13 Σεπτεμβρίου 2014, παρουσίαση του προγράμματος της “Θεσσαλονίκης” από τον κ. Τσίπρα ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Δ.Ε.Θ.
Στο μεγαλόπνοο σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ για επιστροφή της χώρας σε τροχιά ανάπτυξης, ώστε να επιφέρει έξοδο από τα μνημόνια και την κρίση, είχε υποσχεθεί 6,5 δισ. ευρώ για την επανεκκίνηση της οικονομίας, 5 δισ. ευρώ για το σχέδιο ανάκτησης εργασίας και 2 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης στη χώρα μας.
10 Σεπτεμβρίου 2016 στην ομιλία του στη Δ.Ε.Θ., αυτή τη φορά από τη θέση του πρωθυπουργού της χώρας πλέον, σαν να μην πέρασε μια μέρα, υποσχέθηκε εκ νέου πάλι τα ίδια. Και όμως σε αυτά τα δύο χρόνια που πέρασαν, ζήσαμε πολλά, είδαμε πολλά, αλλά σίγουρα όχι ανάπτυξη!
Στόχος κάθε κοινωνίας είναι η βελτίωση του επιπέδου ευημερίας της. Αυτό, σε ποσοτικό επίπεδο μεταφράζεται σε αύξηση του εισοδήματος της κοινωνίας, γεγονός που ονομάζεται οικονομική ανάπτυξη. Πολλοί είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη μιας οικονομίας, με σημαντικότερο την προσέλκυση νέων επενδύσεων. Ειδικά για τη χώρα μας, το υψηλό ποσοστό ανεργίας, η συνεχής συρρίκνωση του ΑΕΠ, η μείωση μισθών και συντάξεων, έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, με αποτέλεσμα η ελληνική αγορά να μην φαίνεται ιδιαίτερα ελκυστική στα μάτια ξένων ιδιωτών επενδυτών.
Σε ένα τέτοιο δυσχερές οικονομικό περιβάλλον η κυβέρνηση πρέπει να σχεδιάσει και να οργανώσει την προσέλκυση επενδύσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα αυξήσουν το εθνικό εισόδημα, οδηγώντας έτσι στην οικονομική ανάπτυξη. Πρωθυπουργικά ταξίδια με συνοδεία πληθώρας υπουργών, χαμόγελα, συνεντεύξεις Τύπου και φιλοφρονήσεις, δεν πρόκειται να έχουν κανένα απολύτως ουσιαστικό αποτέλεσμα. Αυτό που χρειάζεται να ακούσουν οι υποψήφιοι επενδυτές από την κυβέρνηση είναι η λήψη μέτρων που συνοπτικά ονομάζονται «επενδυτικά κίνητρα» και κυρίως η δημιουργία ενός περιβάλλοντος ανάπτυξης στο οποίο θα διασφαλίζεται η επένδυσή τους, ενώ παράλληλα θα βοηθείται η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και η βελτίωση του οικονομικού κλίματος δεν αρκεί με την εφαρμογή των δημοσιονομικών και φορολογικών μέτρων, χρειάζεται η άμεση και ξεκάθαρη εφαρμογή του προγράμματος μεταρρυθμίσεων για τη χώρα σε όλους τους τομείς. Η μεταρρύθμιση ενός απλούστερου και δικαιότερου φορολογικού συστήματος για τις επιχειρήσεις, η αύξηση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης με έμφαση στη μείωση της γραφειοκρατίας, στην ταχύτερη ίδρυση και αδειοδότηση νέων επιχειρήσεων κρίνονται άκρως απαραίτητες. Αντ’ αυτού η σημερινή κυβέρνηση έχει επιλέξει τον δρόμο της υπερφορολόγησης των επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών, αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών και γενικά μία τακτική σύνθλιψης της επιχειρηματικότητας.
Ταυτόχρονα με την υλοποίηση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος άκρως απαραίτητη είναι και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων, τομείς οι οποίοι συμμετέχουν άμεσα στη δημιουργία θετικού ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας. Οι επιφυλάξεις, οι αναφορές των κυβερνητικών αξιωματούχων ως αναγκαίο κακό και η κωλυσιεργία των ιδιωτικοποιήσεων συντηρούν την αβεβαιότητα και δυσχεραίνουν την αποκατάσταση του κλίματος εμπιστοσύνης.
Επίλυση του υψηλού αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, “κόκκινα δάνεια”, το οποίο θα επιτρέψει στις τράπεζες να ελευθερώσουν κεφάλαια στις υγιείς και δυναμικά εξωστρεφείς επιχειρήσεις και θα ελαφρύνει το βάρος στους δανειολήπτες που θα συνεργαστούν. Από την πλευρά των τραπεζών πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση σε μακροχρόνιες ρυθμίσεις δανείων και χρεών καθώς και βαρύτητα στην αναδιάρθρωση δανείων βιώσιμων επιχειρήσεων. Η μέχρι τώρα αδικαιολόγητη καθυστέρηση ρύθμισης των “κόκκινων” δανείων, λόγω πολιτικής σκοπιμότητας, έχει φέρει σε δυσμενή θέση τις ήδη τρεις φορές ανακεφαλαιοποιημένες ελληνικές τράπεζες.
Τόνωση και στήριξη των εξαγωγικών προοπτικών της χώρας, αφού εξαιτίας της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας που έλαβε χώρα τα προηγούμενα χρόνια υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ανόδου των εξαγωγών στο άμεσο μέλλον. Η διεύρυνση του διεθνούς εμπορίου, η συμμετοχή σε παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής, αύξηση των εμπορικών δεσμών με χώρες και επιχειρήσεις που βρίσκονται στην αιχμή της τεχνολογίας σε παγκόσμια κλίμακα θα έχει ως συνέπεια την απορρόφηση νέων τεχνολογιών από τις εξαγωγικές επιχειρήσεις και μίας πρώτης τάξης ευκαιρία για νέες επενδύσεις.
Ο δρόμος προς την ανάπτυξη είναι δύσκολος και ανηφορικός, αλλά όχι ακατόρθωτος. Με αύξηση των δημοσίων δαπανών, ακολουθώντας την αποτυχημένη οδό του μοντέλου των κρατικών επιδοτήσεων για την επανεκκίνηση της Ελληνικής οικονομίας, η χώρα με μαθηματική ακρίβεια θα συνεχίζει να οδεύει στον κατήφορο της ύφεσης. Χρειάζεται όραμα, οργάνωση με σύγχρονο σχέδιο στοχεύοντας στις νέες επενδύσεις σε καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες, εφαρμογή των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων με ταυτόχρονη μείωση της υψηλής φορολογίας φυσικών και νομικών προσώπων.
*φυσικός – υπ. δρ Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης Π.Κ.