Πολλές σκέψεις απασχολούνε το νου μου την ώρα απού οβγορολογώ από τη γνωστή γωνιά του καφενέ, κι αναζητούνε απαντήσεις και συμπεράσματα. Κι ετσά περνά η γι ώρα μου όταν η μοναξιά μου επιβάλλει τη σιωπή. Τουτεσάς τσ’ ώρες παίρνει τη πρωτοβουλία η φαντασία μου και με σεργιανίζει σε διάφορα σοκάκια τσ’ επικαιρότητας γή η θύμησή μου ανασύρει τσ’ αναμνήσεις μου από τα περασμένα.
Τουτηνέ όμως τη βολά μ’ αντιστέσανε τα δασκαλέματα τση παράδοσης. Και μιας και προσπαθώ όσο οι γι’ ανθρώπινες αδυναμίες μου το επιτρέπουνε να τηνε σέβομαι τουτηνά την ιερά παρακαταθήκη που μας αφήκανε οι πρόγονοί μας, τη παράδοση. Γι’ αυτό κι αποφάσισα να αφήκω τη σκέψη μου να τη σεργιανίσει στα σοκάκια τση.
Τελώνου και Φαρισαίου γροικάς, άνοιξε το Τριώδη λέει ο λαός. Για τσοι τωρινούς ανθρώπους απού κατένε πολλά, που δε κάτεω βέβαια κατά πόσο τσ’ ωφελούνε, πέρα βρέχει για τα δασκαλέματα τουτησάς τση παραβολής. Κι ετοιμάζουνε γλέντια και καρναβάλια για να χορτάσουνε από χαρές και να μη μένει ανεόρταστος ο βιος τωνε όπως έλεγε ο Δημόκριτος μια φορά κι ένα καιρό. Κιανείς δε προβληματίζεται για τη τυχόν κακή συμπεριφορά ντου προς το πλησίον του, όπως λέει το Ευαγγέλιο.
Παρά ούλοι ντυνομεστάνε τη στολή τση φαρισαϊκής υποκρισίας και κιανείς μας δεν είναι «ως ούτος ο τελώνης». Κι ετσά αφήνομε αδιάφοροι τα πνεματικά δασκαλέματα τση παράδοσης που τουτηνέ την περίοδο προσφέρονται πλουσιοπάροχα από την Εκκλησία μας κι είναι κατάκαλα και δοκιμασμένα γιατρικά με άριστα αποτελέσματα για τσοι καταταλαιπωρημένες ψυχές μας τουτουσές τσ’ έσχατους χρόνους τσ’ υπερβολής, τση ψευτιάς και τσ’ εκμετάλλευσης.
Κι ετσά που λέτε πετούμε «Τα Αγια τοις κυσί» και κατηφορίζομε οθε τσ’ οχλοκρατούμενες με τσ’ αναρθες κ ακαταλαβίστικες και πολύβουες καρναβαλίστικες εκδηλώσεις για να γιατρέψομε τσοι πολυτραυματατισμένες ψυχές μας από τσοι κακοτοπιές τση ζωής και τσοι δικές μας κουζουλάδες.
Μ’ αναφιλέ, γιατί και με τα στομάχια γεμάτα και κορεσμένοι από ηδονές oι ψυχές συνεχίζουνε να γούζιουνται γιατί ο άνθρωπος «ου επ’ άρτω μόνο ζήσεται». Γι’ αυτό και πολλοί ψάχνουνε στη συνέχεια να βρούνε τρόπο να τσοι γιατρέψουνε σε ψεύτικους παραδείσους κι οδηγούνται πολλές φορές σε ανεπιθύμητα αποτελέσματα όπως ήλεγα κι οπροχθές.
Εγώ τούτηνε τη βολά αφού πρώτα σας ευκηθώ να περνάτε καλά και τα νιάτα σας να τα γλεντάτε γιατί δε ξαναγαέρνουνε σα του μαγιού τα χόρτα,
κι απούναι νιος και δε πετά με του βοριά τα νέφη/ είντα τη θέλει τη ζωή στο κόσμο να την έχει,
μα να γλεντίζετε για καλή καρδια με σύνεση χωρίς κουζουλάδες και ασωτίες να σας θωρούνε οι μανάδες σας να φχαριστούνται και σεις να χαίρεστε τη ζωή σας και να μη τηνε χαραμίζετε.
Υστερα από τσοι παραπάνω σκέψεις και συμβουλές μου επήρα την απόφαση να ξεστρατίσω από τση τωρινής ζωής τσοι λαμπερές και πολύβουες αποκριάτικες εκδηλώσεις και να περνοδιαβώ για άλλη μια βολά με συντροφιά τη θύμησή μου στσ’ αναμνήσεις μου από τσ’ αποκράδες τσ’ εδικής μου εποχής. Ητανε βέβαια καλά δύσκολη κεινηνά η γι εποχή. Εμείς τοτεσάς δεν είχαμε κρίση γιατί τα’ χανε φαομένα οι γι “άλλοι” παρά ’χαμε φτώχεια κι ανέχεια και μ’ αυτές εσυμπορπατούσαμε στσοι στράτες τση ζωής μας. Μα οι δυσκολίες κι η φτώχεια δεν αλικοντίζανε τσ’ αθρώπους κείνουνα του καιρού να κλέφτουνε κατά καιρούς μια του χάρου όπως ελέγανε στα πανηγύρια, τσ’ εορτές, τσ’ αποκράδες, και τσοι χρονιάρες μέρες.
