Η φράση του Ηράκλειτου «ο πόλεµος είναι ο βασιλιάς των πάντων», διατυπωµένη πριν από περίπου 2.500 χρόνια, αποκαλύπτει µια διαχρονική αντίληψη για τη φύση του πολέµου και τις επιπτώσεις του ως µια απειλή στην κοινωνία. Η δήλωση του φιλοσόφου καταδεικνύει την εννοιολογική σύνδεση µεταξύ πολέµου και κοινωνικών διαδικασιών που αναδιαµορφώνουν τις κοινωνίες µε τρόπους που δεν µπορούν να επιτευχθούν σε καιρό ειρήνης. Μια απειλή ή πόλεµος που αντιµετωπίζει µια κοινωνία µπορεί να έχει τα παρακάτω αποτελέσµατα:
1. Εθνική ενότητα και πολιτική συνοχή: Ο πόλεµος ή η απειλή πολέµου, συχνά λειτουργεί ως καταλύτης για την επίτευξη εθνικής ενότητας και πολιτικής συνοχής. Όταν µια χώρα βρίσκεται υπό απειλή πολέµου, τα εσωτερικά προβλήµατα και οι πολιτικές αντιπαραθέσεις µπορούν να µειωθούν, καθώς η ανάγκη για αµυντική συνοχή υπερβαίνει τις εσωτερικές διαφωνίες. Οι πολίτες συνήθως ενώνουν τις δυνάµεις τους για να αντιµετωπίσουν τον εξωτερικό κίνδυνο, µε αποτέλεσµα την ενίσχυση της εθνικής ταυτότητας και της πολιτικής σταθερότητας, που συµβάλλει σε σηµαντικά επιτεύγµατα.
2. Κοινωνική οργάνωση για αντιµετώπιση απειλών: Ο πόλεµος απαιτεί µια οργανωµένη κοινωνική δοµή για την κινητοποίηση πόρων και την αποτελεσµατική αντίσταση στις απειλές. Η οργάνωση των κοινωνικών δυνάµεων σε επίπεδο στρατού, βιοµηχανίας και πολιτών συχνά οδηγεί στην αναδιοργάνωση της κοινωνίας και των οικονοµικών πόρων µε στόχο την αποδοτική και συντονισµένη προσπάθεια αντιµετώπισης της απειλής.
3. ∆ηµόσιες δαπάνες και αποκατάσταση καταστροφών: Η οικονοµία συχνά καθορίζει τι οδηγεί σε έναν πόλεµο, ποιος κερδίζει τον πόλεµο και πώς λειτουργούν οι χώρες µετά από αυτόν. Όταν αποφασίζονται µεταβολές προς µια οικονοµία πολέµου, τα κράτη πρέπει να ανακατευθύνουν τους πόρους και τις αλυσίδες εφοδιασµού προς τις προτεραιότητες της άµυνας. Ο πόλεµος συνήθως συνεπάγεται τεράστιες δηµόσιες δαπάνες για την κατασκευή και συντήρηση στρατιωτικών υποδοµών, καθώς και για την αποκατάσταση των ζηµιών. Αυτές οι δαπάνες, αν και µπορεί να είναι υψηλές και να δηµιουργούν βαρύ οικονοµικό φορτίο, συχνά οδηγούν σε καινοτοµίες και ανακατανοµές πόρων που διαφορετικά δεν θα ήταν εφικτές. Οι καταστροφές του πολέµου µπορεί να επιταχύνουν την πρόοδο σε διάφορους τοµείς της κοινωνικής και τεχνολογικής ανάπτυξης. Το 2018 το συνολικό οικονοµικό κόστος της σύγκρουσης και της βίας στον κόσµο ανήλθε σε 14,3 τρισεκατοµµύρια δολάρια, ή 12,6% του παγκόσµιου ΑΕΠ, το οποίο αυξήθηκε σε 17,5 τρισεκατοµµύρια δολάρια το 2022, ή πάνω από 17% του ΑΕΠ. Για να καλυφθούν αυτά τα κόστη, το κράτος παίζει µεγαλύτερο ρόλο στην οικονοµία, µετακινώντας την κοντά σε αυτό που ονοµάζεται κεντρικά σχεδιασµένη πολεµική οικονοµία που συνεπάγεται µεγαλύτερη εµπλοκή στον έλεγχο της εργασίας, της παραγωγής και της ανακατανοµής των πόρων. Με την ανάγκη αύξησης των στρατευµάτων τους, οι κυβερνήσεις είτε καταφεύγουν σε εθελοντική στρατολόγηση είτε σε υποχρεωτική στρατολόγηση, δηλαδή στη στρατολόγηση ατόµων στο στρατό µε τη βία. Αλλά αυτό µε τη σειρά του µειώνει το µέγεθος της διαθέσιµης εργατικής δύναµης, κάτι που αδυνατίζει την οικονοµική παραγωγή και παρουσιάζονται ελλείψεις αγαθών.
