Μικρές είναι οι ποσότητες του μελιού που εξάγονται από την Ελλάδα παρά την αυξημένη ζήτηση που υπάρχει. Την ίδια στιγμή, το αναπτυξιακό μοντέλο που ακολουθείται στην Κρήτη ολοένα και περιορίζει τις περιοχές προς εκμετάλλευση από τη μελισσοκομία, παρά το γεγονός ότι όλο και πιο πολλοί νέοι άνθρωποι στρέφονται στον συγκεκριμένο κλάδο που χαρακτηρίζεται ως ένας από τους πιο δυναμικούς του πρωτογενή τομέα.
Τα παραπάνω επισημάνθηκαν, μεταξύ άλλων, σε εκδήλωση – συζήτηση με θέμα: «Η μελισσοκομία στη Δυτική Κρήτη – πρακτική και προκλήσεις», που πραγματοποίησαν στο Εργατικό Κέντρο, στο πλαίσιο ενός «αλληλοδιδακτικού κύκλου γεωργίας», οι πολιτικές συλλογικότητες “Terra Verde” για το εναλλακτικό και αλληλέγγυο εμπόριο και η συλλογικότητα “Χωριά β.δ. Κρήτης”.
Η κεντρική ομιλήτρια της εκδήλωσης, ερευνήτρια μελισσοκομίας Δρ. Σοφία Γούναρη, μιλώντας στα “Χ.ν.”, τόνισε ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η σύγχρονη μελισσοκομεία έχουν να κάνουν αφενός με το να βελτιωθεί και να αυξηθεί η παραγωγή και αφετέρου να βρει το προϊόν τη θέση που του αξίζει στην αγορά.
Ειδικότερα για τη δυτική Κρήτη η κα Γούναρη σημείωσε ότι το μέλι που παράγεται είναι από τα καλύτερα, ωστόσο, με δεδομένες τις κλιματικές συνθήκες και του μοντέλου ανάπτυξης της περιοχής, δυσκολεύουν τα πράγματα για την πρωτογενή παραγωγή. «Συνεπώς, πρέπει να προσαρμοστούμε ως μελισσοκόμοι σε εποχές πιο άνυδρες αλλά και σε λιγότερες ανθοφορίες. Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει μόνο εδώ αλλά σε πολλά μέρη της Ελλάδας», σχολίασε η κα Γούναρη και πρόσθεσε ότι οι σοβαρότερες απειλές για τη μελισσοκομία θα μπορούσαν να συνοψιστούν στη μείωση των περιοχών που μπορούν να εκμεταλλευτούν οι μέλισσες, στην εκτεταμένη και αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων αλλά και στην αλλαγή των κλιματολογικών συνθηκών που συνεπάγεται πολλές συνεχόμενες ξηρές χρονιές.
Πάντως παρά τις δυσκολίες ο κλάδος της μελισσοκομίας χαρακτηρίζεται ως ένας από τους πιο δυναμικούς καθώς το προϊόν χαρακτηρίζεται ως υψηλής βιολογικής αξίας με υψηλή συγχρόνως προστιθέμενη αξία.
«Δυστυχώς όμως πάσχουμε στην προβολή του προϊόντος όπως πάσχουμε και στο συνεταιρίζεσθαι», σημείωσε η κα Γούναρη υπογραμμίζοντας ότι στις σημερινές δύσκολες οικονομικές συνθήκες ένας μεμονωμένος παραγωγός δεν μπορεί εύκολα να αντεπεξέλθει.
«Γι’ αυτό στόχος μας είναι να πείθουμε τους μελισσοκόμους να δημιουργούν ομάδες ώστε να βγαίνουν στην αγορά με ένα προϊόν σε ικανή ποσότητα και να έχουν καλύτερες προοπτικές να διαπραγματευτούν το προϊόν τους», εξήγησε η κα Γούναρη.
Τόνισε δε ότι η Ελλάδα εξάγει μικρές σε σχέση με την αυξημένη ζήτηση που υπάρχει καθώς δεν υπάρχουν φορείς που να προωθήσουν το προϊόν στο εξωτερικό.