Βέβαια κεινονά το καιρό είχανε για συντροφιά τσ’ οικογένειές τωνε τσοι δικολογιες τωνε, τσοι γειτόνους και χωριανούς τωνε και τσοι φιλιές τωνε. Και μ’ αυτούς εσμίγανε κι εγλεντούσανε κι αποδιώχνανε τα βάσανα και τσοι στενοχώριες απου τσοι φορτώνανε οι γι ανάγκες κι οι γι απαιτήσεις τση καλά δύσκολης ζωής τωνε. Γι’ αυτό κι εδά απού «προς εσπέραν εστί και κέκλικε η ημέρα», αναστορούμαι χρόνια φτωχά και δύσκολα μα χαρούμενα κι ευλοημένα.
Γιατί παντού εγροίκας τραγούδια κείνονά τον καιρό απού μιλούσανε για τον έρωτα και τα βάσανά ντου, για τσοι δυσκολίες και τσοι κακοτοπιές τση ζωής, για την πατρίδα και τα ηρωικά κατορθώματα των πρωταγωνιστώ, τραγούδια στα λιόφυτα, τραγούδια από τσοι ζευγάδες, τραγούδια από τσ’ οδοιπόρους, τραγούδια από τσ’ ανυφαντούδες και τσοι νοικοκεράδες, τραγούδια από τσ’ εορταστάδες απού περνοδιαβαινανε τσοι στράτες και τα σοκάκια του χωριού για να ευκηθούνε τα χρόνια πολλά στσοι χωριανούς και τσοι χωριανές απού εορτάζανε κάθε φορά. Τσ’ αποκράδες εδά άλλασσε το σκηνικό, γιατί ’χαμε και θέαμα. Με συγκίνηση αναστορούμαι τσ’ αποκράδες κείνουνα του καιρού. Το τραπέζι μας γεμάτο με τ’ αγαθά απού οι κόποι τω γωνιώ μας εκουβαλούσανε με την εργατικότητά ντωνε. Και οι χρυσοχέρες νοικοκεράδες τ’ αξιοποιούσανε με την αξιοσύνη ντωνε, κι ούλοι μαζί γύρου γύρου από το τραπέζι τ’ απολαβάνομε τούτα τ’ αγαθά τουτεσάς τσοι μέρες.
Εκειά περιμέναμε τσοι συντροφιές τω μασκαράδω να φέρουνε το αποκριάτικο κέφι για να χορτάσομε από γέλια κάθε φορά με τσ’ αυτοσχεδιασμούς και τ’ αστεία ντωνε. Ταχιά δα οι χωριανοί, σα το επέτρεπε βέβαια ο καιρός, εσμίγανε συντροφιές – συντροφιές στα γυρογιάλια. Κι εκειά στσοι σιάδες κατάχαμα απλώνανε στρωσίδια για τραπεζομάντηλα «κι από την άκρη των ακριώ ώστε να πας στην άλλη» απλώνανε τα σαρακοστιανά ντωνε κι εκαλωσορίζανε τη σαρακοστή σύμφωνα με τα δασκαλέματα τση παράδοσης.
Ετσά επερνούσανε οι γι άνθρωποι τσοι περασμένους χρόνους απού τα γλέντια τα κάνανε για να χαρούνε και να ξεφορτώσουνε κιόλας και τσοι ψυχές τωνε από τσοι στενοχώριες τα βάσανα και τσοι δυσκολίες τση ζωής κι οϊ για να γεμίσουνε τα στομάχια τωνε μόνο, όπως κάνουνε τουτουσές τσοι καιρούς απού στριμώχνουνται για να φάνε κι άλλοι έχουνε την ευθύνη για τη διασκέδαση τωνε με ήχους πολλές φορές απού ξεπερνούνε τα όρια τση μουσικής τέρψης και τσ’ αρμονίας και κοντοσιμώνουνε τσοι κακόγουστους και βάρβαρους θορύβους.
Σε αντίθεση με κεινουσάς τσοι καιρούς που ούλοι μαζί εγλεντοκοπούσανε με τη σειρά τση κάθε συντροφιά και τσοι ζυγιες τα όργανα τάχανε για την ώρα του χορού. Βέβαια άλλοι καιροί τοτεσάς κι άλλες συνήθειες. Ο κόσμος γροικάς πάει ομπρός. Χρόνια Πολλά, καλή Σαρακοστή κι ο Θεός να μας σε φωτίζει, να κάνομε καλή χρήση του νου απού μας εχάρισε.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Οβγορολογώ = κοιτάζω από τόπο που έχει θέα
βολά = φορά
γροικάς = ακούς
κατέω = ξέρω
Κουζουλάδα = τρέλα
Αναφιλέ = μάταια
Γούζιομαι = μεμψιμοιρώ
ξαναγαέρνω = δεν γυρίζω ξανά πίσω
είντα = τι
ξεστρατίζω = αλλάζω πορεία
αλικοντίζω = εμποδίζω
δικολογια = συγγενολόι
Ανταστορούμαι = θυμούμαι
ταχιά = αύριο
σιάδα = ίσωμα
ομπρός = μπροστά