Συχνά, ένας πόλεµος µπορεί να φαίνεται ότι έχει θετική οικονοµική επίδραση, χάρη στη χαµηλή ανεργία και τις µεγάλες επενδύσεις σε µεγάλες βιοµηχανίες, όπως η µεταφορά και οι τεχνολογίες. Αλλά µόλις ένα κράτος στραφεί σε µια οικονοµία πολέµου, µε το υψηλό κόστος για όπλα και άµυνα, και την εξάντληση των εργαζοµένων που δεν µπορούν να καλύψουν τις ανάγκες για τροφή και άλλα αγαθά, οι τιµές αρχίζουν να αυξάνονται. Οι πόλεµοι αναπόφευκτα οδηγούν σε αύξηση των τιµών. Συχνά, οι αυξήσεις τιµών µπορεί επίσης να προκαλέσουν µια παραοικονοµία µε αγαθά που αγοράζονται και πωλούνται κρυφά.
Υπάρχουν τρεις τρόποι για τα κράτη να χρηµατοδοτήσουν τον πόλεµο: µέσω φόρων, δανεισµού και εκτύπωσης χρηµάτων. Αλλά οι κυβερνήσεις καταφεύγουν επίσης στον δανεισµό, µε υποχρεωτικά ή εθελοντικά δάνεια. Για παράδειγµα, όταν η ναζιστική Γερµανία κατέλαβε την Ελλάδα, ανάγκασε την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας να εκδώσει ένα υποχρεωτικό δάνειο 476 εκατοµµυρίων µάρκων, που χρησιµοποιήθηκε ουσιαστικά για την κάλυψη του κόστους της κατοχής και των στρατιωτικών δαπανών.
Παρόµοιες καταστροφικές απειλές που αντιµετωπίζουν οι κοινωνίες, αν και δεν περιλαµβάνουν άµεσες πολεµικές συγκρούσεις, µπορούν να επιφέρουν διεργασίες που έχουν κοινά χαρακτηριστικά µε αυτά του πολέµου. Μια σηµαντική απειλή των κοινωνιών πλέον είναι η κλιµατική αλλαγή.
Οικονοµικές δαπάνες για κλιµατική αλλαγή: Η κλιµατική αλλαγή επιβάλλει µια σειρά από σηµαντικές δαπάνες για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος και την προσαρµογή στις νέες συνθήκες. Αυτές οι δαπάνες περιλαµβάνουν επενδύσεις σε υποδοµές για την απανθρακοποίηση, τη µετάβαση σε ανανεώσιµες πηγές ενέργειας, και την ηλεκτροποίηση. Το µέγεθος των απαιτούµενων πόρων είναι συγκρίσιµο µε τις δαπάνες που συνδέονται µε έναν πόλεµο, καθώς απαιτούνται µεγάλα κεφάλαια για τη χρηµατοδότηση τεχνολογιών και υποδοµών που δεν έχουν κατασκευαστεί προηγουµένως.
