» Hervé Le Tellie (μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδόσεις Opera)
Η πρώτη επαφή με το έργο ενός συγγραφέα, παρά τα όσα ο επίδοξος αναγνώστης έχει διαβάσει και πληροφορηθεί σχετικά, αποτελεί, λιγότερο ή περισσότερο, μια έκπληξη, μια δοκιμασία στατικότητας του ορίζοντα των προσδοκιών που έχει ‒αναπόφευκτα‒ δημιουργηθεί στον προθάλαμο της αναμονής. Τρία κυρίως μονοπάτια ανοίγονται τότε· της κατάρρευσης, της αδιαφορίας και του ενθουσιασμού. Συμβαίνει όμως, με κάποιους συγγραφείς, κάθε επόμενη ανάγνωση να προσομοιάζει με την πρώτη, ίσως μάλιστα και ακόμα πιο έντονα, καθώς η αυτοπεποίθηση του αναγνώστη είναι πια τέτοια ώστε να αποκλείει ‒αρχικά‒ το στοιχείο της έκπληξης· ξέρω τι να περιμένω, σκέφτεται. Το πλήγμα στην αυτοπεποίθηση δεν λειτουργεί πάντοτε με τον ίδιο τρόπο και η περίπτωση που περιγράφεται εδώ δεν εντάσσεται στον άνισο χαρακτήρα κάθε εργογραφίας. Δύο κυρίως μονοπάτια ανοίγονται τότε· της όχλησης και του ενθουσιασμού. Όχληση γιατί δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμο το στοιχείο της επαναλαμβανόμενης έκπληξης, έτσι όπως πλήττει τις βεβαιότητες μας, τη δειγματοληπτική επάρκειά μας. Ενθουσιασμός γιατί οι μισοκοιμισμένες, στις πρώτες σελίδες, εγκεφαλικές συνάψεις ανασυντάσσονται καθώς αναρωτιούνται από πού θα τους έρθει τούτη τη φορά.
Τέτοια περίπτωση συγγραφέα είναι ο Ερβέ Λε Τελιέ, πρόεδρος εδώ και κάποια χρόνια του Εργαστηρίου Δυνητικής Λογοτεχνίας (OuLiPo). Κάθε επόμενη φορά είναι και μια έκπληξη, κάτι που αποτελεί βασικό στοιχείο για την απόφαση να είναι ένα δικό του βιβλίο το επόμενο βιβλίο. Η έκπληξη εδώ αποτελεί μία από τις ελάχιστες προαναγνωστικές βεβαιότητες. Η μεταμοντέρνα γραφή και η παιγνιώδης διάθεση, άλλα δύο. Ακόμα και στην περίπτωση της Ανωμαλίας, που βραβεύτηκε με το όχι και πλέον πρωτοπόρο βραβείο Γκονκούρ και διαβάστηκε από ένα κοινό σαφώς μεγαλύτερο των νοσταλγών του Περέκ και του Καλβίνο, τίποτα δεν προϊδέαζε για ένα μυθιστόρημα συμβατικό και αναμενόμενο, και αυτό εξαιτίας της ανάμειξης σε αυτό του προβοκάτορα παιχνιδιάρη εραστή της λογοτεχνίας, Ερβέ Λε Τελιέ.
