Α’ ΜΕΡΟΣ
» Η συνεργασία μας αυτή, αφιερώνεται με ευλάβεια στην Ιερή Μνήμη του αγιασμένου Γέροντα της Eκκλησίας, Ειρηναίου, του οποίου χθες τελέστηκε στο Καστέλι το Μνημόσυνό Του
Αγαπητοί αναγνώστες,
Καλό Πάσχα με υγεία!
Την προηγούμενη Παρασκευή (19/4) στην τακτική, χρόνια τώρα, συνεργασία μας, απ’ αυτήν εδώ τη θέση, γράψαμε για τα λαογραφικά του Λαζάρου και της Κυριακής των Βαΐων.
Σήμερα, Μεγάλη Παρασκευή, είπαμε, να συνεχίσουμε με τις υπόλοιπες Αγιες Μέρες της Μεγαλοβδομάδας και Λαμπρής, αλλά περιληπτικά.
Με την ευκαιρία, ευχαριστούμε το εκλεκτό επιτελείο του “Ράδιο-Μαρτυρία” της Ι.Μ.Κ.Α. για την τιμή ν’ αναμεταδώσουν παλαιά εκπομπή μας στον ίδιο ραδιοσταθμό, αφιερωμένη στις Αγιες Μέρες “Μεγαλοβδομάδας και Λαμπρής” – στις 21 και 22 Απρ. το απόγευμα, συμμετείχε στις εκφωνήσεις καθ’ όλα εκλεκτή και χαρισματική κα Καίτη Αλέξη. Βέβαια, τα κείμενα εκείνα, μας τα είχαν δημοσιεύσει σε έγχρωμο, καλαίσθητο, οχτασέλιδο ένθετο, τα ιδιαίτερα αγαπητά μας, μια ζωή, “Χανιώτικα νέα” στα οποία είμαι υπόχρεος.
Ας έρθουμε όμως στα λαογραφικά: Μεγάλης Δευτέρας, Μεγ. Τρίτης και Μεγάλης Τετάρτης, περιληπτικά:
Συνοπτικά ο λαός μας έχει ποιήσει για όλη τη Μεγαλοβδoμάδα το παρακάτω ρυθμικό παιχνίδι ομοιοκαταληξίας, στο οποίο, πολύ σοφά, ενυπάρχει το κυρίαρχο θέμα κάθε μέρας του Θείου Δράματος. Λέει λοιπόν:
Μεγάλη Δευτέρα: Μεγάλη μαχαίρα!
Μεγάλη Τρίτη: Μεγάλη κρίση!
Μεγάλη Τετάρτη: Ο Χριστός εχάθη!
Μεγάλη Πέμπτη: Ο Χριστός ευρέθη!
Μεγάλη Παρασκευή: Ο Χριστός εις το καρφί!
Μεγάλο Σαββάτο: Ο Χριστός στον τάφο!
ή Αρνιά και ρίφια κάτω
Μεγάλη Κυριακή: Ο Χριστός αναστημένος, ο Ιούδας κρεμασμένος ή του καλιτσουνιού τ’ αυτί!…
Το πρώτο τριήμερο της Μεγαλοβδομάδας οι προετοιμασίες για το Πάσχα. στο σπίτι, είναι στο αποκορύφωμά τους. Η νηστεία καθολική. Ο εκκλησιασμός, χωρίς απουσίες.
Στα σπίτια κυριαρχεί ο “αναβρασμός” των γυναικών με τις ατέλειωτες καθαριότητες. Τα παιδιά στα ξύλα “τ’ οφανού” Οι άντρες στα των προμηθειών για το τραπέζι του Πάσχα, που συνεχίζονται ως το Μέγα Σάββατο… Τη Μεγάλη Τετάρτη η νηστεία κι από λάδι είναι καθολική.
Από το Ευχέλαιο δεν απουσιάζει κανείς. Παλιότερα θυμούμαι στο χωριό μου (Καμπανός – Σέλινου), ως το 1965 θαρρώ πως κάθε “στεφάνι” κρατούσε κι από ενα μαντήλι με “χάσικο στάρι” (περίπου μισό κιλό), και το έριχνε στο τραπέζι που ήταν στη μέση της Εκκλησίας και λίγο μπροστά. Γινόταν ένας μικρός σωρός (ίσως δέκα κιλών σιτάρι). Στην κορυφή του τοποθετούνταν το καντήλι από το οποίο ο ιερέας άλειφε τους πιστούς στο τέλος του Ευχελαίου.