Κοινωνική οργάνωση και πολιτική δράση: Η αποκατάσταση του περιβάλλοντος απαιτεί όχι µόνο οικονοµικούς πόρους αλλά και µια αλλαγή στην κοινωνική οργάνωση. Η κοινωνία πρέπει να προσαρµοστεί σε νέες συνθήκες, να προγραµµατίσει και να εκτελέσει πολιτικές που υποστηρίζουν τη βιωσιµότητα. Αυτή η διαδικασία περιλαµβάνει την υπέρβαση των συµφερόντων ορισµένων οµάδων και την προώθηση µιας συλλογικής προσπάθειας για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων.
Εξοπλισµός και αµυντική δαπάνη: Ακόµα µια απειλή που αντιµετωπίζουν σήµερα οι κοινωνίες είναι οι αµυντικές δαπάνες για να αντιµετωπιστεί η γεωπολιτική αντιπαράθεση µετά από 70 χρόνια ειρηνικής συνύπαρξης. Οι αµυντικές δαπάνες που απαιτούνται για την αντιµετώπιση των απειλών από αυταρχικά καθεστώτα που οραµατίζονται την αναβίωση των αυτοκρατοριών τους, προκαλούν σηµαντικές οικονοµικές προκλήσεις. Οι χώρες µε αυταρχικά καθεστώτα, που επωφελούνται από τα εµπορικά πλεονάσµατα µε δηµοκρατικά κράτη, κατευθύνουν τις πλεονάζουσες χρηµατοδοτήσεις τους προς στρατιωτικούς εξοπλισµούς. Αυτό έχει δηµιουργήσει µια δυναµική όπου η οικονοµική ανισότητα και οι εµπορικές ανισότητες τροφοδοτούν τις στρατηγικές τους για την ενίσχυση της στρατιωτικής ισχύος, προκαλώντας γεωπολιτική αστάθεια.
Ανάγκη εσωτερικής συνοχής: Και οι δύο προκλήσεις – η κλιµατική αλλαγή και η στρατιωτική απειλή – απαιτούν από τα κράτη να επιτύχουν εσωτερική συνοχή και να προσαρµόσουν την κοινωνική τους οργάνωση. Το επιδιωκόµενο αποτέλεσµα είναι η ανάπτυξη νέων στρατηγικών και η αποδοχή αλλαγών που θα προωθήσουν την ευηµερία σε ένα κόσµο που αντιµετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις.
Ανάπτυξη µέσω κρατικών δαπανών: Η ερώτηση που τίθεται είναι αν οι δαπάνες για την αποτροπή των απειλών – είτε από το περιβάλλον είτε από στρατιωτικές προκλήσεις – θα οδηγήσουν σε ανάπτυξη. Ειδικότερα, αν οι κρατικές δαπάνες για την κλιµατική αλλαγή και για στρατιωτικούς εξοπλισµούς θα δηµιουργήσουν νέα εισοδήµατα και θα προάγουν την παγκόσµια οικονοµική ανάπτυξη ή αν θα οδηγήσουν σε αύξηση των ανισοτήτων και της οικονοµικής αστάθειας. Συνήθως η ανάπτυξη µέσω κρατικών δαπανών δεν οδηγούν σε βιώσιµη ανάπτυξη και οι χώρα µας υπέστη τις τροµερές συνέπειες µετά το 2010.
Η σκέψη του Ηράκλειτου ότι ο πόλεµος είναι ο κινητήρας σηµαντικών κοινωνικών και οικονοµικών διαδικασιών βρίσκει σύγχρονη αντανάκλαση στις προκλήσεις που προκύπτουν από την κλιµατική αλλαγή και τις στρατιωτικές απειλές. Ενώ οι δύο αυτοί παράγοντες απαιτούν τεράστιες οικονοµικές και κοινωνικές προσαρµογές, η επιτυχία στην αντιµετώπισή τους θα κριθεί από την ικανότητα των κρατών να αναπτύξουν βιώσιµες στρατηγικές που συνδυάζουν την εσωτερική συνοχή µε την ανάπτυξη και την ευηµερία.
* Ο Ατσαλάκης Γιώργος είναι Οικονοµολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής
Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης ∆εδοµένων και Πρόβλεψης