Ο πρότερος βίος του συγγραφέα δεν επιτρέπει στον αναγνώστη να επαναπαυθεί. Τι και αν αναζητά στοιχεία και ενδείξεις, είναι σχεδόν βέβαιος για το μάταιο της επιμονής να διακρίνει τον συνεκτικό ιστό ανάμεσα στις έντεκα, αρκετά ενδιαφέρουσες και αυτόφωτες, ατομικές ιστορίες που απαρτίζουν εκείνο που αρχικά μοιάζει μ’ ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα, όπως τόσα και τόσα άλλα έχει πιθανότατα διαβάσει. Το κεντρικό εύρημα, ο άξονας περιστροφής του μυθιστορήματος μένει να αποκαλυφθεί. Προφανώς και δεν θα γίνει αναφορά εδώ σ’ αυτόν. Το εκάστοτε εύρημα στα βιβλία του Λε Τελιέ δεν αποτελεί μια εκζήτηση πρωτοτυπίας. Δεν εντυπωσιάζει το πώς το σκέφτηκε αλλά το πώς το χρησιμοποίησε. Για τον Λε Τελιέ η λογοτεχνία είναι ένα παιχνίδι, ένα παιχνίδι μαγικό, μια παρτίδα πόκερ μεταξύ δύο ταχυδακτυλουργών, εκεί που τα κόλπα όχι μόνο επιτρέπονται αλλά επιβάλλονται. Όμως, όπως όλοι όσοι αγαπούν πραγματικά το παιχνίδι, με πρώτα και κύρια τα παιδιά, έτσι και ο Γάλλος συγγραφέας προσεγγίζει τη λογοτεχνία με την απαραίτητη σοβαρότητα, με τα χαρτιά του ανοιχτά και τον άσσο στο χέρι, όχι για να ξεγελάσει ή να εντυπωσιάσει, αλλά για να δημιουργήσει τον απαραίτητο χώρο και τις κατάλληλες συνθήκες όχι μόνο για την ίδια την ιστορία αλλά και για τη φαντασία και τη δημιουργικότητά του. Και ίσως η λογοτεχνία του Λε Τελιέ να είναι τόσο ελκυστική ακριβώς επειδή το πρώτο «θύμα» της έκπληξης είναι ο ίδιος.
Ένα «τι θα συνέβαινε εάν» πλανάται διαρκώς πάνω από την Ανωμαλία, ερώτημα το οποίο απαιτεί για την ανάπτυξή του την καταφυγή στην επιστημονική φαντασία. Η αύρα του σπουδαίου Ντάγκλας Άνταμς γίνεται άμεσα αντιληπτή στα χωροχρονικά αδιέξοδα και παράδοξα στα οποία ειδικευόταν. Αρκετά νωρίς, μόλις στη σελίδα 28, ο Λε Τελιέ δίνει με πλάγιο μα ευδιάκριτο τρόπο το μανιφέστο τού κατ’ αυτόν χιούμορ, εκείνο το παρ’ όλα αυτά, «Ο Μιεζέλ μπορεί να δείχνει απών και απόμακρος, αλλά έχει τη φήμη ενός ανθρώπου με χιούμορ, παρ’ όλα αυτά. Όμως ένας άνθρωπος με χιούμορ, άξιος αυτού του χαρακτηρισμού, δεν είναι “πάντα παρ’ όλα αυτά”;». Χιούμορ είναι όταν παρ’ όλα αυτά γελάς, ισχυρίζεται και η ηρωίδα στη Δοκιμασία της Έρπενμπεκ. Το χιούμορ περιγράφει συχνά, αν όχι πάντοτε, ένα αδιέξοδο, λειτουργεί μ’ έναν τρόπο επιβιωτικό, εμφανίζεται απροσδόκητα, όταν κανείς δεν το περιμένει. Αυτό συμβαίνει και σ’ ένα μεγάλο ποσοστό της λογοτεχνίας επιστημονικής φαντασίας, όπως στον Άνταμς για παράδειγμα, εκεί που το χιούμορ πηγάζει πότε από το (επιστημονικό) παράλογο, την ανικανότητα, δηλαδή, να συλλάβουμε κάποιες έννοιες, και πότε απευθείας από τον υπαρξιακό τρόμο. Έτσι συμβαίνει και στην Ανωμαλία.
Οι ενστάσεις που έχω ως τώρα υπόψη μου σχετικά με την Ανωμαλία (παρά τη σχεδόν ομόφωνη αποδοχή του μυθιστορήματος υπάρχουν και τέτοιες) συγκεντρώνονται κάτω από την ομπρέλα του προσχηματικού. Προσχηματικός, λένε, είναι ο χαρακτήρας της επιστημονικής φαντασίας, προσχηματικές οι υποϊστορίες που συνθέτουν την πλοκή, προσχηματικός και ο τρόπος με τον οποίο ο Λε Τελιέ κλείνει το μυθιστόρημά του. Δεν θα διαφωνήσω ως προς τον χαρακτηρισμό. Τόσο το εύρημα, όσο και συνολικά η πλοκή έχουν έναν προσχηματικό χαρακτήρα, ξεκάθαρα. Όμως αυτό δεν αποτελεί συγγραφική αδυναμία αλλά επιδίωξη. Μπορεί κάποιος να συμφωνεί ή να διαφωνεί με την επιδίωξη αυτή, όμως οφείλουμε να συμφωνήσουμε πως πρόκειται για μια συνειδητή και οργανική απόφαση. Η ανωμαλία, όσο και αν σε μια πρώτη ματιά ίσως να μην της φαίνεται, είναι ένα μυθιστόρημα ιδεών. Αυτό, άλλωστε, είναι που εξακολουθεί να της προσδίδει την απαραίτητη λογοτεχνική λάμψη όταν, αναπόφευκτα, κατακάτσει η επίδραση του κυρίως ευρήματος. Ειπώθηκε και παραπάνω, όμως αξίζει να επαναληφθεί πως για τον Λε Τελιέ το εκάστοτε εύρημα δεν αποτελεί μια εκζήτηση πρωτοτυπίας, γι’ αυτό και τα βιβλία του δεν αυτοεγκλωβίζονται.