Και φτάνουμε στη Μεγάλη Πέμπτη:
Χθες Μεγάλη Πέμπτη, οι ετοιμασίες για το Πάσχα συνεχίστηκαν σ’ όλα τα νοικοκυριά. Πρώτα βάφονται τ’ αυγά, σ’ άλλα σπίτια με μπογιές εμπορίου και σ’ άλλα με τις φυσικές βαφικές ύλες που προσφέρει αδάπανα η φύση, αιώνες τώρα. Οι μπογιές που χρησιμοποιούσαν για τη βαφή των μάλλινων και του βαμβακιού, έχουν επίσης τον πρώτο λόγο, μαζί με ξύδι. Αλλά και τα άνθη, που αυτή την εποχή έχουν οι λιμπίνοι (τα λούπινα) για το μπλε, τα κίτρινα κρεμμυδόφυλλα που ρίχνονται στο κατσαρόλι ενώ βράζουν τ’ αυγά, για το κίτρινο, κ.λπ. Πιστεύεται πως τ’ αυγά που θα κάμουν σήμερα οι κότες, αν τα βράσουμε σωστά και τα βάψουμε κόκκινα, δε “χαλάνε”(!) όλο το χρόνο.
Τη Μεγάλη Πέμπτη, η παραδοσιακή κουζίνα της Κρήτης προσφέρει ντολμαδάκια από τα πρώιμα φύλλα της κληματαριάς, κουκιά φρέσκα γιαχνί ή σαλιγκάρια. Σήμερα τρώμε λάδι, γιατί αντί της σημερινής, νηστέψαμε “τη βαγιοπέφτη”. Τα παιδιά συνεχίζουν να συγκεντρώνουν ξύλα για τον οφανό, που πανύψηλος στήνεται σε μέρος ακίνδυνο, από πλευράς πυρκαγιάς.
Εδώ το βράδυ της Ανάστασης, θα καεί ο Ιούδας.
Χθες βράδυ στα “Δώδεκα Ευαγγέλια” δεν απουσίαζε κανείς. Κι όλοι συγκλονίστηκαν όταν μετά το πέμπτο Ευαγγέλιο, ντύθηκε η Εκκλησία, τέμπλα, εικόνες, προσκυνητάρια, πολυέλαιοι κ.λπ., στα κατάμαυρα. Στην πόλη, αντίθετα, αυτό γίνεται από τον πρώτο Νυμφίο, δηλαδή από το βράδυ των Βαΐων. Οι ειδικοί μελετητές των θρησκευτικών εθίμων, ας αποφανθούν πότε είναι η ορθότερη ενέργεια αυτή… Κάποια κορίτσια στα χωριά, μετά από κάθε Ευαγγέλιο, έδεναν ένα κόμπο σε μια κλωστή, που την είχαν ύστερα πάνω τους, για καλό. Κι έλεγαν μάλιστα: “Εγώ μ’ αυτό δεν ματιάζομαι!”
Χθες, Μεγάλη Πέμπτη, οι συντέκνοι έφεραν τα λαμπριάτικα δώρα τους, στους “φιλιότσους” των.
Από χθες, επίσης, στα καφενεία των χωριών μας κρεμούσαν μια κλωστή από το ταβάνι, τον φάντε της τράπουλας λέγοντας: “Χωριανοί, στο μαγαζί δεν θα παιχτούν χαρθιά” από σήμερο κι ως τη Δευτέρα τση Λαμπρής!” Κι ό,τι πει γίνεται!
Εθιμο, που καταγράφαμε κι επιβεβαιώναμε για αρκετά χρόνια στον Καμπανό Σέλινου, και πριν από τη δεκαετία του 1950 κι έπειτα και που ευχόμαστε και προτρέπομε ν’ απλωθεί παντού.
Τηρείται σε πολλά μέρη.
