες της. Κακόφημη περιοχή που ήταν μαγνήτης για το ενδιαφέρον των παιδιών της περιοχής λόγω της γοητείας της παραβατικότητας. «Στη πύλη της Άμμου υπήρχε το “Παραγουάη” ένα μαγέρικο της εποχής, του Στεφανή η ταβέρνα, που πήγαιναν και έτρωγαν τα κορίτσια της Μίνωος. Εκεί σύχναζαν τότε και οι Αμερικάνοι που έρχονταν με τα πολεμικά πλοία. Τα βράδια έβγαζαν ένα μεγάφωνο από το μαγαζί και έπαιζαν λαικά τραγούδια και εμείς πηγαίναμε στην παραλία για να ακούμε τη μουσική. Στο χώρο που τώρα είναι η παιδική χαρά οι Αμερικάνοι κάθονταν και έπαιζαν “μπέιζ μπολ”. Πηγαίναμε τότε εμείς και ζητούσαμε “ουάν σίγαρετ μπαμπά” (ένα τσιγάρο για το μπαμπά!) ή περιμέναμε να μας δώσουν καμιά μπύρα σε κουτάκι που τότε ήταν άγνωστο πράγμα για μας. Τη μπύρα και τα τσιγάρα τα “Pall Mall” τη μυρίζαμε και λέγαμε: “Αμερικανίλα!” Τόσο πολύ μας εντυπωσίαζε!» λένε οι συνομιλητές μας.
Πάντα τη Μεγάλη Πέμπτη τα “σπίτια” της Μίνωος έκλειναν. «Περνούσε ο επιτάφιος τη Μ. Παρασκευή και έβγαιναν οι γυναίκες και τον ράντιζαν. Μην νομίζεις πολύς κόσμος έζησε από τα μπορδέλα. Πολλές γυναίκες της συνοικίας είχαν αναλάβει να τα καθαρίζουν τα “σπίτια” και έβγαζαν ένα μεροκάματο, ενώ και κάθε φορά που γίνονταν ένας έρανος στη Σπλάντζια για κάποιον που το είχε ανάγκη οι πόρνες ήταν αυτές που έδιναν πρώτες! Για αυτό και ο έρανος ξεκινούσε πάντα από εκεί».
ΔΗΜΟΤΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ… ΜΑΥΡΟΓΙΑΛΟΥΡΟΙ
Θυμούνται οι παλιοί ένα δημοτικό σύμβουλο της εποχής εκείνης από την περιοχή πο πάντα “σάρωνε” τις ψήφους των Σπλαντζιανών. «Τότε ο δημοτικός φωτισμός ήταν της πλάκας, είχε ένα φως σε κάθε δρόμο. Καίγονταν ο γλόμπος ή εμείς τα παιδιά τους σπάγαμε. Ήξερε λοιπόν αυτός ο δημοτικός σύμβουλος ότι το συνεργείο πχ. θα πήγαινε την Πέμπτη να τον φτιάξει! Πήγαινε λοιπόν τη Δευτέρα, την Τρίτη στη γειτονιά και στα γύρω σπίτια ρωτούσε τους κατοίκους για τα προβλήματα του έλεγαν αυτοί ότι είναι σπασμένη η λάμπα και δεν έχει φως ο δρόμος. «Δεν το έχουν φτιάξει ακόμα; Αν δεν είναι το συνεργείο την Πέμπτη να το αλλάξει αλίμονο τους» έλεγε. Το ίδιο και για τις χαλασμένες βρύσες. «Δεν έχει νερό η βρύση; Μέχρι την Τρίτη θα έχω δώσει εντολή να την φτιάξουν». Παραμύθια, ήταν έτσι και αλλιώς προγραμματισμένο να γίνει τότε η επισκευή απλά αυτός το ήξερε. Ε΄λοιπόν αυτή η δράση του εξασφάλιζε πολλούς ψήφους και βέβαια εκλογή» μας αφηγείται ο κ. Στέλιος Σούλιαρης.
ΜΙΑ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΟΥ 1950
Να κατεδαφιστεί η Σπλάντζια«Η συνοικία αυτή πρέπει να ισοπεδωθεί και επ’ αυτής να οικοδομηθεί νέα επι΄τη βάσει του εγκεκριμένου σχεδίου, ώστε να αποκτήσει κανονικά τετράγωνα και πνεύμονας δια να αναπνέει.» Αυτήν ήταν η πρόταση του συντάκτη που υπογράφει
ως “Μ” σε ένα φύλλο της εφημερίδας “Κήρυξ” στα 1950 (αρχείο Χανιώτικων Νέων).
Γιατί η πρόταση αυτή; Ο συντάκτης μας δίνει μια εικόνα της συνοικίας την εποχή αυτοί:«Οι κατοικούντες στη Σπλάντζια κανένα από τα στοιχειωδέστερα υγιεινά προαπαιτούμενα μιας συνοικίας δεν έχουν. Στριμωγμένοι μέσα στα Ενετικά Φρούρια, σε στενούς και ακανόνιστους δρομίσκους, οι οποίοι ουδέποτε επιδιορθώθησαν, σε παμπάλαια οικήματα, τα οποία παρά τις πρόχειρες επιδιορθώσεις λόγω των ανεπαρκών μέσων των ιδιοκτητών και συνέπεια των βομβαρδισμών έχουν καταστεί κυριολεκτικώς τρώγλες…»
Αχ, τι μου θυμιζει αυτο το κειμενο. Καμια φορα διαβαζω ιστοριες για τα Χανια, και νοσταλγω αυτα τα χρονια. Εκει μεγαλωσα και τωρα ζω στην Νεα Υορκη, για τα τελευταια 45 χρονια. Επεξα μπαλα στην Ιωνια για 4-5 χρονια, ο πατερας μου ηταν λιμενεργατης, στο λιμανι και στην Σουδα, ο θειος μου ο Μπακαιμης, ειχε καικι , και πηγαιναμε ψαρεμα ….στην Σπλαντζια ημασταν καθε μερα , οι ποιο ηληκιωμενοι μας ελεγαν ιστοριες απο την Μικρα Ασια ,και ηταν
χρονια που σημερα τα νοσταλγεις. Το χαρηκα και σημερα … να ειστε καλα
Τι να πρωτοθυμηθω….ολα τα παιδικα μου χρονια τα περασα παιζοντας στα στενα της Σπλαντζιας….στην πλατια ρουγα….το σπιτι της γιαγιας μου …και ατελειωτες ιστοριες για την Σμυρνη,,,ΜΠΡΑΒΟ ….