Απαντώντας στο ερώτημα «τι θα συνέβαινε εάν» ο Λε Τελιέ δοκιμάζει τα όρια του ανθρώπινου μυαλού, κλονίζοντας βεβαιότητες και στριμώχνοντας τους χαρακτήρες του σε καταστάσεις παράλογες. Γι’ αυτό και οι υποϊστορίες διαθέτουν έναν προσχηματικό χαρακτήρα, μια πειραματική διάθεση. Το κλείσιμο δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικού χαρακτήρα. Απαραίτητο συστατικό για την επιτυχία του συγγραφικού οράματος είναι η εμπλοκή του αναγνώστη στη συνθήκη «τι θα συνέβαινε εάν βρισκόμουν εγώ στη θέση τους», να μην επαναπαυθεί πως Η ανωμαλία είναι αποτέλεσμα συγγραφικής φαντασίας, αλλά να την αντιμετωπίσει ως κάτι το δυνητικά πιθανό. Σε μια ανώμαλη εξέλιξη η σάτιρα του εμπνευστή της δεν θα μπορούσε να απουσιάζει. Ο Λε Τελιέ βρίσκει την ευκαιρία να αναδείξει και να καυτηριάσει το σαθρό έδαφος στο οποίο στηρίζεται η οργάνωση της ανθρώπινης παρουσίας στον πλανήτη είτε αυτή έχει να κάνει με τον κόσμο των εκδόσεων είτε με τα σχέδια αντιμετώπισης πιθανών απειλών.
Η σάτιρα έρχεται και ισορροπεί υπέροχα με τις βιοηθικές προκλήσεις που ανακύπτουν, δίνοντας την απαραίτητη ελαφράδα αλλά και την ποικιλομορφία του όλου.
Η μεγαλύτερη πρόκληση για ένα μυαλό, όπως του Λε Τελιέ, μια γεννήτρια διαρκούς παραγωγής νέων ιδεών, είναι να πειθαρχήσει χωρίς να ευνουχιστεί, να αφαιρέσει το περιττό και να κρατήσει το απαραίτητο, να μην παρασυρθεί από τις σειρήνες της φαντασίας και βρεθεί ξάφνου στα βράχια του βερμπαλισμού και της αυτοϊκανοποίησης, σκόπελο που ο Λε Τελιέ αποφεύγει με άνεση.
Η αφήγηση είναι η κατάλληλη για να υποστηρίξει τις συγγραφικές επιδιώξεις, γλωσσικά απλή, μα όχι απλοϊκή, ξεκαθαρίζει και δεν συγχέει περαιτέρω μια εξ ορισμού μπερδεμένη συνθήκη χωρίς όμως και να απομαγεύει επεξηγώντας τα πάντα, ενώ οι χαρακτήρες, παρά την προσχηματικότητά τους, είναι αρκετά ολοκληρωμένοι και σίγουρα πειστικοί. Ένα σύνολο εύρυθμης λειτουργίας που χαρίζει απλόχερα αναγνωστική απόλαυση.
Η ανωμαλία, παρότι πατάει στη λογοτεχνική παράδοση, διαθέτει μια αναζωογονητική φρεσκάδα, που τόσο λείπει από τη λογοτεχνία. Η μετάφραση-εγγύηση είναι του Αχιλλέα Κυριακίδη, που εδώ και πολλά χρόνια, πριν τα βραβεία και τη δόξα, μαζί με τις εκδόσεις Opera είχαν φροντίσει να μας συστήσουν τον Ερβέ Λε Τελιέ.