Μετά το πέμπτο ευαγγέλιο, και το “Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…” η καμπάνα χτυπά πένθιμα, καθώς κι όλη τη Μ. Παρασκευή. Είναι σωστό, τέτοιες ώρες να μην παίζονται χαρτιά. Αγράμματος ίσως ο λαός μας, μα πάνσοφος και σωστός!…
Στα θρησκευτικά λαογραφικά (λαϊκή λατρεία στις πόλεις μας) τα σύγχρονα, καταγράφεται η πολύ πλούσια προσφορά στεφανιών για τον Σταυρό, από το εκκλησίασμα. Και οι επίτροποι (για ν’ αποφύγουν παρεξηγήσεις) τοποθετούν στο Σταυρό, έστω και για λίγο όλα τα στεφάνια των πιστών.
Αλλά και η πραμάτεια των λαϊκών αγορών είναι ανάλογη της ζήτησης των ημερών. Πέραν όλων των άλλων, θα δούμε και πάγκους με κεριά, στεφανάκια, βαφές αυγών, μοσχολίβανα, καντηλήθρες, ανθόνερο σε μπουκάλια… καθώς και πασχαλινές κάρτες για όσους άργησαν!
-Συν Θεώ, ήδη είμαστε στη Μεγάλη Παρασκευή!
Σήμερα Μεγάλη Παρασκευή οι καμπάνες των εκκλησιών αλλά και των ξωκλησιών από την αυγή ακούγονται πένθιμες. Αγόρια και κορίτσια ξεχύνονται λίαν πρωί στα χωράφια και στα πλάγια, για να φέρουν τ’ αγριολούλουδα του επιταφίου, που καθώς τους έχουν παραγγείλει οι μεγάλοι, δεν τα μυρίζονται, γιατί είναι για τον Τάφο, που λίγο αργότερα θα στολίζουν οι νέες του χωριού, με τέχνη και περισσή φροντίδα. Ολο το πρωινό, ωστόσο, οι μεγαλύτερες γυναίκες, πηγαίνουν και θυμιάζουν τις εκκλησίες. Πρώτα μάλιστα τις “Παναγίες” ακόμη και των γύρω χωριών…
Το βράδυ στη μέση της εκκλησίας, ο Επιτάφιος ευωδιάζει. Στις τέσσερις γωνιές του, σοβαρές κοπέλες, Μαρίες στ’ όνομα, αν γίνεται μαυροντυμένες σωστές Μυροφόρες, παραστέκουν με το καλαθάκι τους γεμάτο ροδοπέταλα κι άλλα λουλούδια, για τη στιγμή της τρίτης στάσης των Εγκωμίων: “Ερραναν τον Τάφον…”.
Ως χτυπήσει η καμπάνα βραδιάτικα, όλο το χωριό καταφτάνει στην εκκλησία. Ανάβει κερί και προσκυνά στον Επιτάφιο. Τα παιδιά περνούν κιόλας από κάτω του. Κι όταν αρχίσουν τα Εγκώμια, ο συναγωνισμός των καλλιφώνων δίνει και παίρνει. Οι προετοιμασίες των, ήταν από μέρες, με την οδηγία Ψαλτάδων και Εφημερίου. Η ώρα της περιφοράς, φορτισμένη συγκινήσεις είναι το ξόδι του Θεού. Ολοι κρατούν αναμμένο κερί και αμίλητοι προχωρούν. Εξω από τα σπίτια θυμιάζουν και ρίχνουν ανθόνερο στον Επιτάφιο, ενώ σταυροκοπιούνται… Στα εκκλησάκια που είναι δεξιά κι αριστερά της διαδρομής σταματά η πομπή, ο παπάς μνημονεύει κι αργοψάλλοντας επιστρέφει η πομπή στην εκκλησία. Στην κεντρική είσοδο τώρα νέοι κρατούν ψηλά τον Επιτάφιο για να περάσει ο κόσμος από κάτω και να εισέλθει για να τελειώσει η ακολουθία και να γίνουν οι αιτήσεις για τους πεθαμένους κάθε σπιτιού, π’ απόψε περιμένουν κι αυτών οι ψυχές των, να τους θυμηθούμε, που ‘ναι μεγάλη ώρα!
Με την απόλυση, οι Μυροφόρες παραμένουν στην Εκκλησία όλη τη νύχτα, “γιατί είναι μιστό”. Σε κάποια χωριά οι Μυροφόρες, λένε “το μοιρολόι της Παναγίας” με τον αργόσυρτο πένθιμο σκοπό (μέλος) του, κι ωστόσο η νύχτα περνά. Το μοιρολόι αυτό σε παραλλαγή που καταγράψαμε το 1956 στην Αγ. Ειρήνη Σέλινου, έχει ως ακολούθως:
“- Κάτω στα Γεροσόλυμα εις του Χριστού τον τάφο,
εκειά δεντρό δεν ήτανε και δέντρο φανερώθη.
Το δέντρο ήταν ο Χριστός και κλών’ οι γι’ Αποστόλοι,
και τα παρακλωνάρια του, ήταν οι μαρτυριές του,
που μαρτυρούν και λέγανε για του Χριστού τα πάθη
– Δέσποινα, Παντοδέσποινα και του Χριστού Μητέρα,
που τον Υγιό Σου πιάσανε, οι σκύλοι, ‘ν’ οι Ιουδαίοι
και μπέψα τον παράνομο, το σκύλο τον Οβραίο,
να πα να φέρει δυο καρφιά, κι εκείνος φέρνει πέντε,
να βάλουν δυο στα πόδια του και δυο στα δυο του χέρια,
το πέμπτο το φαρμακερό, να μπήξουν στην καρδιά του.
Κι η Δέσποινα ως τ’ άκουσε, έπεσε λιγωμένη,
σταμνί νερό τση γύρανε, κι ένα λαήνι μόσκο,
και τέσσερα γαρέφαλα, ώστε να συνεφέρει.
Σαν επανασυνέφερε, σηκώνεται να πάει.
Όσ’ αγαπάτε το Χριστό και του Χριστού τη μάνα,
σα θέλετ’ ακλουθήξετε τση πονεμένης μάνας.
Κιανείς δεν τσ’ ακολούθησε, όξω οι τρεις παρθένες,
η Μάρθα κι η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η μάνα.
Και παίρνει τσι και πηαίνουνε εις του Ληστή τσοι πόρτες,
Θωρού τσοι πόρτες σφαλιχτές και τα κλειδιά παρμένα
και τα πορτοπαράθυρα, σφιχτά μανταλωμένα.
Θέτει τση πόρτας μια λαχτέ και πάει μέσα κι όξω,
θωρεί κουτσούς, θωρεί στραβούς, θωρεί βασανισμένους, κιανέναν δεν εγνώρισε, παρά τον Άϊ Γιάννη.
-Άγιε μου Γιάννη Πρόδρομε και Βαπτιστή Κυρίου
πες μου ποιός είν’ ο γυιόκας μου κι εσέν’ ο Δάσκαλός Σου;
-Θωρείς εκείνον τον χλωμό, τον παραπονεμένο,
απου φορεί ποκάμισο στο αίμα βουτηγμένο;
Εκείνος είν’ ο γυιόκας σου κι εμένα ο Δάσκαλός μου!
– Πού ‘ναι γκρεμνός να γκρεμιστώ; πού ναι κορφή να πέσω;
– Πού ναι μαχαίρι δίστομο, να κακοθανατίσω;
– Μουδέ γκρεμνός να γκρεμιστείς, μουδέ κορφή να πέσεις,
μουδέ μαχαίρι δίστομο, να κακοθανατίσεις,
γιατ’ ανέν – κάμεις τ’ άδικο, θα κάνουν κι οι μανάδες.
Μα πάρε το στρατί – στρατί και άμε στο κελλί σου,
και βάψε το μαντήλι σου και κόψε το μαλλί σου,
Βάλε κρασί εις το γυαλί, ψωμί εις το πανιέρι,
φώνιαξε τσι γειτόνισσες να σε περηγορήσου,
και κράξε και τα ορφανά, να φαν να μακαρίσου…
Απού τ’ ακούει σώνεται, κι απού το πει σχωρνιέται,
κι απού το καλαφρουγκαστεί, Παράδεισο θα λάβει!”
(Αποστολάκης, σ. 451-2)
στα “Ριζίτικά μας”
Αύριο το β’ μέρος